ΑΠΛΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ

Όταν βλέπουμε, απλά βλέπουμε, αυτό που συμβαίνει, (χωρίς να το παρατηρούμε αλλά απλά να το βλέπουμε,) κάτι «γεννιέται» μέσα μας…
Είναι η Επίγνωση…

Διότι απλά βλέπουμε σημαίνει, πως «δεν συμμετέχουμε» σε αυτό που συμβαίνει. Δεν ταυτιζόμαστε δηλαδή μαζί του. Είμαστε αποστασιοποιημένοι.

Αλλά χωρίς να είμαστε παρατηρητές, (και είναι σημαντικό αυτό,) γιατί αν παρατηρούμε, (το κάθε τι) που συμβαίνει, (αν η προσοχή μας δηλαδή «πάρει θέση» με το να επικεντρωθεί σε αυτό που συμβαίνει για να το «καταλάβει»), τότε, εισβάλει ο νους, (επεμβαίνει), και προτάσσει αυτομάτως «γνώμες», «κρίσεις», «αναλύσεις, και «ψάχνει», που σημαίνει χάνεται… Άρα, ο νους, ποτέ δεν μπορεί να δει αντικειμενικά.

Η μη εμπλοκή του νου λοιπόν, είναι αυτή που μας οδηγεί στην Επίγνωση. Την Πραγματική Επίγνωση. Που δεν έχει να κάνει με πληροφορίες, αλλά με σύνδεση μας, απευθείας με Βίωμα. Τότε ζούμε Πραγματικά.

Διότι ότι κι αν συμβαίνει, (που εμείς «απλά το βλέπουμε»), δεν έχει να κάνει τελικά με το κάθε εξωτερικό γεγονός, άνθρωπο, κατάσταση, αλλά με το τι συμβαίνει «μέσα μας» εξαιτίας του, δηλαδή αυτό που λέμε: «τι μας κάνει» το κάθε τι. Το αντίκρισμα αυτού, απλώς «εμφανίζει», εκφάνσεις της δικής μας θέσης, κατάστασης, στάσης, στο κάθε τι. Αυτό βλέπουμε τελικά, μέσα από το οτιδήποτε. Δηλαδή, εμάς τους ίδιους.

Όταν μονάχα βλέπουμε, είμαστε αποστασιοποιημένοι λοιπόν, καί από το κάθε εξωτερικό γεγονός, κατάσταση, άνθρωπο, καί από το τι προκαλεί κάθε τι από αυτά σε εμάς, μέσα μας. Μας βλέπουμε…

Αποστασιοποιημένοι σημαίνει οπότε, μη ταυτισμένοι. Άρα, αντικειμενικοί. Καθαροί.
Σημαίνει, πως βρισκόμαστε σε μια συνειδησιακή θέση, πέραν, και πίσω, (αλλά μέσα σε όλα), από το κάθε τι.

Και «βιώνουμε» …Αυτό.
Αυτό δηλαδή, που Είναι.

Μη εντασσόμενοι σε τίποτα. Μη παραμυθιαζόμενοι από το οτιδήποτε. Και μη σαφώς κατακερματισμένοι ως οντότητες.

Αυτή, η βαθιά τοποθέτηση, δεν είναι στάση, άσκηση, νοητική κατασκευή, πρόγραμμα, εξήγηση κλπ. Εκτελείται, από την ίδια τη Συνείδηση, που αρχίζει να αναγνωρίζει τον Εαυτό της.

Και είναι, η βίωση της ζωής αντικειμενικά.
Η Βίωση ως Ζωή, Αυτού που Είμαστε.
Είναι, η Ελευθερία της Ύπαρξης, Πραγματοποιούμενη, στην κάθε μας στιγμή.
Είναι, η Πραγματική Ζώσα Ζωή του παρόντος πεδίου.
Δεν υπάρχει κάτι άλλο…

Μόνο το «εγώ» ψάχνει, αναλύει, αντιτίθεται, κάνει σχέδια, δημιουργεί κοσμοθεωρίες, και έχει ανάγκη το παρελθόν στο οποίο βασίζεται, κι ένα μέλλον για να ασχολείται, ώστε να διαιωνίζει την παρουσία του…

Ειδάλλως, τα πάντα συμβαίνουν μόνα τους, εντελώς φυσικά.



ΕΙΜΑΣΤΕ ΚΑΛΟΙ Ή ΚΑΚΟΙ; ΌΧΙ ΔΑ…

Έχουμε, (όλοι μας),
όλα τα καλά (;), κι όλα τα κακά (;)...

Αλλά βέβαια,
όλα τα «κακά» των καλών,
και όλα τα «καλά» των καλών,
όπως,
και όλα τα «κακά» των κακών,
και όλα τα «καλά» των κακών.

Αλλά,
δεν είμαστε τίποτα από αυτά…

Γιατί ποιος «έχει»;

Μόνο ένα «εγώ» μπορεί να «έχει»,
με την προσοχή του πάντα σε κάποιο «εσύ»…

Γιατί ο Εαυτός,
απλά Είναι…

Γιατί όταν έχω, δεν Είμαι.
Κι όταν Είμαι, δεν έχω…
Δεν υπάρχει «παζάρεμα» σ’ αυτό…

Απλά Είμαι

ΕΝΩΣΗ - ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Δεν είμαστε, ούτε μόνο σώμα, ούτε μόνο πνεύμα.
Δεν είμαστε, ούτε μόνο άνθρωποι, ούτε μόνο θεϊκά όντα.
Δεν είμαστε τίποτα, και είμαστε όλα αυτά μαζί, όσο ακόμα βρισκόμαστε εδώ, κι αυτό, ταυτόχρονα.

Ξεπερνώντας την «απόλυτη μας ταύτιση» (που ισχύει τώρα), μόνο με την υλική μας φύση, καθώς και την εμμονική ταυτοποίηση μας με έναν ανώτερο εσωτερικό εαυτό «που θα μας σώσει», (που και τα δύο αφορούν την αναγνώριση της πραγματικότητας μας με βάση τις πέντε αισθήσεις που με αυτές λειτουργούμε), μπορούμε να «συνδέσουμε», και να «συνθέσουμε» τον κατακερματισμένο μας εαυτό. Γιατί στο πρώτο είμαστε κολλημένοι στην ύλη και στο συναίσθημα, ενώ στο δεύτερο, με τα «μπούνια» στη νόηση. Όμως και αυτή είναι εμπόδιο, αν και «ανώτερη» (λέμε) από την πλήρη άγνοια…

Τελικά, ούτε μόνο κάτω, ούτε μόνο επάνω, αλλά, πέρα απ’ όλα… Τότε μόνο συνδέεται το μέσα με το έξω, το πάνω με το κάτω, το δεξιά με το αριστερά, ο άντρας με τη γυναίκα, η μέρα με τη νύχτα, το σκοτάδι με το φως.
Έξω παντελώς από τη δυτότητα, είμαστε Ακέραιοι!

Γιατί η Ελευθερία, βρίσκεται στη μη ταύτιση, στη μη κρίση, στη μη ταυτοποίηση, στη μη διαλογή, στη μη κατεύθυνση, στη μη οριοθέτηση…

Γιατί Αισθανόμαστε «Βαθιά», σημαίνει ζούμε Αληθινά. Και λειτουργούμε, πέρα από την οποιανδήποτε σκέψη, την οποία όμως εξακολουθούμε όχι πια να «παρατηρούμε», αλλά απλώς, …. να βλέπουμε…

Που βρισκόμαστε; Πίσω, από το ξεκίνημα του οτιδήποτε…
Γι’ αυτό και δεν επηρεαζόμαστε. Ζούμε ως θέση, στο μη εκφραζόμενο ποτέ, και ταυτόχρονα, εκφρασμένοι μέσα στο κάθε τι.

Αυτή είναι η Περιβόητη Ένωση…
Κι αυτή, η Πλήρης Ελευθερία!


«ΤΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑ»

Το ορυκτό Βασίλειο, είναι του άπειρου χρόνου, και το φυτικό, της αίσθησης...

Το Βασίλειο των ζώων, μια κλίμακα παραπάνω, είναι το Βασίλειο του πόνου ενώ των ανθρώπων, της ηθελημένης κόλασης...

Ακόμα πιο ψηλά, έχουμε το λεγόμενο Αγγελικό Βασίλειο, (με τεράστιες διαστρεβλώσεις ως προς την κατανόηση του όπως τα φτερά, που λέγεται πως έχουν τα όντα που το αποτελούν, τα οποία φτερά δεν είναι άλλο από την εκπομπή του Φωτός και της Αγάπης), που ενίοτε, περπατούν επάνω σε αυτή τη Γη...

Ακόμα πιο πέρα, άμορφες οντότητες, καθαρά Ενεργειακές και ακόμα ψηλότερα, «Ουσία», Ανώτερη της οποιασδήποτε ενέργειας, η οποία υπάρχει παντού..

Και πέραν, Αυτό, που είναι Όλα, και βρίσκεται καί μέσα στην Δημιουργία, καί έξω από αυτήν... Εδώ είναι η Μόνη Πραγματικότητα!

Με τα πάντα, να είναι Εδώ, Τώρα...
Έχουμε Δρόμο...

ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ – ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ

Λάθη μου, δεν είναι αυτά που βιώνω εξαιτίας των επιλογών μου, εκ του αποτελέσματος… Πραγματικά μου λάθη, είναι η κατηγοριοποίηση όλων όσων βιώνω, η εκλογίκευση τους, η  κάθε προσπάθεια να διαχωρίζω τα θετικά από τα αρνητικά, και να αγωνίζομαι να  κρατήσω τα θετικά, όπως, και η οριοθέτηση και τοποθέτηση τους…

Από τη μια να τρέμω πως κάτι ίσως να έχω παραλείψει, από μία άλλη μεριά να αναρωτιέμαι «που» έχω φτάσει,  (εσωτερικά, μια και χρόνια τώρα αγωνίζομαι…,) κι από μία τρίτη, να προσπαθώ απεγνωσμένα να πείσω τον εαυτό μου (και τους άλλους), πως «έχω φτάσει»…ήδη, …κάπου. (Προσπαθώντας να πειστώ η ίδια γι’ αυτό μέσα από τα μάτια, ή  τη «γνώμη» των γύρω μου). Αλλιώς, θα σημαίνει πως έχω αποτύχει, (μια και «επένδυσα» χρόνια και ενέργεια), λες και πρόκειται για διαγωνισμό….

