ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΣΕ ΒΑΘΟΣ

Αναρωτιόμουν κάποια στιγμή για το Νου. Τι εκπληκτικό εργαλείο!

Με σημείο αναφοράς αυτή μου την αναρώτιση, βρίσκω την ευκαιρία να μοιραστώ μαζί σας τον τρόπο που διερευνώ ατομικά και σε βάθος, οτιδήποτε  μου κεντρίζει το ενδιαφέρον ως θέμα, που ουσιαστικά θεωρώ, και μου είναι τελικά παντελώς άγνωστο. Κι αυτό, γιατί όλα όσα αφορούν ότι γνώσεις κι αν κουβαλώ  (και όλοι μας) μέσα μου, αποτελούν εξωτερικές μονάχα διδαχές, και όχι πραγματική ζωντανή γνώση και βίωμα στο οποίο κατέληξα προσωπικά.

Έτσι, ακόμα κι από την εποχή που πήγαινα ακόμα σχολείο, θυμάμαι πως ήμουν καχύποπτη σε ότι κι αν μου «πάσαραν» ως αλήθεια ή γνώση, αν πρώτα δεν είχα το περιθώριο η ίδια να καταλήξω σε αυτό, ότι περιεχόμενο κι αν είχε που μου τσαμπουνούσαν. Αν δεν ήμουν σε θέση να το βρω μόνη, απλώς χαμογελούσα και το δεχόμουνα μεν, (προσωρινά), αλλά όχι με ιδιαίτερη πίστη και ενθουσιασμό…

Μεγαλώνοντας, και ζώντας τις κατάλληλες «τυχαίες» (;) συγκυρίες, διαπίστωσα τελικά χωρίς την παραμικρή πια αμφιβολία, πως κάθε φορά που διευκρίνιζα και έψαχνα κάτι κατά αυτόν τον τρόπο, ένιωθα μέσα μου όλο και  μεγαλύτερο άνοιγμα ελευθερίας, μία δύναμη που χρόνο με το χρόνο μεγάλωνε, και βαθιά πρωτόγνωρη αισιοδοξία γεμάτη απρόσμενες στιγμές χαράς, όλο ζωντάνια.

Για να επεξηγηθεί λοιπόν το πώς διεξάγεται αυτή η διαδικασία της διερεύνησης σε βάθος, με αντικείμενο όπως είπαμε το «Νου», αρχικά,  είναι απαραίτητο να κεντραριστώ με αυτό το αντικείμενο, ώστε να μπορέσω να περιγράψω για το τι γίνεται βαθιά μου. Χρειάζεται λοιπόν να καταγραφεί η διαδικασία αυτή του κεντραρίσματος, όπως και τι ακριβώς σημαίνει ο όρος κεντράρισμα:

Ας ξεκινήσω από το δεύτερο. Δηλαδή στο «τι» είναι κεντράρισμα. Είναι λοιπόν, η απόλυτη «ταύτιση» με αυτό το οποίο έχω σκοπό μαζί του να ασχοληθώ, ώστε να εμβαθύνω από μέσα του και να το κατανοήσω, πέρα από την στάνταρτ επιφανειακή και καθιερωμένη εξωτερική θεώρηση που έχουμε όλοι μας (ως άνθρωποι) γι’ αυτό, ώστε να μπορέσω να το «κάνω δικό μου» τόσο, που η ταύτιση του μαζί μου, να μου δώσει Ατομική Βιωμένη Γνώση για την Αλήθεια του, που βγαίνει αβίαστα, ακριβώς κατά την ώρα της διερεύνησης που κάνω, και περιέχει αποκαλύψεις, συνειδητοποιήσεις και ορισμούς, που δεν μπορεί κάποιος να εισπράξει αλλιώς, παρά μονάχα μέσω της δικής του ατομικής εξερεύνησης. Δεν πρόκειται για νοητική, ξερή πληροφορία αλλά για γνωστικό βίωμα. Που σημαίνει πως μετά από αυτό, πέραν των γνώσεων που εισπράττω, αλλάζω και η ίδια μέσα μου, βρισκόμενη πλέον σε κάποιο διαφορετικό συνειδησιακό σημείο, πέραν αυτού που ήμουν πριν την διεξαγωγή της αυτής διερεύνησης.

