Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝΤΟΣ

Τα πράγματα στο Σύμπαν, και στη λειτουργία των συστημάτων, δεν είναι όπως εμείς οι άνθρωποι φανταζόμαστε. Πάντα, αυτά που αντιλαμβανόμαστε, (όσο όγκο κι αν έχουν), δεν είναι παρά ένα απειροελάχιστο κομμάτι από αυτά που υπάρχουν. Βλέπουμε λοιπόν, μόνο ένα φάσμα των όσων πραγματικά συμβαίνουν. Και το φάσμα αυτό, είναι ανάλογο της δικής μας συνειδησιακής θέσης. Όσο πιο περιορισμένοι, (φυλακισμένοι) είμαστε στις μικρές μας ζωές, ανάλογη θα είναι και η αντίληψη μας.

Ξεκινώντας, ο αδαής άνθρωπος λοιπόν, είναι εγκλωβισμένος σε ένα προσωπικό εγώ, και έχει οπτική για τον κόσμο, μόνο όσων αφορούν τον μικρόκοσμο μέσα στον οποίο ζει. Και δεν αναφέρομαι στην εξωτερική του ζωή βέβαια μόνο, αλλά (κυρίως) στις «θέσεις» του για τα πράγματα. Το τι θεωρεί σωστό και λάθος, σημαντικό και ασήμαντο, όπως, και τι καταγραφές έχουν γίνει μέσα του και αφορούν την ευτυχία. Την οποία βέβαια απεγνωσμένα κυνηγά, χρησιμοποιώντας θεμιτά και αθέμιτα μέσα, μπλέκοντας σενάρια και σχέδια δράσης, με τα οποία ευελπιστεί και θρέφει προσδοκίες, να του φέρουν το κέρδος γι’ αυτή την ευτυχία. Ο αδαής, προσθέτει και αφαιρεί συνεχώς κέρδη και ζημιές, και μετρά τα πάντα στη ζωή του με το ζύγι. «Τόσα μου έδωσες, τόσα σού έδωσα».

Η ζωή του, δεν είναι λοιπόν τίποτε άλλο από μια συναλλαγή. Γνωρίζει πολύ σωστά πως τίποτα δεν του χαρίζεται, όμως θεωρεί πως ο ίδιος (με το λογικό μυαλό του), είναι σε θέση να αποφασίζει με τι θα πληρώσει, και έχει την απαίτηση από τους άλλους και το σύμπαν, να δεχτούν αυτού του είδους την πληρωμή που διάλεξε, γιατί αυτήν αποφάσισε και τον βολεύει… Βασικό επίσης χαρακτηριστικό του; Ότι η ευτυχία του, εξαρτάται αποκλειστικά από τους άλλους, και την αναζητά έξω από αυτόν, στο περιβάλλον του. Δεν είναι ν’ απορεί κανείς οπότε, μετά από έναν τέτοιο τρόπο οπτικής, το γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν βέβαια να ζήσουν ειρηνικά, πόσο μάλλον ευτυχισμένα.

Υπάρχει, (ανεβαίνοντας στην κλίμακα), και ο άνθρωπος «που μπαίνει στο Δρόμο» από την άλλη. Ο οποίος, αρχίζει κάπως να αντιλαμβάνεται το ψέμα του προηγούμενου. Όμως, (και είναι  φυσικό), δεν έχει και μεγάλη διαφορά από τον αδαή, όσο κι αν δεν θέλει να το παραδεχτεί… Η διαφορά, είναι όμως πως αναγνωρίζει ότι υπάρχει τρόπος να πάψει να βασανίζεται, και πως έχει επιλογή άλλης ζωής, που εξαρτάται από τον ίδιο. (Μια και ο αδαής νιώθει πως δεν έχει επιλογή άλλη πέρα από το βάσανο και τη δυστυχία αυτού του κόσμου). Η επιλογή του συνειδητού, είναι το να στρέψει την προσοχή του από την εξωτερική ζωή, μέσα του. Στον εαυτό του! Να καταλάβει, πως τα πάντα στη ζωή του, δεν είναι σε θέση «να τα ελέγχει». (Καταστάσεις, ανθρώπους κλπ). Και πως το μόνο που μπορεί να ελέγξει, (και του είναι απαραίτητο να ασχοληθεί αν πραγματικά θέλει να προοδεύσει συνειδησιακά), είναι ο ίδιος.  Αναγνωρίζοντας βέβαια, πως δεν είναι τα πράγματα όπως τα έβλεπε, και πως ταυτισμένος με αυτόν τον κόσμο, είναι που του έχει δημιουργηθεί η εντύπωση πως όλα όσα γνωρίζει ως ζωή, αφορούν μόνο το σώμα του. (Συνοδευόμενα και με μια εξωτερική ζωή όπως είπαμε, βασισμένη σε αυτό το υλικό σώμα). Κάτι, που φυσικά δεν συμβαίνει, μια και ο άνθρωπος, κατοικεί απλώς στο σώμα του για να βρίσκεται εδώ, και πως πρώτιστη σημασία έχει τελικά, το να βρει μέσα του ποιος Είναι Αυτός που το κατοικεί. Ποιος Είναι λοιπόν Πραγματικά ο ίδιος…

