ΑΠΟΔΟΧΗ

Αποδοχή, δεν σημαίνει δεχόμαστε κάτι που μας πονά, μας καταπιέζει, μας ταπεινώνει, μας βασανίζει με οποιονδήποτε τρόπο.

Αποδοχή, σημαίνει ότι διαπιστώνουμε πως για να φτάσουμε να νιώθουμε πόνο εξωτερικά από το οτιδήποτε, (και οποιονδήποτε), ταπείνωση, βασανισμό κλπ, μέσα μας, σε κάποιο βαθμό, πρωταρχικά προκαλούμε τον πόνο, την καταπίεση, την ταπείνωση και τον βασανισμό σε εμάς τους ίδιους,  στον εαυτό μας, όπως και στο περιβάλλον γύρω μας, και εξαιτίας αυτής μας της στάσης, γνωρίζουμε πως αυτό που ζούμε είναι δικό μας δημιούργημα, και γι’ αυτό το ψάχνουμε μέσα μας, μη ρίπτοντας ευθύνες σε κανέναν.

Αυτή είναι η αποδοχή, ως ανάληψη της ευθύνης που μας αναλογεί, για όλα τα τέρατα του κόσμου μας, και του περίγυρου μας ξεκινώντας από το ατομικό, και διευρύνοντας μέχρι να καλύψουμε, όλη την ανθρωπότητα, που είμαστε κομμάτι της.

Όμως, για να φτάσουμε σε αυτήν την αποδοχή, που σηματοδοτεί και την αρχή της γιατρειάς των πληγών μας, χρειάζεται να ξεκινήσουμε από την κατανόηση.

Να κατανοήσουμε λοιπόν, δηλαδή να δούμε, να αντιληφθούμε, και να διαπιστώσουμε, πως οτιδήποτε κατηγορούμε πως μας συμβαίνει από έξω, είναι επειδή το έχουμε ο ίδιοι, και το προκαλούμε στον εαυτό μας ήδη. Αν δεν το είχαμε ήδη μέσα μας, δεν θα μπορούσαμε να το αναγνωρίσουμε από έξω, ακόμα κι αν προσπαθούσαν να μας πονέσουν, να μας καταπιέσουν, να μας ταπεινώσουν, να μας βασανίσουν. Δεν θα είχαμε δηλαδή μέσα μας το ίχνος ταύτισης, για να «δέσει» αυτό που πάνε να μας προκαλέσουν, με κάτι σε εμάς,  ώστε να είναι εφικτό το να το νιώσουμε.

Κατανοούμε λοιπόν, πως η αιτία της ευτυχίας ή της δυστυχίας μας, είμαστε εμείς οι ίδιοι όπως, και ότι τα πάντα στη ζωή μας, ξεκινούν πρώτιστα από εμάς. Δεν έχει καμία σημασία το τι κάνει ο οποιοσδήποτε έξω από εμάς, αν δεν δημιουργηθεί κάποια «δέσμη» (κοινό σημείο) ανάμεσα σε αυτόν, και σε κάτι μέσα μας.

Κατανοούμε έτσι την πραγματικότητα αυτού που μας συμβαίνει, δηλαδή την πηγή που το προκαλεί, και δεν μένουμε μονάχα στο αποτέλεσμα (στο εξωτερικό συμβάν που απλά μας το εμφανίζει για να το δούμε). Εδώ είναι που άπαξ και δούμε το τι κάνουμε, και τον τρόπο που προκαλούμε κάτι, ήδη αυτό έχει αρχίσει να αλλάζει εξωτερικά, γιατί αφού παύει το μπλοκάρισμα του μέσα μας, δεν θα μπορέσει να εμφανιστεί ξανά με τον ίδιο τρόπο έξω, εφόσον  η τροφοδοσία που του παρείχαμε έχει (έστω και αμυδρά) αλλάξει.