Κι ας πάω στο πρώτο τώρα, που αφορά το «πώς» κεντραρίζομαι με το αντικείμενο της έρευνας μου. Κατ’ αρχήν, φροντίζω να είμαι συγκεντρωμένη σε μένα, (μόνη), άσχετα αν γύρω μου υπάρχουν ή όχι άλλα άτομα. Συνήθως, για να μπορέσω να εργαστώ καλύτερα, βάζω κάποια απαλή μουσική, μια και  η χαλάρωση είναι απαραίτητη. Έτσι, όλη μου η προσοχή, δίδεται και επικεντρώνεται, σε αυτό που θέλω να μελετήσω. Κατόπιν, το φέρνω μέσα μου, και κοιτάζω, να «το αισθανθώ». Να γίνει κτήμα μου. Μέσα μου. Δικό μου. Κομμάτι μου. Ένα με μένα. Με λίγα λόγια να έρθω «σε μία σύνδεση μαζί του». Αυτή η σύνδεση, επιτυγχάνεται, όταν κατά κάποιον τρόπο, νιώθω, πως το έχει «αρπάξει» η «δαγκάνα» της προσοχής μου αποκλειστικά, κι εκείνη τη στιγμή, δεν υπάρχει τίποτε άλλο για μένα πουθενά. Δυστυχώς, επειδή πρόκειται για «αίσθηση», δεν περιγράφεται διαφορετικά… Κι έτσι ξεκινάω:

Το θέμα μου σήμερα όπως αναφέρθηκε ήδη, είναι ο Νους. Ο Νους, είναι το αντικείμενο λοιπόν της έρευνας μου. Και τι είναι Νους; Μια και πως θα ξεκινήσω, αν δεν διεξάγω κάποια ερωτήματα, ώστε από τη βάση στην οποία βρίσκομαι, με κάποιον τρόπο να προχωρήσω; Μόνο με ερωτήματα.

Ξεχνάω λοιπόν, οτιδήποτε έχω διαβάσει, μου έχουν πει, ή γνωρίζω ήδη για το Νου, (για το Νου επί της παρούσης, ενώ την ίδια διαδικασία διεξάγω με οτιδήποτε «καταπιαστώ»), που σημαίνει, πως τώρα, αυτή τη στιγμή κοιτώ να εξετάσω το Νου, χωρίς, (σε καμία περίπτωση να θεωρώ) ότι γνωρίζω το οτιδήποτε γι’ αυτόν.

Και ρωτάω λοιπόν. (Γιατί μέσω αποριών, και ερωτημάτων θα μπορέσω να ψάξω όπως κατέγραψα ήδη). Τι είναι ο Νους;

Κρατώντας την σύνδεση με το αντικείμενο της διερεύνησης μου τότε, αναδεύονται με «νιώσημο», κάποιες απαντήσεις. Δηλαδή πρώτα αισθάνομαι ότι αντιλαμβάνομαι σύλληψη απάντησης, και σε μηδέν χρόνο κατόπιν, «έρχεται» ως πληροφορία η κάθε απάντηση. Μία κάθε φορά. Όχι απορίες, όχι προβληματισμοί. Αν η απάντηση είναι πάνω από μία κάθε στιγμή, και νιώθω αμφιβολία, τότε δεν είναι γνωστικό βίωμα, αλλά εισβολή παραπλανητικής σκέψης. Δεν μιλάω γι’ αυτό. Στο γνωστικό βίωμα, υπάρχει μία απάντηση κάθε φορά. Ξεκάθαρη, και σταράτη, συνοδευόμενη από απόλυτη σιγουριά την οποία, σε καμία περίπτωση δεν προκαλώ η ίδια.  

Είναι λοιπόν ο Νους, (αυτή τη στιγμή που το συλλαμβάνω), ο φορέας, μέσω του οποίου, μπορώ να αντιλαμβάνομαι, το πώς έχουν τα πράγματα γύρω μου, κατ’ αρχήν.

Άρα τι μου παρέχει ο Νους; Πληροφορίες. Είναι λοιπόν σαν ένας μεταφραστής, που με ενημερώνει για τα πάντα.

Είπα μεταφραστής;
Μου μεταφράζει δηλαδή κάτι που υπάρχει, όπως υπάρχει;
Αν υπάρχει το οτιδήποτε, γιατί πρέπει να μου το μεταφράσει;
Και ποιος είναι ο Νους, ποιο είναι αυτό που θα μου μεταφράσει ο Νους, και σε ποιον θα το μεταφράσει; Δηλαδή ποιος είμαι εγώ;

Διαπιστώνω, πως παρουσιάζονται εδώ τρία στοιχεία. (Κι αυτό ως αποκάλυψη μέσω των ερωτήσεων που θέτω). Αυτό που υπάρχει είναι το πρώτο στοιχείο. Η μετάφραση του από το Νου, το δεύτερο, και εγώ, που εισπράττω τη μετάφραση, το τρίτο στοιχείο. Άρα, αυτό που Είμαι, δεν έχει καμία σχέση ούτε με τον Νου, ούτε με αυτό το οποίο θα μεταφράσει. Σημαίνει, πως είμαι έξω τελικά και από τα δύο. Έτσι δεν είναι; Είμαι καί έξω από το Νου, γι’ αυτό και βλέπω τι μου λέει, και έξω από την επεξήγηση.