Όταν όμως, παρ’ όλο που διεξάγονταν όλα τα παραπάνω, συνειδητοποίησα πως ενώ τη «Σιωπή» (που σε αυτήν βρίσκεται η Πραγματική Ζωή), την έχω γνωρίσει, (όπως και ο καθένας μας,) και παρ’ όλα αυτά την απέφευγα μόνιμα και συστηματικά, πάγωσα…

Θεωρούσα, πως το ότι έχω φτάσει κάπου, «αποδεικνύεται» πρώτον, από τη μετάδοση -  πληροφόρηση που παρέχω στους ανθρώπους (με τη συναναστροφή μου μαζί τους), για όλα   όσα έχω «συλλάβει» για το Δρόμο, με μία οπτική πιο πέρα από τη σύνηθες των περισσοτέρων ανθρώπων, που δύναται όμως να παρέχει ελευθερία, όπως και άπειρα άλλα «δώρα» που οι ίδιοι αγνοούν την ύπαρξη αυτών μέσα στον εαυτό τους, δεύτερον, από τον «πλούτο» των γραπτών μου, τρίτον, από την ευφράδεια της ομιλίας μου, και τέταρτον, από την  αβίαστη σύλληψη των κατανοήσεων που βίωνα (και βιώνω) για την Αλήθεια και την Πραγματικότητα. Αφού βέβαια γνώριζα πως όλα τα παραπάνω, ήταν  πρώτα για μένα την ίδια, και κατ’ επέκταση για όλους όσους (που τα μοιραζόμουν) ήταν σε θέση να τα αναγνωρίσουν μέσα τους, στον εαυτό τους, κι έτσι να τα βιώσουν και να τα ζουν, πορευμένοι με αυτά ως Οδηγό...

Και ενώ γνώρισα (και γνωρίζω), ένιωσα (και νιώθω) καταστάσεις διάφορες ακόμα βαθύτερες, παρατήρησα, πως δεν δυνάμεθα να έχω την παραμικρή ιδέα του πώς να τις διαχειριστώ. Εκ των υστέρων βέβαια, (επειδή «έψαχνα», και δεν μπορούσα πουθενά να καταλήξω ώστε αυτές τις «καταστάσεις» να τις «κατατάξω» κάπου «μόνιμα» σε κάποιο ράφι του μυαλού μου και να τις κάνω γνωστές ως «δεδομένα» για μένα πλέον), τις άφηνα ανενεργές (χωρίς να παραχωρώ τον χρόνο και την προσοχή μου δηλαδή σ’ αυτές). Για να τις «ξαναπιάνω» (όπως αποδείχθηκε) κάποια μεταγενέστερη στιγμή, «θυμούμενη» ότι υπάρχουν, σαν να πρέπει δηλαδή να τις βιώνω, μόνο για «να μη σκουριάσουν», ή απλά για να θυμάμαι την ύπαρξη τους…

Κι αυτό, γιατί Αισθανόμουν, (μια και έτσι νόμιζα), ότι δεν έχουν κάποια πρακτική εφαρμογή στη ζωή που ζούσα και μοιραζόμουν με το περιβάλλον μου στην καθημερινή εξωτερική μου ζωή, (και όπως είπαμε δεν είχα και ιδέα για το πώς να τις διαχειριστώ), εξού, και ένας ακόμα λόγος που τις αρνιόμουν τελικά…

Όταν εμφανίζονταν όμως και πάλι στην πορεία μου, (όπως ήδη ειπώθηκε, μια και ότι «αναπτύσσεται» εντός μας και είναι η ώρα του, ακόμα κι αν αγνοηθεί από εμάς, έρχεται και πάλι σε έναν μεταγενέστερο κύκλο ώστε να το δούμε, και να είναι το έναυσμα για να συνεχίσουμε ακόμα πιο πέρα από εκεί που σταματήσαμε), καταλάβαινα, πως δεν είχα κάποιον να τις μοιραστώ αυτές τις καταστάσεις, που θα μπορούσε να με καταλάβει, ώστε μιλώντας γι’ αυτές να τις εκλογικεύσω «με παρέα», (μια και έτσι «είχα μάθει να λειτουργώ»), και έτσι, τις ξεσκόνιζα μεν, αλλά και πάλι τις άφηνα για άλλη μια φορά πίσω….

Θεωρώντας όμως και ανακαλύπτοντας πως έχω την ικανότητα να γράφω, και να μιλάω για τα βιώματα της Εσωτερικής Πορείας βοηθώντας τους άλλους, (γιατί πράγματι διαισθητικά αισθανόμουν πως χρειάζονται βοήθεια σε αυτόν τον τομέα οι άνθρωποι που τους είναι άγνωστος άρα Ανύπαρκτος), και μια και (οι καταστάσεις μου) δεν ήταν «για πολύ κόσμο», (ένιωθα), πως δεν έχω λόγο ούτε να ασχολούμαι με αυτές, ούτε να τις καταγράφω, ούτε καν να αναφέρομαι σε αυτές. Να πάλι η μη πρακτική τους αναγκαιότητα για να υπάρχουν, ώστε να βρίσκω τον «λόγο» (την αιτιολόγηση) για να τους δίνω ζωή και ύπαρξη.

Κι αυτό γιατί νόμιζα, (τότε,) πως η βίωση της Νόησης είναι το ζητούμενο! Και πως η «Σιωπή», είναι μόνο όταν δεν υπάρχει λόγος λειτουργίας της Νόησης. Έλα όμως που η Νόηση σχεδόν πάντα είχε κάτι να πει για να βοηθήσει…. (Αυτό ήταν η μεγαλύτερη της δικαιολογία βέβαια, ώστε να παραμένει σε ύπαρξη).  Έτσι, γύριζα εκεί που νόμιζα πως πρέπει, δηλαδή στο να «ξοδεύω τον χρόνο μου», μόνο όπου θεωρούσα πως κάνω τη δουλειά  μου σωστά μέχρι τώρα, για την οποία «ήρθα εξάλλου και εδώ», (δηλαδή την προσφορά, με τον τρόπο που το είχα συνειδητοποιήσει τότε), μια και με τα πιο κατανοητά κείμενα οι άνθρωποι βοηθούνταν περισσότερο. (Θεωρούσα). Πόσο μεγάλη όμως παραπλάνηση για μένα… Αφήστε που η ίδια τελικά, δεν ζούσα μόνιμα «στο άλλο», (μια και «κατέβαζα» σχεδόν πάντα οτιδήποτε συνελάμβανα), οπότε πως θα μπορούσα να μεταδώσω το οτιδήποτε από ένα ανώτερο πεδίο από αυτό της Νόησης, πέραν κάποιων ελάχιστων δειγμάτων που «παράπεφταν»;;

Αυτός ο διαχωρισμός από το υλικό μου σώμα, και όλον τον υλικό κόσμο, πόσο τραγικός! Διότι αποκλείοντας το ανώτερο ως μη κατανοήσιμο από τους άλλους, ουσιαστικά το είχα αποκλείσει από εμένα την ίδια, μια και αντιπροσώπευα σε αυτή την περίπτωση τους άλλους που είχα ενσωματωθεί μαζί τους, αφού είχα οριοθετήσει τι καταλαβαίνουν και τι όχι. Καμία ελπίδα οπότε ενσωμάτωσης μέσα μου με οτιδήποτε ανώτερο…

Εξάλλου, όταν έλεγα πως νιώθω την ένωση παλαιότερα, το εννοούσα όσον αφορά ένα εσωτερικό επίπεδο. Αυτό, μακριά από τον υλικό κόσμο, και όχι συμπεριλαμβάνοντας τον. Ουσιαστικά, δεν είχα κάνει ένα πραγματικό «αγκάλιασμα». Όπως και δεν είχα διασπάσει πρώτα τους δικούς μου διαχωρισμούς για να τους εξετάσω βαθιά, (ενώ «νόμιζα» πως το είχα κάνει), κρατώντας όμως γερά, τον μεγαλύτερο διαχωρισμό που μπορεί να υπάρχει. Και δεν το είχα δει καν….

ΔΕΝ ΕΙΧΑ ΚΑΤΑΛΑΒΕΙ…
Ήμουν, και δεν το είχα καταλάβει. Έψαχνα. Ακόμα έψαχνα…
Ουσιαστικά, πάντα νοητικά. Βλέπετε την Νόηση την «έπαιζα» στα δάχτυλα και το’ χα και για καμάρι! Τόσο παίδεμα, τόση αγωνία…

Ακόμα και τώρα θυμάμαι την όλη μου «βασανιστική» ουσιαστικά προσπάθεια για το «χτίσιμο» ενός εγώ, που όμως βάφτιζα «Μεγάλο Εγώ». (Μα πάλι εγώ όμως ήταν. Άρα, ο μεγαλύτερος διαχωρισμός που θα μπορούσα να έχω). Αυτό όμως βέβαια ήταν και η φυλακή μου…. Ενώ είναι όλα τόσο μα τόσο απλά…. Γεύση Ελευθερίας η απλότητα της Αντίληψης, (που ωριμάζει σε Επίγνωση) που μέχρι τότε όμως, έπαιρνα μόνο σταγόνες της…. Αυτό φυσικά, μόνο κάθε φορά που χανόταν «εντελώς», η ύπαρξη, (και συντήρηση) του ΟΠΟΙΟΥΔΗΠΟΤΕ εγώ.