Δεν συναντάμε τίποτα έξω στον κόσμο, αν δεν υπάρχει λοιπόν μέσα μας. Υπό αυτό το πρίσμα οτιδήποτε συναντάμε μπρος μας, το έχουμε εμείς, οπότε ότι γενικότερα υπάρχει στη ζωή μας, αντικατοπτρίζει την τωρινή μας ψυχολογική εσωτερική κατάσταση και άρα, τη θέση που η συνείδηση μας αυτή τη στιγμή κατέχει.

Άρα αναγνωρίζοντας τις διαστρεβλώσεις, τις καταχωρήσεις, τις ελλείψεις που θαρρούμε πως έχουμε, την γνώμη που έχουμε ως προς το άτομο μας, σκιαγραφείται καθαρά, τι δεν θέλουμε να δούμε για μας, όπως, και ποιες είναι οι ψευδαισθήσεις – αυταπάτες που συντηρούμε.

Κατανοούμε λοιπόν, σημαίνει αναγνωρίζουμε. Τι; Εμάς τους ίδιους. Τις βαθιές μας προσδοκίες, τα εγωιστικά μας θέλω, τα καταπιεσμένα μας αλαζονικά πρέπει, τον έλεγχο, που απεγνωσμένα προσπαθούμε να κρατάμε απέναντι στους ανθρώπους, τις καταστάσεις, και τα πάντα γύρω μας. Τις κτήσεις που μας παρέχουν (νομίζουμε) την ασφάλεια που μας λείπει. Το πόσο χαμηλή αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθηση έχουμε, που αφορά την αιτία που μας ωθεί στο να ψάχνουμε σε υποκατάστατα (αντί να βιώνουμε τι Είμαστε ήδη), μέσω καριέρας, χρημάτων, θετικών πράξεων για να νιώθουμε αγαπητοί και αποδεκτοί…

Και θα μου πείτε μετά τι; (Όπως πράγματι το έχουμε ακούσει…)

Η κατανόηση η ίδια, το «αληθινό» κοίταγμα δηλαδή χωρίς υπεκφυγές και ψέματα για το πώς λειτουργούμε, και για το πως βλέπουμε τα πάντα γύρω μας κατ’ αρχήν, μας κάνει να μην κρυβόμαστε. Να μην πλάθουμε αυταπάτες. Ούτε για το ποιοι είμαστε, ούτε για το πώς έχουν τα πράγματα. (Στον κόσμο που ζούμε).

Η κατανόηση, μας κάνει να βλέπουμε καθαρά. Το ίδιο αυτό το καθαρό κοίταγμα από μόνο του, μας κάνει να αισθανόμαστε τελείως διαφορετικά σε σχέση με τα πάντα. (Ναι πονάω, να νιώθω μικρός, ναι αισθάνομαι λίγος, ναι δεν τα βγάζω πέρα στα πάντα, να είμαι άσχημος, ναι έχω ανάγκη από αγάπη, ναι κρέμομαι από τα πάντα γιατί δεν μου αρέσω καθόλου και θέλω να πάρω έτσι αξία κλπ).

Με την κατανόηση αυτού που μας συμβαίνει, παύουμε πρώτα απ’ όλα να κρίνουμε αυτό που βλέπουμε ως θετικό ή αρνητικό, ή ότι μας αρέσει, ή δεν μας αρέσει. (Κι αφού παύουμε να κρίνουμε εμάς, παύει και η κρίση – κατάκριση και προς τους άλλους). Αυτό, σημαίνει ελευθερία. Ελευθερία, να είμαστε, ακριβώς αυτό που μας βγαίνει να είμαστε, χωρίς την ανάγκη που μέχρι τώρα είχαμε, να απολογούμαστε για τα πάντα, για να μην παρεξηγηθούμε (απέναντι στον εαυτό μας πρώτιστα κρίνοντας τον συνεχώς).

Καταλύονται τα «βάθρα» για το ποιοι θα έπρεπε να είμαστε (που δεν είμαστε, και αγωνιζόμαστε μια ζωή να φτάσουμε) ώστε να γινόμαστε αποδεκτοί για να μας αγαπούν, και για να μας θαυμάζουν.