Μμμμ…... Εδώ, κολλάνε και όλα όσα έχουν ειπωθεί κατά καιρούς, πως αυτό που είμαστε, βρίσκεται πέραν αυτού του κόσμου, όπως και πέρα από το Νου. Μια χαρά…

(Στη φάση αυτή χρησιμοποιώ, ή θυμάμαι όλα όσα μου έχουν πει, ή έχω διαβάσει με την έννοια, ότι βλέπω πως επιβεβαιώνω ατομικά, ότι έχω δει ότι ισχύει και αλλού. Σε άλλη φάση, ίσως, ακόμα και να απορρίψω κάποια πράγματα που μου είναι ήδη γνωστά από άλλους, με ακριβώς την ίδια διαδικασία. Στο παρόν όμως ζήτημα, βλέπω πως συμπίπτουμε). Καλή βάση βέβαια για να συνεχίσω, είναι το γεγονός της ανακάλυψης πως αυτό που Είμαι, είναι πέρα από το Νου.

Αυτό που Είμαι οπότε, (μου δείχνει η διερεύνηση μου πως) μπορεί και κοιτά καί το Νου, καί τα πάντα γύρω του.

Ποιος ο λόγος όμως ο Νους, να μεταφράζει;
Είναι δυνατόν, αυτό που Είμαι, να εισπράττει το πώς έχουν τα πάντα, χωρίς την μεσολάβηση του Νου; Μα αυτός είναι ο σκοπός… Ναι…

Άρα, το όλο πρόβλημα του ανθρώπου, είναι πως η ανεξέλεγκτη μεσολάβηση του Νου, αντί να τον φέρνει κοντά σε αυτό που Είναι, του γίνεται εμπόδιο, όταν «πιστεύει» τυφλά αυτά που ο Νους του μεταφέρει στη μετάφραση.

Μήπως ο Νους, δεν είναι για να του «μεταφράζει» αυτά που υπάρχουν γύρω, αλλά να μεταφράζει, αυτά που προέρχονται από αυτό που Είναι;
Δηλαδή: Ο άνθρωπος συνήθως, περιμένει από το Νου να του εξηγήσει τι γίνεται, κι αυτό που Είναι ο ίδιος, δεν είναι σε θέση να το συνειδητοποιήσει, ακριβώς γιατί ο ίδιος ο άνθρωπος, έχει αφήσει το Νου να του υπαγορεύει, οτιδήποτε συλλαμβάνει, κι αυτός να τα θεωρεί ισχύοντα και δεδομένα. Δεν ευθύνεται ο Νους όμως για την κάθε  «διαστρέβλωση» που προκύπτει, αλλά η άγνοια του ίδιου του ανθρώπου.

Αν όμως από την άλλη, λέω αν, με την προσοχή του ο άνθρωπος (όχι στο τι «θα του πει» ο Νους παίρνοντας το σαν δεδομένο, αλλά) στην μετάφραση πάλι του Νου ως μεσολαβητή, ακολουθώντας  όμως ωθήσεις αμφισβητήσεων των πάντων, αρχίζει να εισπράττει με έναν άλλον τρόπο τα πράγματα, είναι αυτό δυνατόν; Ναι. Είναι. Αυτό σημαίνει, πως και αυτά που έρχονται, βρίσκονται πιο πέρα από τον Νου του, εκτός από τον ίδιο…

Ο Νους, που είναι διαμορφωμένος από το περιβάλλον και την κοινωνία, έχει πάρει την εξουσία, (εξουσιοδοτούμενος από εμάς τους ίδιους), να τον θεωρούμε σωστό, σε ότι κι αν μας πει.

Αν όμως τελικά η ορθή διαδικασία του Νου, δεν είναι να μας λέει τι να κάνουμε από τα ήδη γνωστά δεδομένα μέσω θύμησης, αλλά υπάρχει ακριβώς για να «ψάχνουμε» την ουσία των πραγμάτων ώστε να μας μεταφράζει από ακόμα υψηλότερα επίπεδα το τι συμβαίνει, αυτό δεν σημαίνει πως όλη η διαδικασία μεταστρέφεται πράγματι κάπου αλλού; Παύουμε δηλαδή να ανακυκλώνουμε δεδομένα, και να κοιτάμε μόνο εξωτερικά στο να επιδιώκουμε πράγματα, και στρεφόμαστε στο να εξετάζουμε τις λειτουργίες μας όταν αυτές παρουσιάζονται αναρωτόμενοι, όπως, και πιο είναι το βάθος τελικά των καταστάσεων.