Αυτό το στάδιο, (το επόμενο του αδαή), είναι ένα μεσοδιάστημα. Και είναι ίσως το πιο δύσκολο για τον κάθε άνθρωπο, και γι’ αυτό και παίρνει και πολύ σε χρόνο. Γνωρίζει το παλιό, αρχίζει ν’ αναγνωρίζει το νέο, όμως, δεν ανήκει τελικά ούτε στο πρώτο, ούτε στο δεύτερο (ακόμα). Χρειάζεται, όλα να τα αναπροσαρμόσει (διορθώσει) στη ζωή του, με βάση το νέο. Όμως παραπατά, παρασύρεται, μπερδεύεται, κάνει λάθη, αναπροσαρμόζει, δεν ξεχωρίζει καθαρά την Αλήθεια από το Ψέμα, όμως είναι τελικά η περίοδος, που παίρνει τα μεγαλύτερα μαθήματα του… Είναι το διάστημα της απαρχής των βιωμάτων, και η γνωριμία του, με αυτό που τον περιμένει απλώς, μια και δεν έχει γίνει ακόμα κεκτημένο μέσα του.

Για να φτάσει τελικά προχωρώντας, (πάντα εσωτερικά), να αντιληφθεί, πως ελέγχοντας αυτό που δεν είναι, και πετώντας, όλες τις καταχωρήσεις, (που ταυτιζόμενος με αυτές  ήταν που διαχώριζε την Ολότητα του εαυτού του σε μέρη), είναι σε θέση να αρχίσει να αναγνωρίζει, (διαπιστώνει), πως η θέση του τελικά στα πράγματα, φτάνει να αλλάξει τον ίδιο, και τελικά κατ’ επέκταση και τα πράγματα. (Σαν αποτέλεσμα όμως της εσωτερικής του αλλαγής). Τώρα πια, η προσοχή του, έχει πάψει να είναι στα πράγματα. Βρίσκεται στον Εαυτό του. Ολικά. Έτσι Ζει Ολοκληρωμένα, Γνήσια, και Ενωμένος με τα πάντα.

Ο αδαής λοιπόν δεν έχει επιλογές, ο συνειδητός έχει και αρχίζει να τις βλέπει, ενώ ο Γνώστης τις αναγνωρίζει καθαρά, και τις θέτει σε εφαρμογή, υπερβαίνοντας. Ο αδαής είναι φυλακή, ο συνειδητός νομίζει στιγμές στιγμές πως ελευθερώνεται, ο Γνώστης είναι Ελεύθερος.

Με τα παραπάνω, αντιλαμβανόμαστε λοιπόν, πως
-στην πρώτη περίπτωση του αδαή, το εύρος της αντίληψης του ανθρώπου είναι μικρό και περιορισμένο,
-στη δεύτερη, έχει αρχίσει μια κάποια διεύρυνση, (με την εσωτερική κίνηση εντός του να αντιληφθεί και πράγματα για τον ίδιο που δεν γνώριζε μέχρι τώρα), όπως και του δίνεται η δυνατότητα (ως αναγκαιότητα), να αλλάξει εντελώς κάποια πράγματα στον εαυτό του, αντικαθιστώντας τα από τα μέσα που του δίνει η οπτική του διευρυμένου Εαυτού του πλέον,
-για να καταλήξει εν ‘ τέλη, στην τρίτη περίπτωση, που τον κάνει να διαπιστώνει, πως τα πάντα στη ζωή, και την ψυχοσύνθεση του, εξαρτώνται και αλλάζουν, μόνο από τον ίδιο, και το κάνει ήδη, κάθε στιγμή. Τα πράγματα προσαρμόζονται σε αυτόν πια, και όχι το αντίθετο. Γιατί αυτό που Είναι, δεν έχει καμία απολύτως σχέση με αυτόν τον κόσμο. Και είναι απαραίτητο να το ανακαλύψει, ζώντας εδώ. Έτσι μόνο ενώνει την ύλη με το Πνεύμα, σαν Ον που φέρει και τα δύο, ως Ολότητα, την οποία και βιώνει.