Όταν υπάρχει η ελευθερία της κατανόησης, το πρώτο πράγμα που αμέσως μετά γεννάται μέσα μας, είναι η αποδοχή. Εδώ είναι η αποδοχή! Αφού πρώτα δούμε (τα κατά τα άλλα κρινόμενα άσχημα, τρωτά μας σημεία).

Αποδεχόμαστε οπότε τι; Το πώς έχουν τα πράγματα. Το ποια είναι η αλήθεια μας. Όχι η ωραιοποιημένη αλήθεια μας. Αναγνωρίζουμε, μη κρινόμενα τα πράγματα, πως είναι απλά αυτά που είναι. Πως είμαστε αυτοί που είμαστε.

Και βλέπουμε, πως μας βασανίζει τελικά πολύ περισσότερο το να πρέπει να είμαστε κάτι ή κάποιος που δεν είμαστε, από το να αποδεχτούμε αυτό που είμαστε. (Κι ας μην μας αρέσει). Γιατί κάτι άλλο, ποτέ δεν μπορούμε να γίνουμε, μια και από γεννησιμιού μας, αυτό που μέχρι τώρα δε δεχόμασταν, είναι που ήρθαμε να εκφράσουμε. Μα και τα καλά του στοιχεία (κι όχι μόνο τα άσχημα που απορρίπτουμε), δεν αφήσαμε ποτέ να βγουν στην επιφάνεια ώστε να τα αναγνωρίσουμε και να τα ζήσουμε, επειδή ακριβώς  κυνηγούσαμε μόνιμα χίμαιρες.

Αν παλεύουμε λοιπόν να είμαστε μια ολόκληρη ζωή κάτι άλλο, ποτέ δεν θα είμαστε (και γι’ αυτό δεν είμαστε) ελεύθεροι στη ζωή μας. Γιατί κυνηγάμε, κάτι που δεν ήρθαμε να εκφράσουμε άρα, δεν θα εκφράσουμε ποτέ αυτό που κυνηγάμε, όσο κι αν αγωνιστούμε, βασανιστούμε, καταπιεστούμε οραματιζόμενοι να το καταφέρουμε. Θα πεθάνουμε αγωνιζόμενοι…

Όμως αποδεχόμενοι αυτό που (τι να κάνουμε, ακόμα και να μην αρέσει σε κανέναν αυτό είναι και), είμαστε, κάτι άλλο, ανακαλύπτεται εντός μας. Αυτό το κάτι άλλο, είναι βαθύτερα, όμως δεν μπορούσαμε μέχρι τώρα να το δούμε, ακριβώς γιατί αγωνιζόμασταν σε «ξένους» για μας δρόμους άλλων...

Τώρα, ανακαλύπτοντας αυτό που «κρυβόταν» από τις διαστρεβλώσεις μας, νιώθουμε, πως απλά, μπορεί να εκφράζεται, μέσα από την αλήθεια μας προς τα έξω, μη προσπαθώντας να αποδείξουμε το οτιδήποτε. Και εκφράζεται, ακριβώς με τα χαρακτηριστικά που «φαίνονται» ως ο χαρακτήρας μας, χωρίς όμως τελικά, να είναι πια ένας χαρακτήρας για εμάς...

Έχουμε δηλαδή πάει μία θέση, πίσω από τον χαρακτήρα της αλήθειας (και ελευθερίας) μας και βλέπουμε, πως απλά από μέσα του, διοχετεύεται αυτό το βαθύτερο γιατί το ίδιο, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να κάνει εμφάνιση εδώ στην ύλη ώστε να εκφραστεί.


ΕΜΜΟΝΗ. ΕΥΧΗ Ή ΚΑΤΑΡΑ;

Με τον όρο «εμμονή», εννοούμε την βαθιά προσκόλληση του ανθρώπου σε κάτι, το οποίο κατακλύζει τον εαυτό του, και θέτει σε στάση την προσοχή του μόνιμα και αποκλειστικά, μόνο, στο αντικείμενο της εμμονής του.