Γιατί η μοναδική λύση, είναι το να μην υπάρχει κράτημα για μας από πουθενά! (Καμία κολόνα όπως την ονόμαζα παλαιότερα). Από πουθενά. Διότι το οποιοδήποτε κράτημα, (ενώ νομίζουμε είναι η αξία μας), είναι ουσιαστικά η μόνη φυλακή μας, και το μεγαλύτερο μας εμπόδιο... Με ένα «εγώ» πάντα, να κρύβεται από πίσω της. Το εγώ είναι που θέλει καβάτζες!

Όταν ήρθαν όλα αυτά στο προσκήνιο, ως στιγμές εκλάμψεων, αφηρημένης, απροσδιόριστης επικέντρωσης … στο πουθενά, στο τίποτα, δεν λέω ότι με κατηγόρησα για το ότι όντως ίσχυαν. Όχι.

Η Αλήθεια όμως ήταν, ότι δεν ήξερα τι να νιώσω…. Το μόνο που αντιλαμβανόμουν ήταν  μια πρωτοαναγνωριζόμη ηρεμία μέσα μου, και κάτι σαν σταμάτημα από τα πάντα…. Ίσως (μου πέρασε αμυδρά τότε,) να μπορούσαν πλέον να μπουν στη «σωστή» τους θέση τα πράγματα. Με την έννοια του σωστού, όχι συγκρίνοντας το με το λάθος, αλλά με το να βρίσκονται στην Πραγματική, της Αληθινή τους θέση και Διάσταση. Αυτό όμως  επιτυγχάνεται τελικά, μονάχα όταν δεν διεξάγεται «καμία» υπόγεια υποθάλπουσα κατασκευή, ή προσπάθεια διατήρησης αυτής της κατασκευής που να μας ταυτοποιεί. Ίσως, έλεγα τότε… Δεν ήξερα…

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΔΕΝ ΗΞΕΡΑ ΤΙΠΟΤΑ ΠΙΑ. Είχα ένα τέτοιο ανακάτεμα… Ούτε καν τι μου ξημέρωνε η αυριανή μέρα δεν γνώριζα. (Όχι νοητικά όμως όπως το λέμε όλοι μας. Το ένιωθα κατάβαθα μέσα μου). Ούτε βέβαια γνώριζα και κανέναν τρόπο για να διαχειριστώ το οτιδήποτε. Ούτε καν, τα (υποτιθέμενα) αυτονόητα και γνωστά…. Ούτε καν το ποια είμαι…

Ένα ήξερα σίγουρα: Ότι δεν ήθελα να είμαι πια, τίποτα. Είχα βαρεθεί να είμαι… Να είμαι κάτι. Να είμαι κάποιος. Να είμαι το οτιδήποτε... Κάτι έγινε μέσα μου, που ενώ δεν αναγνώριζα τι ήταν, και χωρίς να έχω την παραμικρή πληροφορία για τι θα φέρει, με έκανε να γνωρίζω απόλυτα πως για πρώτη φορά, δεν «έδινα δεκάρα» για το τι μπορεί να φέρει... Είχα σιχαθεί πια τους φανερούς, κριμένους, αληθινούς, ψεύτικους, (δεν ξέρω) ορισμούς για τα πάντα….

Όπως και γνώριζα (διαισθητικά, και με όλο μου το Είναι) επίσης, «ΠΟΥ», (όχι θα βρω τελικά τα πάντα αλλά ΠΟΥ) μπορούσα να ζήσω τα πάντα! Ότι κι αν ήταν αυτό που θα ζούσα, κι ότι κι αν σήμαινε τελικά αυτό… Γιατί ήμουν σίγουρη, πως όταν θα ερχόταν να ζήσω το οτιδήποτε, απλά θα το ζούσα, όπως ακριβώς ζούσα αυτό που συνέβαινε ακριβώς τη συγκεκριμένη αυτή στιγμή: Το συγκλονισμό αποκαλύψεων, απόλυτα ταυτισμένο με μια φύση μέσα μου, καθαρά αναγνωρίσιμη ως Πραγματικό Εαυτό μου! Που ενώ το έβλεπα καθαρά, το αναγνώριζα, το βίωνα, γινόταν  χωρίς να το ψάχνω, ή να το ορίζω παραπέρα... Είχα βάλει παράμερα, (ή, ήρθε η στιγμή να μπουν παράμερα, και απλά ήμουν η ίδια δεκτική σε αυτό), όλα τα «άχρηστα» συσσωρευμένα παράσιτα της Νόησης μου! Άλλοτε καμάρι μου… Τώρα, άλλη κατάσταση πήρε τα ηνία. Ακόμα, και της ίδιας της νόησης.

Και λαχτάρησα μέσα μου με τα λόγια:
«Ζωή…. Αγκάλιασε με…»
Σαν, να μην τα έλεγα εγώ…
Ως, να μην τα έλεγα εγώ…
Ποιος «εγώ»;
Υπήρξε ποτέ ο «εγώ»;

Και έβαλα τα κλάματα. Χωρίς όμως να λυπάμαι για κάτι…
Και θυμάμαι, αναστέναξα βαθιά..

Δεν υπήρχε κάτι το οποίο έπρεπε τελικά να καταλάβω. Έπρεπε να καταλάβω τι; Γιατί ανθίζει το λουλούδι, ή γιατί η βροχή ξεδιψάει το χώμα με την ανάσα της; Έπρεπε να καταλάβω το πέταγμα του πουλιού, τη δροσιά του πρωινού, το ηλιοβασίλεμα;

Κι αναρωτήθηκα:
«Τι ψάχνουμε οι άνθρωποι»;
Τα αφανέρωτα, στα ως πάντα φανερωμένα.
Τα υποκρυπτόμενα, σε αυτά που ποτέ δεν κρύφτηκαν.
Την πολυπλοκότητα, στο απλό…

Και συνέχισα με την έκκληση μου:
«Ζωή, αγκάλιασε με. Ζήσε με! Χάθηκα μέσα σου. Χάθηκα μαζί σου. Όπου με πας, μαζί σου. Όπου θέλεις Εσύ… Όπου Είσαι Εσύ. Γιατί έτσι, είμαι μαζί σου. Είμαι Εσύ…».

Αναρωτήθηκα…, πως αν αναρωτιόμουν μέσα μου τι είμαι, γιατί υπάρχω, κι αν υπάρχω, δεν θα έπαιρνα καμία απολύτως απάντηση... Γιατί οι απαντήσεις, βρίσκονται πολύ πέρα από οτιδήποτε ο άνθρωπος θα μπορούσε ποτέ να συλλάβει… Γιατί τις απαντήσεις τις ζούμε. Δεν τις επεξεργαζόμαστε…

«Ζωή, η ζωή σου είναι η ανάσα μου». Είπα!

«Το πορφυρό σου χρώμα το χάδι σου για μένα, κι όλες οι ομορφιές σου είναι οι χαρές μου. Με αγκαλιάζεις και λιγώνω στον ίσκιο σου. Παρατεταμένη δίνη η ύψωση της σημαίας σου στους κόσμους. Σπαράζει κι ανασταίνεται ο κάθε δειλός όταν τον αγγίζεις. Και οι αλλαγές σου; Ηλιαχτίδες της δίνης σου. Παράμερα θα κοιτάζω γι’ άλλη μια φορά το Μεγαλείο σου. Παράμερα, και όλη η πλάση στο πέρασμα σου… Γιατί, δεν έχει καμία σημασία το κάθε διαχωριζόμενο φαινόμενο στο οποίο δίνω την προσοχή, και συνάμα την ενέργεια μου. Η «ουσία» είναι στα πάντα σου, που όλα είναι τέλεια και όμορφα. Που δεν υπάρχει ασχήμια  σου πουθενά».

Και συνέχισα:
«Ζωή, αγκάλιασε με! Και μη με αφήσεις ποτέ ξανά μόνη μου να αργοσβήνω πεθαίνοντας μακριά σου. Γιατί, θάνατο δεν γνωρίζεις πουθενά. Αλλάζεις μόνο μορφές και μεταμορφώνεις τη Χάρη σου. Διακοσμείς τους κόσμους με την ομορφιά σου. Κι εμείς; Απλοί επισκέπτες για να θαυμάζουμε τα υπέροχα σου θέλγητρα. Με το θάνατο, μια άλλη όψη σου να είναι τελικά…»

Γιατί ο διαχωρισμός, είναι ο μόνος υπαρκτός βιώσιμος θάνατος  για τον άνθρωπο. Ο μόνος, που του δίνει την αίσθηση ότι χάνεται… Γιατί διασκορπίζεται… Ξοδεύεται… Διαλύεται…

Το «Πέρασμα» λοιπόν, αφορά την Πλήρη, Ολοκληρωτική Μεταφορά μας (ως διεύρυνση Συνείδησης που περιλαμβάνει τα πάντα) σε κάτι άλλο…(παραμένοντες όμως παρ’ όλα αυτά στο σάρκινο γνωστό όχημα μας). Σε κάτι, που δεν έχει όνομα, ούτε και λεκτικά χαρακτηριστικά. Σε κάτι, που δεν είναι κάτι, αλλά που γράφεται ως τέτοιο για να πλησιαστεί, έστω και αμυδρά…

Ανεκδήλωτο, Κενό, Τίποτα, Πραγματικότητα, Πέραν, Θεός;

Εκφράσεις μόνο και ξερές λέξεις, αν δεν εισχωρήσουμε οι ίδιοι. Όχι στις λέξεις, μα σε αυτό που παραπέμπουν. Γιατί τελικά, αποτελούν τη «βάρκα» μονάχα, για απέναντι. Εμείς όμως, (ο καθένας μας), πρέπει να διασχίσουμε με τη βάρκα αυτή το «χώρο», (ως βιώματα, ανάβαση συνείδησης, προχώρημα, χρόνο), ώστε να δούμε με τα ίδια μας τα Πραγματικά μάτια τι συμβαίνει, τραβώντας βέβαια ταυτόχρονα κουπί…

Διότι η Πραγματικότητα, ούτε σε εστιάζει, ούτε σε αποκεντρώνει.
Ούτε Είσαι, ούτε δεν Είσαι.
Που δεν πρόκειται για ουσία, αλλά διακρίνεται ως ουσία Παρουσίας, στην ανουσιότητα των πάντων που τώρα, (στο εδώ πεδίο) ζούμε
Πρόκειται για το τίποτα της ολοκληρότητας, και την ολοκλήρωση του κενού.
Πρόκειται, (εν όσο ζούμε σε ένα φυσικό σώμα), για την προετοιμασία από εδώ, της μετάβασης, στην Πέραν κατάσταση… Θεϊκό…

Συμπέρασμα; Ακόμα και μόνοι να νιώσουμε κάποια στιγμή, (επειδή θα αισθανόμαστε πως γι’ αυτά που ζούμε και βιώνουμε, δεν υπάρχει πληροφόρηση πουθενά από έξω, μόνοι, θα  πρέπει να συνεχίσουμε από εκεί και πέρα, απόλυτα εμπιστευόμενοι, μόνο το Εσωτερικό.