Τότε, διαπιστώνεται, πως ενώ ερεθίζεται ο Νους με (αρχικά) λογικές ερωτήσεις στη συνέχεια, «οι απαντήσεις» που εισπράττονται, δεν προέρχονται από συσσώρευση γνώσεων, και από οτιδήποτε γνωστό. Διαπιστώνεται, πως «φυτρώνουν» στην κυριολεξία οι διαπιστώσεις, από……..το πουθενά. Ή καλύτερα, «γεννιούνται», ακριβώς εκείνη τη στιγμή.

Που ήταν πριν από την προσέγγισή μας αυτές οι απαντήσεις; Μα γίνονται γνωστά, άγνωστα δεδομένα. Αυτό σημαίνει πως έρχονται από το πουθενά; Αισθάνομαι, πως έρχονται από κάπου πολύ βαθιά μου. Δεν είναι κάτι που «θυμάμαι». Είναι κάτι φρέσκο. Ζωντανό. Είναι από μια πηγή, που μόνο στο παρόν λειτουργεί. Που δεν έχει παρελθόν, γι’ αυτό και δεν μπορεί να έχει μνήμη. Κι επειδή ακριβώς είναι ολοζώντανη, γι’ αυτό ρέει, ακριβώς όταν «ερεθιστεί» να ρέει. Γιατί αυτό κάνει. Ρέει, ζωή…

Ο Νους λοιπόν, είναι εργαλείο, όταν κανείς μπορεί να τον χρησιμοποιήσει ως τέτοιο. Ειδάλλως, πέφτει στην παγίδα ο ίδιος να γίνεται εργαλείο του Νου, και να εκτελεί σε πράξη, τις συσσωρεύσεις που έχουν προηγηθεί μέσα του, και κρατιούνται, (συνειδητά ή ασυνείδητα) στη μνήμη.

Στην περίπτωση λοιπόν που ο Νους χρησιμοποιείται ως εργαλείο, κάτι άλλο μέσα μου, παίρνει τα ηνία. Εγώ, εκτελώ απλά τις τάσεις αυτού του άλλου, όταν αμφισβητώ τα πάντα, όταν δεν μπορώ να χωρέσω πουθενά, όταν δεν αρέσκομαι στην κάθε ασφάλεια και βόλεψη που τα εξωτερικά δεδομένα μου παρέχουν. Μια και η ώθηση αυτού, είναι που έχει διαπιστωθεί μέσα μου, πως τίποτα αυτού του κόσμου δεν είναι σε θέση να μου παρέχει την οποιαδήποτε ασφάλεια. Να ξεγελαστώ για υποτιθέμενη ασφάλεια (κουκούλωμα) στο συναίσθημα μου ναι, στο σώμα μου (παροδική ασφάλεια) ναι. Σε αυτό που αισθάνομαι ότι Είμαι όμως στην Πραγματικότητα, καμία ασφάλεια δεν υπάρχει αυτού του κόσμου. Μα, δεν υπάρχει πουθενά ασφάλεια εδώ. Όλα, ένας άσκοπος αγώνας σε κυνήγι σκιών…. Ασφάλεια, υπάρχει μόνο ως Αυτό που Είμαι, όταν Είμαι Ένα μαζί του. Όπου, και όπως κι αν είμαι.

Αυτό που Είμαι εν κατακλείδι, «χρησιμοποιεί» το Νου, που σημαίνει πως τον βλέπει τον Νου. Βλέπει τις κινήσεις του. Το περιεχόμενο του. Βλέπει τα τερτίπια του. Τα σενάρια του. Τα δεδομένα του.

Γιατί ο Νους τελικά πότε μπορεί να λειτουργήσει; Όταν του δώσω δεδομένα. Κανόνες. Αν δεν του δώσω κανένα δεδομένο για τίποτα, δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει. Μένει απλώς στην αδράνεια. Κάτι βαθύτερο πρέπει να ενεργοποιηθεί, ώστε να ρέει μέσα του ζωή.

Κι αυτό, γιατί ο Νους είναι σαν έναν υπολογιστή. Θα του δώσω τον τρόπο να δουλέψει, και το μόνο που θα κάνει, είναι να ακολουθήσει κατά γράμμα αυτές τις εντολές. Δεν θα ξεφύγει, ούτε ίντζα. Αυτό δηλώνει πράγματι, πως ο κάθε άνθρωπος, ο ίδιος, έχει βάλει μόνος του τα όρια της κάθε φυλακής του.