Και λέγεται, πως είναι αρρωστημένο το γεγονός του να έχουμε εμμονές. Οι άνθρωποι όμως, μόνιμα κατακλύζονται από αυτές, και αν έχουν χαρακτηριστεί οι εμμονές ως κάτι «προβληματικό» από τους υπόλοιπους «σοβαρούς» ανθρώπους, (που θεωρούν πως αυτοί είναι εν-ταξη), είναι γιατί ο χαρακτηρισμός αυτός, βασίζεται μόνο σε αυτά που θεωρούνται εμμονές, από το γενικό σύνολο ως «κακές» όπως ο τζόγος, το ποτό κλπ.

Έλα όμως που η εμμονή, είναι καθημερινό φαινόμενο για όλους. Το έχουμε δει; Όχι βέβαια. Είναι χαρακτηριστικό του ανθρώπινου νου να κατατάσσει όπως τον βολεύουν τα πράγματα…

Εμμονή λοιπόν δεν είναι όταν κάποιος φαγώνεται να ανέβει στην εξουσία, να συσσωρεύσει χρήματα (για ασφάλεια), να (καλο)παντρευτεί κλπ; Σαφώς και είναι εμμονές όλα αυτά. Ειδάλλως ο άνθρωπος δεν θα έθετε στόχους, και δεν θα πραγματοποιούσε αυτό που θέλει, αν δεν γινόταν γι’ αυτόν αποκλειστικό τους σκοπός. (Τις περισσότερες φορές σκοπός ζωής).

Όλοι λοιπόν οι άνθρωποι είναι εμμονικοί. Όλοι. Διότι η δύναμη της εμμονής, είναι η δύναμη που πραγματοποιεί στόχους. Αρχικά οπότε οι άνθρωποι, (όσο ακόμα βρίσκονται σε πλήρη σκοτάδι με ότι αφορά την πραγματική τους ταυτότητα και καταγωγή), εμμονίζουν, ως προς τα ενδιαφέροντα της ζωής τους.

Αλλάζοντας πλευρό από το λήθαργο της άγνοιας όμως, τη συνήθεια αυτή της εμμονής στην καθημερινότητα τους, την αντικαθιστούν, με εμμονικές αναζητήσεις της Γνώσης (για να εξελιχθούν), μελέτες κειμένων μυστικισμού, αποκρυφισμού,  τεχνικές, με ότι έχει να κάνει με σχολές εσωτερισμού κλπ.

Για να καταλάβουν εν τέλη (κάποτε, όταν κουραστούν να αναζητούν μάταια με το μυαλό τους), πως η μόνη εμμονή που μπορεί να ωφελήσει και αφορά την Πραγματική, ουσιαστική πλέον Εξέλιξη τους, είναι αυτή της αναζήτησης μόνο ως προς την κατευθυνόμενη προσοχή τους Εσωτερικά, γιατί η Βίωση αυτού που Είμαστε, είναι η μόνη Αληθινή Απάντηση, και το τέλος όλων των αναζητήσεων.

Αυτό που πρέπει λοιπόν να γίνει, είναι να παραδεχτούμε κατά πρώτον την εμμονική μας ιδιοσυγκρασία, και να την κατευθύνουμε, όπου μπορεί πραγματικά να μας ωφελήσει και να μας απελευθερώσει... (Ή, όπου αλλού επιλέξουμε, αλλά να «γνωρίζουμε» τι κάνουμε και γιατί…) Διότι υπάρχουν οπότε εμμονές που μας ρίχνουν όλο και πιο βαθιά στην ύλη, εμμονές που μας κολλούν μόνιμα στη νόηση και εξακολουθούν να μας βασανίζουν, και η εμμονή για Συνάντηση και Ένωση με αυτό που Πραγματικά Υπάρχει. Ο καθένας μας, ας επιλέγει συνειδητά την εμμονή του λοιπόν, χωρίς να κρύβεται από τον ίδιο του τον Εαυτό…

Γιατί κάθε εμμονή φέρνει το ανάλογο αποτέλεσμα της χροιάς που εκπροσωπεί. Στην ύλη πραγματοποιούμε, κυνηγάμε, παιδευόμαστε, πατάμε επί πτωμάτων, πληγωνόμαστε, βασανιζόμαστε, γνωρίζουμε (υποτιθέμενες νίκες και ήττες), στην μελέτη που έχει να κάνει με τη νόηση μαθαίνουμε (συσσωρεύουμε) γνώση νομίζοντας πως κάπου πάμε, και στην εμμονή ως προς την Απελευθέρωση μας από εδώ, έρχεται κάποια στιγμή, που καταφέρνουμε να βρεθούμε πέραν, παρόλο που εξακολουθούμε να παραμένουμε εντός υλικού σώματος.