Ξέρετε πόσοι άνθρωποι δεν προχωράνε, επειδή βασίζονται, σε κάτι λιγότερο από αυτό που Είναι, επειδή εμπιστεύονται κάτι έξω από αυτούς, (έναν δάσκαλο, ένα βιβλίο κλπ), που τους εξηγεί κατά γράμμα «τι βιώνουν», ενώ το μόνο που πρέπει να γίνει, είναι οι ίδιοι να «βουτήξουν», ολομόναχοι πια, στο Είναι τους;

Ο Δρόμος, είναι ξεκάθαρα Ατομικός. Κι ότι κάνουμε, για εμάς το κάνουμε. Και εμείς, είμαστε όλοι… Αν στην πορεία μας αυτή, κάποιοι, βοηθηθούν με το να αναγνωρίσουν το δικό τους Ατομικό Δρόμο με τις πράξεις της ζωής μας, έχει καλώς. Ειδάλλως, μη αναγνωρίζοντας κάτι εντός τους, δεν είναι σε θέση, ούτε εμάς να αναγνωρίσουν. (Στο  τι έχει γεννηθεί μέσα μας, και «ΠΟΥ» ζούμε)

Έτσι κι αλλιώς, μόνοι ήρθαμε, και μόνοι αποχωρούμε. Πάντα όμως ενωμένοι, (είτε είναι συνειδητοποιημένο είτε όχι), με τα πάντα.

Αυτό είναι η Ζωή εδώ, κι αυτό ήταν το ΠΕΡΑΣΜΑ!


ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΕΨΗ

Ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να προσεγγίσουμε πιο βαθιά τον Εαυτό μας, (από την επιφανειακότητα που χαρακτηρίζει το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων), ώστε να τον κατανοήσουμε, να ελευθερωθούμε από κάθε μας ταύτιση μέχρι τώρα, (που μας έκανε να πιστεύουμε «ποιος», ή τι «είμαστε»), καθώς και να συνειδητοποιήσουμε (πρώτα ότι είμαστε κατ’ αρχήν σκλαβωμένοι και κατόπιν) την έκταση της σκλαβιάς μας, είναι να πάψουμε να θεωρούμε δεδομένα, όλα τα χαρακτηριστικά αυτού που θεωρούμε ότι είμαστε. (Τα οποία νομίζουμε πως γνωρίζουμε, και μας «ταυτοποιούν» ελαφρά την καρδία).

Γιατί ρωτώντας τους περισσότερους ανθρώπους θα πουν: «Εγώ; Φυσικά γνωρίζω ποιος είμαι». Εννοώντας βέβαια με «τι» ασχολείται, (εργασία, ενδιαφέροντα, οικογενειακή κατάσταση), όπως, και από τι στοιχεία αποτελείται ο λεγόμενος χαρακτήρας του. Δεν μιλάμε όμως γι’ αυτά τα στοιχεία… Γιατί ακριβώς αυτά είναι που «νομίζουμε» ότι είμαστε, και ακριβώς αυτά αφορούν τη σκλαβιά μας. Μια σκλαβιά, που δεν συνειδητοποιούμε λοιπόν καν…

Η βάση για να ξεκινήσουμε λοιπόν, (ώστε να προσεγγίσουμε τον Εαυτό μας βαθύτερα όπως είπαμε), είναι το να μην γνωρίζουμε τι είμαστε. Να μην γνωρίζουμε, τίποτα για μας. Και έτσι, (από αυτή τη βάση), να αρχίσουμε μία Εσωτερική Αναζήτηση για να ψάξουμε να βρούμε. (Τι είμαστε). Δηλαδή, να διαπιστώσουμε οι ίδιοι. Και όχι εκ των αποτελεσμάτων της ζωής και των λειτουργιών μας, να πιστοποιούμε αυτό που είμαστε.

Στο φινάλε αν δεν βρούμε τίποτα, είμαστε τελικά αυτό που θεωρούσαμε πως είμαστε από την αρχή, και απλά χάσαμε λίγο χρόνο. Εξάλλου, άπειρες φορές στο παρελθόν, «χαραμίσαμε» το χρόνο μας σε άχρηστες ασχολίες. Άλλη μία. Αλλά τώρα τουλάχιστον το θετικό θα είναι, ότι «εμείς» οι ίδιοι «καταλήξαμε» σε συμπεράσματα, από μέσα. Και όχι με ότι «νομίζουμε». Εξάλλου, όσο θεωρούμε πως μας γνωρίζουμε, (έχοντας πιστέψει πως είμαστε μόνο αυτό που νομίζουμε) είναι προφανές, πως εμποδίζουμε (σαμποτάροντας) τον εαυτό μας από το να ψάξουμε, να ερευνήσουμε, και φυσικά να δούμε και να ζήσουμε οτιδήποτε άλλο.

Η φράση όμως «εμποδίζουμε τον εαυτό μας», είναι μία φράση την οποία, χρησιμοποιούμε βέβαια πάρα πολύ συχνά, οι περισσότεροι τουλάχιστον από εμάς… Όμως ποιος είμαστε εμείς, και ποιος είναι ο εαυτός μας; Φανερότατα σημαίνει πως αυτός που θα εμποδίσει τον εαυτό μας, (δηλαδή εμείς), δεν είναι ο εαυτός μας... Με λίγα λόγια, «Δεν Είμαστε ο Εαυτός μας!» Τόσο απλό. Ναι. Τόσο απλό, και τόσες χιλιάδες φορές το έχουμε πει, αλλά ποτέ δεν σταθήκαμε λίγο απλά: «Να παρατηρήσουμε, ΤΙ ΛΕΜΕ»! Είναι λοιπόν «ο Εαυτός μας», και είμαστε κι εμείς.

Το παραπάνω, το κάνουμε συνήθως, (λέγοντας «εμποδίσαμε τον Εαυτό μας από αυτό…..»,) όταν μας βγαίνουν διαφορετικές, μη συνηθισμένες «τάσεις» τις οποίες όμως αποκλείουμε να εκφραστούν, (ή τουλάχιστον να τις συνειδητοποιήσουμε) και έτσι να τις ζήσουμε, ώστε να «αφήσουμε» να μας δείξουν κάτι άλλο για μας, από αυτό που έχουμε «κλειδώσει» μέσα μας ότι είμαστε! Έτσι, τις πνίγουμε, ή τις αφήνουμε «στον πάγο»… Διότι είναι ανεπίτρεπτες όσον αφορά το «ίματζ» που έχουμε δημιουργήσει, το «πρέπει» που θεωρούμε, τη «θέση» την οποία κατέχουμε στο περιβάλλον και την κοινωνία, το ήθος, το λογικό, το σωστό κλπ. Με λίγα λόγια, οι «καταγραφές μας» τελικά είναι που δεν εγκρίνουν αυτές τις τάσεις, και όχι εμείς…

Αν θέλουμε λοιπόν να διερευνήσουμε, και να βρούμε απαντήσεις στο τι Είμαστε, ποιος Είμαστε, αν είμαστε σκλαβωμένοι, και πως μπορούμε να ελευθερωθούμε από αυτήν μας τη σκλαβιά, κάνουμε το εξής:
Απομονωνόμαστε, και με ηρεμία, καθόμαστε και «ρίχνουμε μια ματιά» στο τι γίνεται μέσα μας. Δηλαδή, κοιτάμε αν σκεφτόμαστε, τι ακριβώς σκεφτόμαστε, καθώς, και ποια είναι τα συναισθήματα που πλαισιώνουν το σκεπτικό μας. Και ΣΤΟΠ! Ως εδώ. Μένουμε σε αυτό! Δεν προχωράμε…

Να εξηγήσουμε τι σημαίνει προχωράμε κατ’ αρχήν, ώστε να κατανοήσουμε (ως συμπέρασμα), τι είναι το ότι δεν προχωράμε. Προχωράμε σημαίνει πως οι σκέψεις που συλλάβαμε, μας λένε κάτι. (Πάντα «εξηγούν» κάτι. Πληροφορούν). Μας δηλώνουν πως κάτι, είναι έτσι. Προχωράμε σημαίνει, το ότι «πιστεύουμε» τις σκέψεις αυτές που μας λένε «κάτι» (ότι είναι έτσι) ως Πραγματικές. Ως γεγονός. Κι έτσι, τις παίρνουμε ως δεδομένο για μας, και μαζί με τα αναδυόμενα συναισθήματα που προκύπτουν από αυτές, (που τις συνοδεύουν), δρούμε αμέσως, ή, τρέχουμε αμέσως να τις θέσουμε σε εφαρμογή, (να δράσουμε ανάλογα εξωτερικά) ή, αρχίζουμε να φανταζόμαστε, (κάνοντας σενάρια), το πώς να τις θέσουμε σε εφαρμογή σε μία ώρα, το απόγευμα, την άλλη εβδομάδα, σε κάποιο μελλοντικό χρόνο τέλος πάντων...