Κατά το διάστημα της μαθητείας του μέσα από τα επίπεδα, ώστε από το πρώτο στάδιο να φτάσει στο τρίτο, είναι απαραίτητο να αντιληφθεί, πως υπάρχει κάτι, που είναι πέρα από τη σκέψη, και αν δεν συγχρονιστεί με αυτό, θα βρίσκει τα πάντα δύσκολα στον ανήφορο που έχει όλη αυτή η διαδικασία της ζωής εδώ. Αφορά, το να αντιληφθεί «τη Γλώσσα του Σύμπαντος». Μία «γλώσσα» με την οποία το Σύμπαν μας μιλά, χωρίς να χρησιμοποιεί κάποιου είδους φωνή για να μας γίνει αντιληπτή, και φυσικά, δεν αποτελείται από γράμματα να γνωρίσουμε, ώστε να μάθουμε να τη μιλάμε.

Είναι η γλώσσα των συμβάντων, 
της Αλήθειας, της Πραγματικότητας…

Είναι ο «Άηχος Ήχος» του συστήματος μας, ή αλλιώς, η «Φωνή της Σιγής». Όμως βρίσκεται πιο πέρα ακόμα κι από τη σκέψη μας. Μπορεί να ειπωθεί, πως είναι μία γλώσσα αισθήσεων… (Παρά αναλυτικής περιορισμένης λογικής). Μια γλώσσα, αποσαφήνισης των ενεργειών. Γιατί τα πάντα, δεν είναι τίποτε άλλο από ενέργειες.

Αφορά το να γνωρίζουμε πότε να κινούμαστε και πότε να περιμένουμε, ή να κάνουμε πίσω, με ποιους περιορισμούς είμαστε ταυτισμένοι, ποια είναι τα αληθινά κίνητρα και οι προσδοκίες μας, τι αναγκαζόμαστε να κάνουμε χωρίς να θέλουμε πραγματικά, (εξαιτίας των χαμηλών δονήσεων φορέων μας όπως το σώμα), ποιες οι πραγματικές Αξίες τις οποίες έχουμε μέσα μας και δεν «φωτίσαμε» μέχρι τώρα, πότε μιλά το μυαλό μας και πότε Εμείς, ποια είναι τα πραγματικά μας εμπόδια, τι φοβόμαστε, ποιοι Είμαστε Πραγματικά, πως μπορούμε να ζούμε Αληθινά, ποια η Σωστή, (με την έννοια του Πραγματικού), διάσταση των Πάντων, τι εστί Χρόνος, Χώρος, Αντίληψη, Ζωή, κι όλα αυτά, κάθε στιγμή της μέρα μας. 

Το μόνο που γίνεται, είναι ότι μετατοπίζεται η συνειδητότητα μας στα πεδία, κι αυτό,  εντελώς αβίαστα. Όσων αφορούν εμάς φυσικά όμως, και τίποτε έξω από εμάς. Γιατί έτσι, και όλοι οι άλλοι, πάλι μέσα μας βρίσκονται…

Μόνο «επικοινωνώντας» (αν μπορεί να γραφτεί) λοιπόν με αυτή τη γλώσσα, είμαστε σε θέση τις σκέψεις, τα λόγια, τα συναισθήματα και τις πράξεις, (κινήσεις μας), να τα χρησιμοποιούμε ανάλογα.

Η γλώσσα αυτή, αφορά το να μάθουμε «να ακούμε». Όχι μόνο τι έχουν να μας πουν οι άλλοι απέναντι μας, αλλά και «τι έχουν να μας πουν» τα πάντα γύρω μας. Η φύση, και όλα τα συμβάντα. Πάνω απ’ όλα όμως, αυτό που χρειάζεται να μάθουμε, είναι το να ακούμε Εμάς. Όχι το μυαλό μας!

Άρα κατ’ επέκταση, ν’ αρνούμαστε να ακούμε τον εγωισμό, τις επιθυμίες, τις ελλειμματικότητες (που θεωρούμε πως έχουμε σε σύγκριση πάντα με τους άλλους γύρω μας), τις προτάσεις για έλεγχο ανθρώπων και καταστάσεων που μας παρουσιάζονται, την ανάγκη μας να νιώθουμε κάποιοι...  Μα είμαστε κάποιοι. Είμαστε αυτό που Είμαστε. Ο καθένας Μοναδικός, όπως ακριβώς του βγαίνει και εκφράζεται. Από μέσα, προς τα έξω. Με τον καθένα μας φυσικά, να’ χει πρόσβαση στην Πραγματική Ουσία των πραγμάτων.

Είναι τόσο δύσκολο τα λόγια να περιγράψουν θέματα, που είναι πέρα από τα λόγια... Κι όμως. Δεν παύουν να είναι ένα μέσο, για να κατευθυνθούμε σε πελάγη, που κάποιοι ήδη γνωρίζουν, και παραμένει δικαίωμα όλων μας.