Ο καθένας, με τις επιλογές που κάνει, κάτι πάντα θυσιάζει. (Στο βωμό της επιλογής του). Θυσιάζουμε λοιπόν τα υλικά για να ελευθερωθούμε, ή μόνιμα προδίδουμε αυτό που είμαστε, προτάσσοντας ωραιοποιημένες δικαιολογίες που συνεχίζουν να μας κρατούν δέσμιους;

Τέλος, πως μπορούμε να πούμε (με ελαφρά την καρδία, και βεβαιότητα δέκα καρδιναλίων), πως αυτός ο κόσμος έχει στάνταρτ θετικά, και αρνητικά, ή σκοτεινά και φωτεινά, ή ευχάριστα και δυσάρεστα, ή ευτυχία και δυστυχία, όταν εξαρτάται κάθε φορά το ΠΟΥ είμαστε συνειδησιακά χρησιμοποιώντας τα, όπως και το ΠΩΣ;

Εδώ ακριβώς έγκειται η απόδειξη του γεγονότος πως η αλήθεια είναι πέρα από όλα δεδομένα μας, θετικά ή αρνητικά, και πως τα πάντα, περιέχουν και τα δύο στα σπλάχνα τους.

Ο σκοπός λοιπόν είναι, να αλλάξουμε συνειδησιακή θέση. Να ανυψωθεί η συνειδητότητα μας σε ένα πολύ ανώτερο, (ευρύτερο) αντιληπτικό κέντρο, από αυτό του επιπέδου της ανθρώπινης αντίληψης που είναι μόνιμα περιορισμένο και πολωμένο στον διαχωρισμό, τον ξεχωρισμό,  με έμφαση και σημασία, στην ατομική, προσωπική μας ύπαρξη.

Και για να πραγματοποιηθεί αυτό, όλη η προσοχή των ενδιαφερόντων μας, πρέπει να μετατοπιστεί αποκλειστικά, στην Ύπαρξη που βρίσκεται εντός μας. Δεν γίνεται, μόνο όταν το θυμόμαστε περιστασιακά, για να ξεφεύγουμε από την προβληματική μας ζωή, επειδή οι φίλοι-ες μας ασχολούνται, ή επειδή η γιόγκα (για παράδειγμα) είναι στην μόδα αυτή την εποχή. Όλα αυτά, είναι αστεία.

Η μετατόπιση της συνείδησης, γίνεται με καθημερινή, (και κάθε στιγμή) εργασία, και επικέντρωση στην μέσα μας αντίληψη, αντικαθιστώντας τις οδηγίες του μυαλού, με τις τάσεις που γεννώνται την κάθε δεδομένη στιγμή του κάθε συμβάντος ,με ότι έχει να κάνει την υλική μας ζωή όταν χρειάζεται να λειτουργήσουμε στον εδώ κόσμο, και όλον τον υπόλοιπό χρόνο, να τον διαθέτουμε στην εμβάθυνση. Όχι στην ανάλυση, την σύγκριση, το τακτοποίημα, το σχεδιασμό για το μέλλον, αλλά πέραν όλων αυτών. Στο βασίλειο της μη σκέψης, που πραγματικά υπάρχουμε. Αυτό είναι το μόνο εισιτήριο...  


ΗΡΘΑΜΕ ΑΠΛΑ ΓΙΑ ΝΑ ΔΟΥΜΕ…

Όλα είναι εδώ, τώρα. Πάντα ήταν, και πάντα θα είναι.