Όλο το παραπάνω φυσικά, αν οι σκέψεις της σύλληψης μας είναι ευχάριστες. Ειδάλλως, κάνουμε το ακριβώς αντίθετο: Δρούμε άμεσα, ή τρέχουμε να αποτρέψουμε (το δυσάρεστο σκεπτικό για να μη γίνει), ή κάνουμε ότι είναι δυνατόν να σιγουρέψουμε πως δεν θα γίνει, ή «σχεδιάζουμε» στο μυαλό μας τις ανάλογες πράξεις που θα κάνουμε γι’ αυτό σε μία ώρα, το απόγευμα, την ερχόμενη εβδομάδα, σε κάποιον μελλοντικό χρόνο τέλος πάντων, ή, αν είναι κάτι «πέρα από τις δυνάμεις μας», (θεωρούμε), πέφτουμε σε κατάθλιψη... Κι όλα αυτά, (είτε προς το θετικό, είτε προς το αρνητικό), εξαιτίας ενός καθαρά φανταστικού σεναρίου, που απλά μας «πλάσαρε» η σκέψη μας, γιατί είχαμε την τύχη (;), να «συλλάβουμε» (έλξουμε) απλώς, τις αντίστοιχες σκεπτομορφές από το περιβάλλον. (Προφανώς εξαιτίας κοινού «ίχνους» τους, που βρίσκεται μέσα μας…).

Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο λειτουργούν οι περισσότεροι άνθρωποι. Δηλαδή,  ακολουθούν τυφλά και στη κυριολεξία, ότι «τους κατέβει στο κεφάλι».

Σε αυτό που περιγράφουμε όμως εδώ τώρα, λέμε να βάλουμε μία παύση σε αυτά που σκεφτήκαμε, και να μην τα πάρουμε κατά γράμμα, ώστε να προχωρήσουμε στο να ασχοληθούμε με αυτά, αλλά να μείνουμε, να «δούμε». Μόνο να δούμε. Τι;

Να δούμε «ΠΩΣ σκεφτόμαστε». Τι συμβαίνει μέσα μας λοιπόν όταν σκεφτόμαστε. Δεν μας απασχολεί οπότε το περιεχόμενο των σκέψεων, γιατί ότι και να σκεφτόμαστε σε οποιαδήποτε φάση στη ζωή μας, πάντα γίνεται ακριβώς με αυτόν  τον τρόπο η όλη διαδικασία. Σκεφτόμαστε κάτι, και τρέχουμε… Εδώ, αυτό που μας απασχολεί, είναι «να δούμε ΤΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ». Γι’ αυτό ακριβώς δεν έχει σημασία το περιεχόμενο της οποιασδήποτε σκέψης. Γιατί άλλο μας ενδιαφέρει, σαφώς ουσιαστικότερο από το περιεχόμενο.

Κοιτάμε οπότε όπως είπαμε τις σκέψεις μας να ξετυλίγονται. Κοιτάμε επίσης και βλέπουμε και τα συναισθήματα που βγαίνουν από αυτές τις σκέψεις. Δεν κάνουμε τίποτε άλλο. Κοιτάμε.  (Το λέμε ξανά, και ξανά, και ξανά, μέχρι να ειπωθεί καλά μέσα μας αυτό. Είναι πολύ βασικό!)

Ακριβώς σε αυτή τη φάση, είναι δυνατόν να παρατηρήσουμε, (να βιώσουμε), πως κατά την διάρκεια όλης αυτής της διαδικασίας (της παρατήρησης) επέρχεται, μία δυσδιάκριτη (στην αρχή), «μετακίνηση» (μετατόπιση) μέσα μας. Σαν, να έχουμε πάει κάπως, …..σε άλλη θέση μέσα μας. Η θέση αυτή, είναι …… σαν «βύθιση». (Που κάποιοι από εμάς «ίσως», και να τους δίνεται η ευκαιρία να αισθανθούν για πρώτη φορά).

Και…, εξακολουθούμε να παρατηρούμε. Βλέπουμε λοιπόν (ως συνέχεια), και τι σκέψεις «εμφανίζονται», ακριβώς εξαιτίας της παρατήρησης που διεξάγουμε. Αλλά και αυτές ακόμα, παραμένουμε μόνο στο να τις βλέπουμε. (Χωρίς να τις ακολουθούμε, -ταυτιζόμενοι μαζί τους- στο να φτάνουμε να βγάζουμε  συμπεράσματα). Τις βλέπουμε, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που κοιτάζαμε τις πρώτες που μας απασχόλησαν αρχικά. Και αναγνωρίζουμε εδώ, («νιώθουμε»), μία «απόσταση» από αυτές τις σκέψεις. Ένας ξεχωρισμός έχει επέλθει ανάμεσα σε «εμάς», και στις «σκέψεις» που «εμφανίζονται» μέσα σε μας.

Αυτό, μας κάνει να αντιλαμβανόμαστε, (εξαιτίας αυτής της αμυδρής αρχικά απόστασης όπως επισημάνθηκε), μία αποστασιοποίηση από αυτές τις σκέψεις. Αυτό λοιπόν που Είμαστε, ναι, υπάρχει, πίσω από τις σκέψεις, και γι’ αυτό ακριβώς και ΜΠΟΡΕΙ να τις ΒΛΕΠΕΙ.

Αν αυτό, καταφέρουμε και το κάνουμε (ακόμα και συνέχεια) στα πάντα, θα διαπιστώσουμε πως «οι σκέψεις» ήταν αυτές που αποφάσιζαν σε όλη την μέχρι τώρα ζωή μας για τα πάντα, και όχι εμείς… Και φυσικά, ούτε αυτό που νομίζαμε ότι  είμαστε αποφάσισε ποτέ για μας, και σίγουρα, ούτε αυτό που Πραγματικά Είμαστε…

Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως βλέπουμε τι γίνεται μέσα μας με τις σκέψεις και τα συναισθήματα (που μας κάνουν μόνιμα να τρέχουμε, ώστε να συμμετέχει και το σώμα μας στην όλη αυτή διαδικασία), αρχίζουμε να «βλέπουμε», και τι γίνεται μετά και στο περιβάλλον μας.

Κοιτάμε πχ τι μας λένε οι άλλοι, και πριν απαντήσουμε ή φτάσουμε να συμμετέχουμε ως προς αυτό που ειπώθηκε, βλέπουμε πρώτα, τι βγαίνει μέσα μας. Και αυτό που βγαίνει, αναγνωρίζουμε πως είναι «μία γνώμη». Μία εκδοχή σε μία εξωτερική κλήση, η οποία άγγιξε κάτι εντός μας, και εμφάνισε τη σύλληψη της συγκεκριμένης σκέψης ως ανταπόκριση. (Ως αντίδραση, σε μια δράση). Δεν είναι όμως αλήθεια.

Κοιτάμε λοιπόν, όχι μόνο τι γίνεται μέσα μας, με τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας, αλλά και τι γίνεται και έξω από εμάς. Που τελικά, δεν είναι έξω. Κι αυτά, (που διεξάγονται έξω), πάλι μέσα μας είναι… Δηλαδή, όλο το εξωτερικό περιβάλλον, μέσα μας το έχουμε μεταφέρει… Μέσα, ως μέσα, αυτό που είμαστε, δεν υπήρξε για μας ως τώρα… Μια και αυτό που ονομάζουμε μέσα, είναι απλά το «καθρέφτισμα» του έξω, μεταφερόμενο μέσα μας… Και όλος όμως ο υπόλοιπος κόσμος τελικά, λειτουργεί μόνο έξω. Δεν είμαστε οι μόνοι… Όλος ο Πλανήτης, αφού λειτουργεί ανταποκρινόμενος στο επίπεδο της Σκέψης, είναι έξω του… Όλος…

Λέγεται, (και σε ένα ανώτερο επίπεδο έτσι και είναι), τα πάντα σε αυτόν τον κόσμο, (όχι μόνο τα συμβάντα, αλλά και η ίδια η «ύλη»), είναι προϊόν της Σκέψης. (Έχει ήδη αποδειχθεί και από την Κβαντική Φυσική). Αυτό σημαίνει, πως ο Κόσμος που ζούμε, δεν είναι αυτό που Είμαστε. Είναι ένα σκηνικό Σκέψης… Ένα σκηνικό (νοητικό) σκέψης, που το πιστέψαμε ως αληθινό…

Το να δούμε Πραγματικά (μέσα μας), από τη Θέση που Πραγματικά Είμαστε, (ως αυτό που Είμαστε) αυτόν τον κόσμο, είναι οπότε ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε να αντιληφθούμε στο «πετσί μας» το ψέμα και την πλάνη στην οποία οι άνθρωποι, (κι εμείς μαζί), έχουν πέσει σε μία Ζωή γεμάτη αυταπάτες...

Γιατί αυτό (που όλοι μας Είμαστε), δεν έχει καμία σχέση με τον υλικό κόσμο και τις μορφές. Είναι, Αυτό, που τα έχει μέσα Του. Όλοι μας τα πάντα, τα έχουμε μέσα μας! Και εκτός του ότι όλα τα έχουμε μέσα μας, Είμαστε, και πέραν όλων όσων γνωρίζουμε, ή θα μπορούσαμε ποτέ να γνωρίσουμε. Κι αυτό γιατί καλύπτουμε, ένα τεράστιο φάσμα Ύπαρξης, πολύ πιο μακρινό, από τον «χτιστό» γνωστό κόσμο μας…

Προσεγγίζοντας τη θέση πέραν της Σκέψης λοιπόν, (μόνο έτσι) μπορούμε πραγματικά να καταλάβουμε και να νιώσουμε, τι είναι ο Κόσμος μας: «Ένα θαύμα της Φύσης». Της Φύσης όμως. Δεν μιλάμε για τα δημιουργήματα που με την σκέψη του έχει φτιάξει ο άνθρωπος. Γιατί αυτά ακριβώς τα δημιουργήματα, είναι που «προκαλούν» ΠΟΝΟ στη Φύση και τα πλάσματα της. (Που μέσα σε αυτά είναι και ο ίδιος ο άνθρωπος).