Ένα αναντίρρητο δικαίωμα, όπως και ικανότητα μας, να αντιλαμβανόμαστε ως άνθρωποι αυτή τη γλώσσα, ακριβώς όπως ακούμε, βλέπουμε με τα μάτια, ή αγγίζουμε. Απλά, η μη προσοχή μας σε αυτήν, όπως και η διδαχή της κοινωνίας, είναι που την έχει στερήσει τόσο από εμάς, ώστε να τη θεωρούμε μακρινή, ή ακόμα και ανύπαρκτη. Μέχρι, κάποιος να «μας υποψιάσει», ώστε να την αναζητήσουμε. Που αλλού; Μέσα σε μας.

Και τότε ακριβώς, αναζητώντας την, είναι που όλοι μας λίγο πολύ θυμόμαστε κάποια περίπτωση που ενώ βλέπαμε πως ήταν αλλιώς, παρ’ όλα αυτά πράττοντας όπως μας υπέδειξε το μυαλό μας, ή για να φανούμε καλοί, ή για να μην μας παρεξηγήσουν οι άλλοι, εκ του αποτελέσματος, μετανιώσαμε που δεν ακούσαμε αυτό το κάτι που μας μίλησε… Αυτό όμως χρειάζεται να εκπαιδεύσουμε τον εαυτό μας να μάθει να ακούει. Αυτό.

Που δεν είναι άλλο από το Πνεύμα μέσα μας. Ναι, όσο κι αν ακούγεται βαρύ (για το μυαλό μας), το Πνεύμα, ούτε μακριά από εμάς είναι, ούτε κάπου έξω, που μπορούμε να το αναζητήσουμε. Είναι μέσα μας. Και αυτό που περιμένει, είναι να ακούσουμε τον ψίθυρο του, γιατί τη φωνή του, την έχουμε μόνοι μας σωπάσει, εξαιτίας της προσοχής μας στη σκέψη, τα συναισθήματα, και την υλική ζωή.

Η αποσαφήνιση αυτής της γλώσσας, γίνεται αυτόματα μέσα μας, όταν αναγνωρίζουμε, πως τα πάντα στην εξωτερική μας ζωή, είναι αποτελέσματα των κόσμων που κουβαλάμε εντός μας. Και αυτή η εξωτερική ζωή, ο κόσμος όπως τον ξέρουμε, δεν αποτελεί έναν ξέχωρο, ξεκομμένο κόσμο από τις άλλες διαστάσεις που υπάρχουν, και τις οποίες βέβαια δεν δυνάμεθα να γνωρίζουμε με την εξωτερική μας όραση.

Όμως παρατηρώντας επίσης, (πάλι εμάς), διαπιστώνουμε, πως με τη γλώσσα αυτή είναι που συνεννοούμαστε πάμπολλες φορές με τους ανθρώπους, όταν οι συνθήκες είναι τέτοιες που δεν μπορούμε να μιλήσουμε, ή όταν είναι τόσο βαθιά και γεμάτα όσα αισθανόμαστε, που δεν κατεβαίνει, ούτε μια λέξη για να βγει από τα χείλη μας…

Η εξωτερική γλώσσα, είναι φυσικά γλώσσα, την οποία δημιουργήσαμε, όταν υπέπεσαν οι αισθήσεις μας στη λογική και τον ορθολογισμό, και έπρεπε, να εκφράσουμε με κάποιον τρόπο τις αντιρρήσεις μας, ώστε να τις απαριθμήσουμε και στους άλλους. Στην γλώσσα του σύμπαντος όμως, δεν υπάρχουν διαφωνίες. Ποτέ. Αυτό που υπάρχει, είναι πληροφορίες. Επεξηγήσεις, χωρίς ερωτηματικά. Γιατί κάθε ερώτημα μας, απαντιέται από την ίδια τη γλώσσα μέσα μας.

Διότι τα πράγματα είναι αυτά που είναι, κι αν (εκτός από τη φύση), όλα όσα δημιούργησε ο άνθρωπος έφτασαν να είναι στα χάλια που είναι σήμερα, είναι γιατί η απομάκρυνση μας από τον εσωτερικό μας πυρήνα είναι τέτοια, που ένα τεράστιο χάσμα μας χωρίζει από αυτόν. Με τη διάλυση του χάσματος όμως, διαπιστώνουμε πραγματικά, πως τα πάντα ρέουν όπως ακριβώς πρέπει. Κι αυτό, βάση της φύσης τους. Εμείς, (σαν άνθρωποι) αρνούμενοι τη φύση τη δική μας, είναι που μπερδεύουμε τα πράγματα και παρανοούμε.

Άπειρα πράγματα μπορούν ακόμα να ειπωθούν, κι άλλα τόσα, βρίσκονται μέσα στον καθένα μας. Ας κοιτάξουμε εκεί κλείνοντας. Κι ας μείνουμε να δούμε…