Αντί να ζούμε αυτό όμως, εμείς, διαχωρίζουμε «κάτι» από το σύνολο, (των άπειρων πιθανοτήτων ως δυνατότητες που ήδη προϋπάρχουν), του δίνουμε έμφαση και σημασία, και φτάνει να γίνει το κύριο μέλημα μας στη ζωή. Κι αυτό βέβαια κατόπιν, είναι το κάθε φωτιζόμενο από εμάς θέμα, και χαρακτηριζόμενο μας ως «πρόβλημα».

Γιατί ότι συλλαμβάνεται από το σύνολο της αντίληψης μας, ο νους, (μια και αυτή είναι η δουλειά του), το απομονώνει ως πληροφορία, κατόπιν δημιουργεί διάφορα σενάρια πιθανοτήτων, και μας μπερδεύει (επειδή τον πιστεύουμε), δημιουργώντας μας αδιέξοδες καταστάσεις για τις οποίες κατόπιν, πρέπει να αγωνιστούμε ώστε να τις «λύσουμε». Είμαστε απόλυτα ταυτισμένοι λοιπόν με το νου…

Μα να λύσουμε όμως τελικά τι; Αφού εξ’ αρχήν, δεν υπάρχει πρόβλημα…

Και θα μου πείτε γιατί; Γιατί ο καθένας μας στη ζωή, εισπράττει πάντα αυτό που του αξίζει, με την έννοια ότι είναι αποτέλεσμα της παρελθούσας του ζωής, των επιλογών του, των σκέψεων που κάνει, και της προσωπικής του κοσμοθεώρησης, (δεδομένες πεποιθήσεις περί σωστού και λάθους) όπως, και των συναισθημάτων που εξαπολύει προς τον εαυτό του, και προς τα πάντα γύρω του… Γι’ αυτό ακριβώς και η επίρριψη ευθυνών, ή τα αδιέξοδα, απλά το μόνο που κάνουν, είναι να μαρτυρούν το μπέρδεμα που έχουμε στην ψυχονοητικοσυναισθηματική μας κατάσταση, η οποία προφανώς έξω στην ζωή, απλά αντικατοπτρίζεται, μονάχα για να τη δούμε, και όχι για να πάρουμε θέση σε αυτά ή να τα λύσουμε, χωρίς πρώτα να έχουμε αναγνωρίσει τις διεργασίες που τα προκάλεσαν ερήμην μας...

Αυτό σημαίνει, πως οτιδήποτε υπάρχει εκεί έξω, διορθώνεται αυτόματα, όταν (και εάν), επεξεργαστούμε τις λειτουργίες στις οποίες μετέχουμε, δηλαδή, τι από μέσα μας έφερε τα παρόντα αποτελέσματα. Οι αιτίες για τα πάντα έξω, λοιπόν, υπάρχουν μόνο μέσα… Με αυτόν ακριβώς τον τρόπο το κάθε τι που γίνεται εξωτερικά, είναι για να μπορέσει να μας μάθει (να μας δείξει) ποιοι (έχουμε επιλέξει συνειδητά ή ασύνειδα να) είμαστε, ώστε να μας γίνει αναγνωρίσιμο, για να αναλάβουμε τελικά τον εαυτό μας, που σημαίνει κατ’ επέκταση και την εξωτερική μας ζωή.

Κι όμως. Όλη η παραπάνω προαναφερθείσα διαστρεβλωμένη μας θέση στα πράγματα μας μπλοκάρει, και μας κάνει να πελαγώνουμε. Κι αυτό, γιατί δημιουργείται σύγκρουση μέσα μας  (παρά ευκαιρία για να μάθουμε για εμάς), ανάμεσα σε αυτό που διεξάγεται, (με τον τρόπο που το χαρακτηρίζουμε καθαρά υποκειμενικά, και όχι αντικειμενικά), και ανάμεσα σε αυτό που θα θέλαμε να γινόταν.

Μα, δεν έχει σημασία ούτε τι θέλουμε, ούτε τι διεξάγεται όμως τελικά! Δηλαδή, αν αυτό που θέλουμε θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί ή όχι…

Γιατί εξ’ αρχής, είμαστε εδώ για να «δούμε» το πως έχουν τα πράγματα σε αυτόν τον χώρο. Το πώς λειτουργούν. Το τι υπάρχει.