Διότι τα «δημιουργήματα» της Ανθρώπινης Σκέψης είναι που καθορίζουν ΠΩΣ να ζούμε. (Εκπαίδευση, Χειραγώγηση, Εισχώρηση στο Μαντρί, με Συγκεκριμένα  Πιστεύω, Επιτακτικά Πρέπει, Κανόνες κατά το Δοκούν, Επιτρεπτά για τη γενική ευημερία και μη, Πλασματική Ηθική, Διαστρεβλωμένη Δικαιοσύνη, Εγκληματική Ανισότητα, Νόμους, Θρησκείες κλπ).

Γι’ αυτούς ακριβώς τους λόγους, ΠΡΕΠΕΙ (επιτακτικής ανάγκης πρέπει για την Απελευθέρωση μας), να «μάθουμε» να βλέπουμε ΤΑ ΠΑΝΤΑ, (έξω, και μέσα σε μας), κατά τον ίδιο τρόπο. Βλέποντας μόνο. Βλέποντας, και κατανοώντας, όλη την ψεύτικη ταυτοποίηση όλων μας. Βλέποντας την, Είμαστε …. Έξω…, από όλο αυτό… Έξω από τη Σκέψη…

Και μένουμε εκεί. Ζούμε εκεί. (Εδώ). Και βλέπουμε οπότε, από εκεί. (Το εκεί, που πάλι εδώ είναι, μια και το περιλαμβάνει). Έχουμε αφήσει το «εγώ» (κατανοώντας όλους μας τους περιορισμούς), να διαλύεται στον Εαυτό. Και ως Εαυτός, Δρούμε Πλέον, Ελεύθεροι…

Γιατί κάθε φορά που ακούμε κάτι, ενεργοποιούνται σκέψεις και συναισθήματα μέσα μας, και αυτά συμμετέχουν στην κάθε μας επαφή (αντί για μας), κι έτσι γίνεται και με τον κάθε άλλον. (Που πάλι εμείς είμαστε…). Όμως τελικά, «δεν έχουμε συναντηθεί» με κανέναν άλλον, ούτε φυσικά και με τον Εαυτό μας (που είναι ακριβώς το ίδιο πράγμα). Μπορεί να έχουν συναντηθεί «οι γνώμες μας»…, όχι όμως Εμείς. Και ουσιαστικά, με κάθε άνθρωπο που έχουμε ειδωθεί, όπως και ότι έχουμε συναντήσει στη ζωή μας, «δεν συμμετείχαμε» Εμείς. Συμμετείχε μόνο αυτό που είχε δημιουργηθεί «ως εικόνα» στο μυαλό μας…

Γιατί αυτό που είμαστε μόνο μπορεί να «βλέπει» Αληθινά. Βλέπει, πως δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, προβληματισμοί, θέματα για επίλυση. Και δεν υπάρχει φυσικά και κανένας διαχωρισμός μεταξύ μας. Όλα μα όλα, τα κάνει το μυαλό μας όταν το ακολουθούμε με ότι κι αν μας πει.

Όμως θα ρωτήσει κάποιος: Πως θα λειτουργούμε στον κόσμο, αν δεν σκεφτόμαστε; Πως θα κινούμαστε;

Η απάντηση είναι: «Με τον πιο απλό τρόπο! Ως, η Φύση μας! Που πάντα είναι αλάνθαστη». Όμως αυτή δεν έχει περιορισμούς, ανησυχίες, φοβίες. Εμπιστοσύνη, χαρακτηρίζεται όλη αυτή η στάση από τη «μεριά» του εγώ. Ισορροπία και Αληθινή Ζωή, από την (Εσωτερική Θέση) του Εαυτού.

Λειτουργούμε αυθόρμητα οπότε, βλέποντας ανά πάσα στιγμή τι κάνουμε, και ΠΟΥ είμαστε. Γιατί τότε (όταν βλέπουμε τις σκέψεις μας και τα συναισθήματα μας), Εμείς, ως αυτό που Πραγματικά Είμαστε, είναι που μπορούμε να επιλέγουμε τι θα ακολουθούμε και τι όχι. Γιατί μη πιστεύοντας ΚΑΜΙΑ απολύτως σκέψη, και επαναστατώντας σε όλες (τις σκέψεις), και σε όλα τα δεδομένα, φαίνεται απόλυτα καθαρά, πόσα άχρηστα πράγματα έχουμε τελικά στο κεφάλι μας, στη ζωή μας, στον Εαυτό μας... Ακολουθούμε λοιπόν ΜΟΝΟ, τις σκέψεις που έχουν να κάνουν με πρακτικά ζητήματα στη ζωή μας όπως:
Πώς να πάμε στο σπίτι μας και που είναι.
Πώς να λειτουργούμε μηχανήματα και συσκευές.
Πώς να πλύνουμε, να μαγειρέψουμε, να οδηγούμε οχήματα.
Πώς να κάνουμε μαθηματικές πράξεις.
Πως με λίγα λόγια, στα πρακτικά ζητήματα της ζωής μπορούμε να αντεπεξέλθουμε, στις του σώματος ανάγκες μας, καθαρά για την ομαλή πορεία μας εδώ. (Ως Ένοικοι  ενός υλικού φορέα).

Δεν έχει καμία δουλειά η σκέψη στις αποφάσεις μας, στο πώς να φερόμαστε στο περιβάλλον μας, στους ανθρώπους, στη φύση, και στα άλλα ζώντα πλάσματα, ούτε φυσικά στο με τι όρους να Αγαπάμε.

Κοιτάμε οπότε τις σκέψεις μας και τα συναισθήματα μας, (αυτά για να δούμε πως οι ανάλογες σκέψεις φέρνουν και τα ανάλογα συναισθήματα), ακριβώς για να συνειδητοποιούμε πόσο άχρηστες είναι, (ως επιλογές), και να πάψουμε να τις ακολουθούμε επιτέλους.

Γιατί κοιτάζοντας τις σκέψεις, (όπως ειπώθηκε), είμαστε «κάπου», (ως εσωτερική θέση λόγω δόνησης, αλλά χωρίς να σημαίνει πως βρισκόμαστε σε κάποιο συγκεκριμένο μέρος), που από αυτήν βλέπουμε. Και βλέπουμε τα πάντα. Χωρίς να κρίνουμε, να κατατάσσουμε, να ερμηνεύουμε, να τακτοποιούμε, να κουκουλώνουμε, να επιδιώκουμε, να κάνουμε σενάρια, να κάνουμε το οτιδήποτε. Δεν μας χρειάζεται.

Μόνο Ζούμε… Όμως με «Ζήτα» κεφαλαίο!

Γιατί ακριβώς διαπιστώνουμε πόσο άπειρη ανησυχία, ανασφάλεια και βάσανα γλυτώνουμε. Κατ’ αρχήν, παύουμε να βασιζόμαστε στον οποιονδήποτε, συνειδητοποιώντας πως το κάναμε στο παρελθόν, μόνο και μόνο επειδή είχαμε κάποιο όφελος πάντα. (Συναισθηματικό, Υλικό, του Φαίνεσται…). Άρα, κοιτώντας όλα αυτά, είμαστε Ελεύθεροι, ακριβώς από όλα αυτά. Δεν βασιζόμαστε σε τίποτα που να έχει να κάνει με το οτιδήποτε έξω από τον Εαυτό μας. (Δηλαδή στον απατηλό κόσμο της Σκέψης).

Και το κυριότερο (που δεν ειπώθηκε), είναι πως λειτουργούμε στη στιγμή. Εκείνη την ώρα. «Στη βράση κολλάει το σίδερο» λέγανε οι παλιοί. Και όχι οργανώνοντας σχέδια δράσης. Πόση απώλεια Ενέργειας... Πόσο χάσιμο χρόνου... Πόση ταλαιπωρία… Όλα αυτά τα γλιτώνουμε. ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! Τι Ελευθερία…

Αφήνουμε, να γνωρίζει η ζωή για μας. Και έτσι, Είμαστε η Ζωή. Χωρίς να γνωρίζουμε το οτιδήποτε από πριν. Τίποτα. Γνωρίζουμε μόνο, ΠΟΥ ΕΙΜΑΣΤΕ. Μέσα μας. Δεν αναλωνόμαστε σε περιουσίες, τίτλους, Εξωτερική ομορφιά, Επιτεύγματα, τα οποία μας «βγαίνει το λάδι» να τρέχουμε όλη μας τη ζωή να κυνηγάμε.

Κι αυτό, γιατί στη θέση του να μπορούμε να βλέπουμε τις σκέψεις και τα συναισθήματα μας, δεν υπάρχει, (διαπιστώνουμε), κάποιος που ΠΡΕΠΕΙ να είμαστε. Ή κάτι που είμαστε. Είμαστε απλά, η Φύση μας… Χωρίς ταμπέλες και προσδιορισμούς.