Δεν βρισκόμαστε εδώ ούτε για να «περάσουμε καλά», ούτε για να πραγματοποιήσουμε διάφορα, ούτε για να αποδείξουμε κάτι ή να πετύχουμε στόχους, ούτε για να γίνουμε σημαντικοί, να ξεχωρίσουμε, να  αφήσουμε κάτι αξιόλογο πίσω μας φεύγοντας…

Όλα αυτά είναι τα εμπόδια μας, παρά η πραγματική μας ζωή. Γιατί το μόνο που κάνουν, είναι να μας αναγκάζουν να παραμένουμε «κολλημένοι» εδώ, (θεωρώντας πως είμαστε μονάχα οι προσωπικότητες που φιλοξενούνται στο  σώμα που κατέχουμε), κι έτσι να μην γνωρίζουμε καν ότι κολλήσαμε, και φυσικά ούτε και να μπορούμε να ξεκολλήσουμε τελικά εύκολα...

Γιατί κανείς δεν είπε ποτέ πως είναι εύκολη υπόθεση η υπέρβαση αυτού του πεδίου. Είναι όμως αυτό το οποίο ήρθαμε να κάνουμε, αναβάλλοντας το διαρκώς, παρόλο που βλέπουμε πως δεν είναι τα πράγματα ρόδινα...

Γιατί η δυσαρέσκεια ακριβώς του γεγονότος πως ευτυχία, (μόνιμη, ολοκληρωτική και πραγματική) δεν υπάρχει σε αυτό το πεδίο ότι κι αν πετύχουμε, σε όποιο βαθμό, κι ότι κι αν αποκτήσουμε, είναι και το εφαλτήριο, για να αρχίσουμε να ψάχνουμε, ώστε να βρούμε το τι Πραγματικά συμβαίνει…

Διότι η Πραγματική Ευτυχία, έχει να κάνει με την Εσωτερική Γαλήνη, η οποία πραγματοποιείται, μόνο αναγνωρίζοντας ποιοι Είμαστε Πραγματικά. Και για να μπορέσουμε να δούμε (και να αναγνωρίσουμε στη συνέχεια νιώθοντας την Αλήθεια για εμάς), είναι αναγκαία η απομάκρυνση (ώστε να επέλθει η αποκόλληση), από την ύλη ως εγωισμό, δύναμη, εξουσία, (έξω από την ουσία), κατοχή, σωματικές ζωώδης καθαρά απολαύσεις, και βιαιότητα, (που μας καθηλώνει ως όντα, ακόμα και πιο κάτω του πεδίου της ύλης…)

Γι’ αυτό μιλάμε για αποστασιοποίηση. Για μελέτη ουσιαστικά της ανθρώπινης μας πλευράς, και όχι ταύτιση μαζί της. Αυτή η μελέτη για να πραγματοποιηθεί, (της ανθρώπινης υπόστασης), πρέπει να γίνει, εντός όλων των καταστάσεων που συναντάμε, και οι οποίες ουσιαστικά διεξάγονται από μόνες τους, μια και άλλες, πολύ ανώτερες δυνάμεις (από την αφεντιά μας), καθορίζουν τη ροή των συμβαινομένων…

Αυτό σημαίνει πως σε οτιδήποτε γίνει (ή δεν γίνει), η θέση μας σε αυτό είναι που έχει τον πρωτεύοντα ρόλο, διότι και οι κινήσεις μας θα είναι και οι ανάλογες. Κι αυτό, γιατί θα καθορίζουν το ποιοι είμαστε (και το εκφράζουμε), την κάθε δεδομένη στιγμή.

Αυτό λοιπόν που χρειάζεται, είναι η Εσωτερική μας (Ζωή) θέση - κατάσταση να είναι τέτοια, που να εμφανίζει και να διαχέει το γεγονός, ότι δεν είμαστε ο κάθε ρόλος που παίζουμε στην κάθε κατάσταση. Να γίνει αντιληπτό και κατανοητό, πως απλά ήρθαμε να δούμε…