Και φυσικά δεν δίνουμε χαρακτηριστικά, γιατί δεν μπορούμε στη φάση αυτή με τον τρόπο που νιώθουμε, να προσδώσουμε σε εμάς την οποιαδήποτε ικανότητα (ή ανικανότητα) η οποία θα μπορούσε να δηλώνει απόλυτα αυτό που θα ήταν ικανό να μας περιγράψει με σαφήνεια. Είμαστε, …..ο Κανένας. Και τίποτα δεν έχει σημασία. Και δεν γνωρίζουμε και τίποτα… Σημασία, έχει μόνο η Ταύτιση με τη Φύση μας. Πόση Ομορφιά. Πόσο Μεγαλείο. Και πόση Ελευθερία Θεέ μου…

Ελευθερία, την οποία δεν μας παρέχει κάποιος, ώστε να υπάρχει ποτέ περίπτωση να κόψει αυτή την παροχή. Ελευθερία, από την εξάλειψη των δικών μας περιορισμών. Των δικών μας δεσμεύσεων. Των δικών μας δεδομένων…

Γιατί το μόνο σίγουρο είναι η αλλαγή. Και το μόνο που μένει, (Αναλλοίωτο) με το πέρασμα του χρόνου, (με ότι κι αν έρχεται, ακόμα και τα πάντα να καταρρεύσουν γύρω μας), είναι ο Θησαυρός μέσα μας.

Γιατί με την προσωρινότητα των πάντων εδώ, δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση, ότι σχέδια κι αν έχουμε, ότι προσπάθειες κι αν καταβάλουμε να βρούμε τη λεγόμενη  ευτυχία, την οποία να μπορούμε να κρατήσουμε εμείς, ή να παραμείνει από μόνη της ως έχει… Λάμψεις, ευχάριστες είναι η ζωή μας. Αλλά όταν Είμαστε ο Εαυτός μας, τότε φαίνονται καθαρά όπως ακριβώς είναι αυτές οι λάμψεις: Πυροτεχνήματα, στον Ουρανό του Εαυτού μας που χάνονται, με Εμάς μόνο να παραμένουμε.

Οτιδήποτε λοιπόν εισέρχεται στην Αντίληψη μας, ΠΡΙΝ μπει η οποιαδήποτε σκέψη και λειτουργήσει αντί για μας, ας δούμε, αν Είμαστε παρόντες Εμείς, ή, οι ιδέες μας…

Αν μπει η Σκέψη, ας δούμε, τι σκεφτόμαστε, τι νιώθουμε…
Μόνο να δούμε.
Κι ας μείνουμε, σε αυτό που Βλέπει…

Εμείς, Είμαστε Αυτό που Βλέπει…



ΥΠΝΟΣ. Ο ΠΡΟΑΓΓΕΛΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΕΙΔΗΤΗΣ ΠΟΡΕΙΑΣ ΜΑΣ…

Λόγω των υποχρεώσεων που «μας αναγκάζουν» να κάνουμε πράγματα που σε άλλη περίπτωση δεν θα κάναμε ποτέ, της οικονομικής κρίσης που μας στερεί θεωρούμε, το να έχουμε καλύτερη ζωή, του άγχους να προλάβουμε τους χρόνους, του τρεξίματος λόγω της αστικής ζωής στην οποία ζούμε, των χρεών που έχουμε δημιουργήσει απέναντι σε ανθρώπους, σε καταστάσεις και χρήμα, των απαιτήσεων που έχουμε από τον εαυτό μας, των απαιτήσεων που οι άλλοι έχουν από εμάς, όπως και των απαιτήσεων που η «κοινωνία» μας φορτώνει, ο ύπνος μας τη νύχτα, δεν έρχεται.

Σκέψεις, σκέψεις σκέψεις... Ακόμα και όταν θέλουμε να σωπάσει ο νους, έρχονται μαζεμένα μπρος μας, όλα τα θέματα τα χαρακτηριζόμενα από εμάς ως προβλήματα. Κι όταν τελειώνουν μια φορά, δεν σταματά εκεί το βάσανο μας, κι αυτό, γιατί αρχίζουν ξανά και ξανά, να επαναλαμβάνονται από την αρχή…

Δύο είναι οι τρόποι για να καταφέρνουμε να μας παίρνει ο ύπνος. Τρόποι, που στην ουσία μας βάζουν «να εργαστούμε», (ίσως ακόμη και για πρώτη φορά στη ζωή μας), με τον εαυτό μας.

1. Ο πρώτος, παρ’ όλα τα ζητήματα που έχουμε «στο κεφάλι μας», είναι να δώσουμε έμφαση σε ένα σενάριο. Να αρχίσουμε δηλαδή, να βλέπουμε να παίζει «μία ταινία μπροστά μας». Ταινία, η οποία είναι είτε σχετική με τα προβλήματα μας, είτε παντελώς άσχετη. Δηλαδή, είτε το σενάριο που βλέπουμε να περιέχει ακριβώς το πώς λύνονται όλα μας τα ζητήματα και νιώθουμε καλά, είτε, να βλέπουμε κάτι εντελώς άσχετο. Ένα ταξίδι, φίλους, επανασύνδεση έρωτα, συντροφιά με αγαπημένα πρόσωπα κλπ, δηλαδή πράγματα, που θα μας έκαναν να αισθανόμαστε καλά που όμως τώρα, δεν μας ικανοποιούν, λόγω της προσοχής μας στα προβλήματα… Αν αυτή μας η επικέντρωση πετύχει πιστέψτε με, αγνοούμε εντελώς, ότι κι αν είναι αυτό που μας απασχολεί, στην κατά τα άλλα αληθινή ζωή μας. Αποτέλεσμα; Την έλευση ενός ύπνου ήρεμου, γαλήνιου, και βαθιάς ουσιαστικής ξεκούρασης.

Το παραπάνω, δεν είναι άλλο από τον λεγόμενο οραματισμό! Έναν οραματισμό όμως, τον οποίο ζούμε πραγματικά, ως να συμβαίνει. Με τις αισθήσεις του, τα συναισθήματα του, τις μυρωδιές του, τα ακούσματα… Χωρίς βέβαια να ξεχνάμε, πως «το σενάριο», εμείς το κατευθύνουμε, και πάντα προς κάτι που μας ικανοποιεί. Πάντα!

Από ένα σημείο και μετά, (αν εξασκηθούμε για καιρό) θα δούμε, πως ο οραματισμός μας, αρχίζει να «φτιάνει», ή μάλλον «να συνεχίζει» μόνος του το ευχάριστο σενάριο το οποίο ξεκινήσαμε, και να βλέπουμε ουσιαστικά εκδοχές μιας ζωής, που δεν επιτρέπαμε, ούτε καν να ονειρευτούμε, λόγω του ότι τις είχαμε αποκλείσει ως αδύνατες, εξαιτίας της αποκλειστικής προσοχής μας (όπως ήδη είπαμε), στα υπάρχοντα εξωτερικά προβλήματα.

Τι πετυχαίνουμε οπότε με τον οραματισμό; Κατ’ αρχήν, παίρνουμε την κατάσταση του εαυτού μας εμείς, για το πώς να νιώθουμε. Δηλαδή, εκπαιδεύουμε τον εαυτό μας, να «ελέγχει» απόλυτα και τα συναισθήματα, και τις σκέψεις.

Διότι στην ουσία, δεν έχει σημασία τι προβλήματα έχουμε. Αυτό, ίσως δεν αλλάξει. Αυτό όμως που μπορεί να αλλάξει, είναι «ο τρόπος που τα βλέπουμε» και άρα, «ο τρόπος που εν τέλει τα αντιμετωπίζουμε». Ακόμα πιο βαθιά; Αποφασίζουμε ουσιαστικά, «το βαθμό» κατά τον οποίο θα μας επηρεάσουν.

Άρα με το παραπάνω, δεν πετυχαίνουμε μόνο έναν υπέροχο ύπνο, αλλά όλο αυτό, έχει και αντίκτυπο, ακόμα και στον τρόπο ζωής μας, κατά τη διάρκεια, όλης της επόμενης ημέρας που θα επακολουθήσει.

Ακόμα πιο πέρα; Όταν με το καλό γίνει συνήθεια ένας τέτοιου είδους οραματισμός, «ως δια μαγείας», ακόμα και τα προβλήματα που είχαμε, αρχίζουν να διευθετούνται, «από το πουθενά». Αλλά αυτό το πουθενά τελικά, δεν είναι τίποτε άλλο, από «την εργασία» την οποία έχουμε κάνει, κατά τη διάρκεια της νύχτας…

2. Ο δεύτερος τρόπος για να μπορέσουμε να απολαύσουμε στην κυριολεξία τον ύπνο μας, είναι και πάλι εργασία με τον εαυτό μας, αλλά αυτή τη φορά, έχει να κάνει με «μάθημα», ανώτερης τάξης…

Όταν λοιπόν ξαπλώνουμε στο κρεβάτι μας, (ανάσκελα), χαλαρώνουμε, διεξάγοντας βαθιές αναπνοές (πνεύμονες, στήθος, κοιλιά) παρατηρώντας τες. Μόνο αυτό. Παρατηρούμε την αναπνοή μας.

Αν η παρατήρηση γίνει ουσιαστικά, καμία σκέψη δεν καταφέρνει να περνά από το μυαλό μας. Συνήθως, αν γίνει η άσκηση κανονικά, μας παίρνει ο ύπνος, χωρίς να έχουμε πάρει χαμπάρι το πότε…

Αν όχι, κάποια στιγμή, παύουμε να παρατηρούμε την αναπνοή, και εν μέσω χαλάρωσης, σταθεροποιούμε την προσοχή μας, στο σκοτάδι που βρίσκεται μπρος μας. (Φυσικά έχοντας κλειστά τα μάτια μας).

Και…, μόνο παρατηρούμε. Μόνο. Δίχως, τίποτα μα τίποτα άλλο. Μπορεί να εμφανιστούν όνειρα, εικόνες, σενάρια κλπ. Το μυστικό, είναι να τα παρατηρούμε όλα, από έξω. Χωρίς, να ταυτίζουμε τον εαυτό μας με τίποτα, απ’ ότι κι αν εμφανιστεί. Σιγά σιγά, η αίσθηση του σώματος μας χάνεται, και αργά, βυθιζόμαστε, στην καρδιά μιας ελευθερίας, που παρόμοια της, δεν έχουμε δει ποτέ… Εδώ ακριβώς, ένας γλυκός ύπνος πλέον είναι γεγονός.

Σαφώς και ο δεύτερος τρόπος αλλάζει και αυτός την καθημερινή μας ζωή από την επόμενη κι όλας μέρα. Όμως, (γι’ αυτό και είπα είναι ανώτερης τάξης διαδικασία), χρειάζεται να έχουμε προχωρήσει στην αυτογνωσία, ώστε να είμαστε σε θέση να αποκωδικοποιούμε, όλα όσα εμφανίζονται για εμάς μπροστά μας, στα συμβάντα της ζωής που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε.

Η εργασία μας, δεν περιορίζεται λοιπόν στη μέρα. Ούτε αν ασχολούμαστε με την Αυτογνωσία 2 φορές την εβδομάδα, ή απλά διαβάζουμε κάθε τόσο ένα βιβλίο ανάλογο.

Η πορεία μας, είναι ολιστική. Καλύπτει, κάθε κομμάτι της μέρας μας. Ακόμα και αυτό της νύχτας. Τη νύχτα η εργασία, εμφανίζεται τη μέρα. Της μέρας η εργασία, μας βοηθά να πάμε βαθύτερα το βράδυ…

Πάντως, καλό είναι να αρχίσουμε, (ακόμα και αυτοί που δεν έχουν σχέση με τα του Εσωτερισμού), να εργαζόμαστε χαλαρά, και να προσπαθούμε, να φέρνουμε τον εαυτό μας όσο γίνεται πιο κοντά, σε ισορροπημένες και ήρεμες καταστάσεις. Όλα τα άλλα, έρχονται μόνα τους, την κατάλληλη στιγμή. Αρκεί, να χτυπήσουμε την πόρτα…


ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΤΡΟΦΗ

Το θέμα, δεν είναι το αν, ή το πώς να «ικανοποιούμε» τις επιθυμίες μας, αλλά το να μην έχουμε επιθυμίες!

Αλλά τι σημαίνει να μην έχουμε επιθυμίες; Τα πάντα γύρω μας, (ο κόσμος μας), κάνουν το οτιδήποτε για να μας ωθούν προς αυτή την κατεύθυνση: Να κυνηγάμε μόνιμα…κάτι. Είναι μεγάλος, τεράστιος ο επηρεασμός...

Ας εξηγήσουμε οπότε: Να μην έχουμε επιθυμίες, σημαίνει (κόντρα σε ότι υπάρχει στον κόσμο έξω από εμάς), να μην ποθούμε το οτιδήποτε, (που  θεωρούμε πως έχουμε έλλειψη του, ακριβώς γιατί αυτό έχουμε πιστέψει), το οποίο ικανοποιεί μόνο «κατώτερες» αισθήσεις, (τις περισσότερες φορές  σωματικές), και απολαύσεις, ……. για την απόλαυση. Που μας ωθούν σε «πάθη», τα οποία τελικά μας ακυρώνουν, και μας κάνουν σκλάβους των αισθήσεων. Δηλαδή εμείς, δεν υπάρχουμε πουθενά, αφού τρέχουμε σαλιαρίζοντας πίσω από οτιδήποτε μας ωθεί προς απόκτηση…

Και θα μου πείτε που το άσχημο σε αυτό; Δεν είναι ότι είναι άσχημο. Είναι, ότι όπως αναφέρθηκε και παραπάνω μας ακυρώνει. Κι αφού μας ακυρώσει, (ως αυτόνομες, αυτοκυρίαρχες οντότητες) και καθιστά την ύλη κυρίαρχη, στην κυριολεξία μας κάνει να μην υπάρχουμε… Γιατί όταν η ύλη είναι ο μοναδικός μας Θεός, είμαστε πραγματικά ανύπαρκτοι...

Αυτό σημαίνει, καμία ελπίδα σύνδεσης, με οτιδήποτε βαθύτερο μέσα μας, (καμία προσέγγιση της οιανδήποτε Ανώτερης Δόνησης), και ταυτόχρονα, σκλαβιά. Διότι ότι, μα ότι κι αν κάνουμε, (εμμένοντας σε μια τέτοια κατώτερη κατάσταση δόνησης), κατευθυνόμαστε μόνιμα από έναν αχόρταγο και ανικανοποίητο πόθο. Μια και ως γνωστόν η ύλη, θέλει μόνιμα και άλλη ύλη. Κι άλλη, κι άλλη, κι άλλη… Και σαν μη υλικά πλάσματα, (μια και έχουμε έρθει από αλλού…), μπλεκόμαστε σε μία ατέρμονη διαμονή εντός ύλης, με  αποτέλεσμα ποτέ να μην γεμίζει το κενό της θύμησης της αληθινής καταγωγής μας, ότι κι αν κάνουμε με την ίδια την ύλη. Γι’ αυτό ακριβώς και γινόμαστε κατά αυτόν τον τρόπο σκλάβοι… Ανθρωπάκια… Ενώ μέσα μας βρίσκεται Θεός…

Αντικαθιστώντας οπότε τον τωρινό εαυτό μας των πόθων και παθών, με αυτό που Είμαστε βαθύτερα εντός μας, αυτόματα οι επιθυμίες εκλείπουν, ως φυσιολογικό αποτέλεσμα αλλαγής της Δόνησης. Κι αυτό, εντελώς αβίαστα. Χωρίς κόντρες, χωρίς ζόρια, και χωρίς καμία ανάγκη για έλεγχο.

Να ειπωθεί πως το σώμα μας, αποτελείται από τρισεκατομμύρια μικρές ζωούλες, (τα κύτταρα μας), οι οποίες, αυτές είναι που ευθύνονται για την ώθηση μας προς δράση, ακριβώς γιατί θέλουν «να θραφούν». Δηλαδή, να ικανοποιηθούν οι ίδιες. Νιώθοντας αυτή την ώθηση, (όντες απόλυτα ταυτισμένοι οι ίδιοι με την ύλη του σώματος μας), «νομίζουμε» πως ικανοποιούμαστε εμείς σε κάθε εκπλήρωση υλικής επιθυμίας ενώ το μόνο που κάνουμε, είναι να ικανοποιούμε ουσιαστικά «το ζωάκι μας» και μόνο. (Δηλαδή το σώμα μας, που αποτελείται από τα πολυάριθμα κύτταρα του). Γι’ αυτό και η ώθηση να έχουμε στη διατροφή μας βασικό συστατικό τις σάρκες ζώων και το αίμα. Η σάρκα, πάντα θα αναζητά σάρκα…

Εμείς όμως, δεν είμαστε το σώμα μας, (το έχουμε πει άπειρες φορές). Είμαστε, ο Ένοικος του, και το σώμα μας, ο Ναός του. Και Ναός, γιατί ακριβώς φιλοξενεί κάτι πολύ Ανώτερο από τη βαριά ύλη του κόσμου τούτου και τις τάσεις του... Ναός που θα φροντίσουμε, να είναι Άξιος ως κατοικία, ώστε ο Ένοικος, κάποια στιγμή να έρθει και να εγκατασταθεί, όταν ο χώρος καθαριστεί και προετοιμαστεί, ακριβώς γι’ αυτό το σκοπό.

Διότι αναζητώντας μέσα μας, ψάχνοντας, εσωτερικά, (μόνο ψάχνοντας), δυνάμεθα να  αντιληφθούμε και να αναγνωρίσουμε, πολύ βαθύτερες ανάγκες μας από αυτές της ύλης.

Όσο πιο κοντά τα ενδιαφέροντα μας στο υλικό μέρος του κόσμου, τόσο και είμαστε «κολλημένοι», μόνο σε αυτό το δονητικό μας μέρος.

Όσο πιο κοντά (στο αμέσως επόμενο) των συναισθημάτων, τόσο ταυτισμένοι, (και άρα θρεφόμενοι) με τα συναισθήματα που παράγουμε. Συνήθως βαριά: Ζήλιες, Αντιπάθειες, Παράπονα, τάσεις για φιλονικίες, Θυμό, Πόθο να αρέσουμε, να μας αγαπούν…

Όσο πιο κοντά (στο ακόμα επόμενο) σώμα αυτό της Νόησης, τόσο η τάση μας για Εξουσία, Έλεγχο, Ανταγωνισμούς, Παιχνίδια Δύναμης...

Γι’ αυτό και λέμε να είμαστε σε συνεχή «εγρήγορση»: Δηλαδή να γνωρίζουμε ανά πάσα στιγμή «που» δουλεύουμε, και «τι» είναι οι τάσεις που μας βγαίνουν. Κι αυτό, επηρεαζόμενοι συνήθως από το εκάστοτε εξωτερικό περιβάλλον με το οποίο ερχόμαστε σε επαφή… Γιατί; Μα αφού δεν ζούμε εντός μας.

Εν εγρηγόρση όμως, «Εμείς», μπορούμε «να επιλέγουμε» αν θέλουμε την εκάστοτε τάση να υφίσταται, και σε πιο βαθμό, και φυσικά σε καμία περίπτωση δεν την παίρνουμε τοις μετρητοίς ακολουθώντας την  τυφλά, ως την μόνη μας πραγματικότητα. «Βλέπουμε», καί πιο πλατιά, καί πιο μακριά…

Και γι’ αυτό επίσης λέμε, να πάμε πέρα από το επίπεδο της σκέψης, από το οποίο και μπορούμε να έχουμε άμεση επαφή με αυτό που στην Ουσία Είμαστε. Που είναι «Άηχο», «Αισθαντικό», «Βαθύ», και που Πάντα λέει την Αλήθεια…

Όμως για να ακουστεί Αυτή η (Άηχη) Φωνή, πρέπει να σωπάσουν, (ή έστω στην αρχή να) σιγάσουν, όλες οι «άλλες φωνές».

Διότι η μόνη τροφή «που πραγματικά» μας ξεδιψά και μας χορταίνει, είναι μόνο η Πνευματική.

Απλά και σταράτα!