Δεν ευθύνεται λοιπόν ο Νους. Με ότι τον προγραμματίσει κανείς, με αυτό και θα εργαστεί. Και άψογα κι όλας. Μέσα όμως, στα όρια που θα του παράσχει. Το λεγόμενο πρόγραμμα που θα  πρέπει να «φορτώνει», κάθε φορά που θα τίθεται σε λειτουργία.  Μη δίνοντας του όμως κανένα δεδομένο, τότε, θα «αναγκαστεί» απλά, να σπάσει όλα του τα όρια, και να αλλάξει την συνήθης λειτουργία του. Και τότε, θα μεταφέρει απλά ότι συλλαμβάνει. Δίχως όμως την οποιαδήποτε παραποίηση. Δίχως εμπόδια λοιπόν. Καθαρά.

Άρα, ο Νους τότε τι; Παύει να υπάρχει; Δεν παύει να υπάρχει, στερείται όμως δικού του εγκλωβιστικού περιεχομένου. Τότε όμως είναι που γίνεται καθρέφτης, αυτών που πραγματικά υπάρχουν. Καμία παραποίηση. Καμία διαστρέβλωση. Όπως, και τίποτα να αγγίζεται σε προσωπικό επίπεδο.

Ποιο προσωπικό επίπεδο; Όταν, ούτε καν για τον ίδιο μου τον εαυτό δεν του έχω δώσει δεδομένα, τι να υπερασπιστεί; Κι από τι να με προστατεύσει, όταν αισθάνομαι πως δεν απειλούμαι;

Οι ωθήσεις οπότε του Εαυτού μου, όταν στραφεί η προσοχή του Νου σε αυτές, γίνονται γνωστές, ή προσεγγίζονται, ώστε να κατορθώσω να καταλάβω τι; Που, και πώς να κατευθυνθώ. Χωρίς όρους, χωρίς όρια, χωρίς σχέδια και προγραμματισμούς.

Συλλαμβάνω λοιπόν κάτι από τον εξωτερικό κόσμο. Δεν το γνωρίζω. Το κοιτάω. Το εξετάζω. Δεν του δίνω (με τις παραινέσεις του Νου), κανένα απολύτως χαρακτηριστικό. Συλλαμβάνεται μπρος μου ακριβώς όπως είναι. Καθαρά. Δεν δημιουργώ δεσμό, άρα και εξάρτηση μαζί του. Έχω ανοίξει τότε τι; Μία δίοδο. Μια δίοδο, να εισπράξω από μέσα μου, (όχι χρησιμοποιώντας αυτόν τον κόσμο που υποτίθεται ότι γνωρίζω), το τι είναι αυτό που βλέπω. Και οι πληροφορίες, (αν το θελήσω), έρχονται ατόφιες.

Αν αισθανθώ κάποια δυσαρμονία, ξεκινώ με απορίες και ερωτήσεις να διερευνήσω την αιτία της κάθε δυσαρέσκειας μου, άρα δυσαρμονίας μου. Και τι βρίσκω; Πάντα βρίσκω μια δική μου διαστρέβλωση (με την οποία έχω παρασυρθεί από κάποια «κρυφή» εγγραφή που έχει υπάρξει στον υποσυνείδητο Νου). Εξετάζοντας, εντοπίζεται η διαστρέβλωση, και επανέρχομαι στην ισορροπία. Γιατί, η φύση μου, είναι η ισορροπία.

Διότι πως αλλιώς θα μπορούσα ποτέ να εξετάσω βαθύτερα αυτό που Είμαι, αν πρώτα, δεν καθαρίσω εντελώς τη δυσαρμονία, από όλες τις λάθος μέχρι τώρα μεσολαβήσεις του Νου, που με κρατούν δέσμιο; Κι αυτό, γιατί ως μεσολαβητής υπάρχει ο Νους σε αυτόν τον κόσμο. Στον κόσμο όμως που το Είναι μου, βρίσκεται ως Εαυτός, στον Εαυτό, δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το Νου. Το νιώθω. Το βιώνω... Είναι πέρα… Για να πάω λοιπόν πέρα, χρειάζεται σαφώς να ξεκαθαρίσω, όλες τις «εκκρεμότητες» εδώ. Και εκκρεμότητες, είναι όλα όσα αφορούν τη λειτουργία του Νου μου. Να που και πάλι βρίσκω δίκιο, και αυτή τη φορά σε όλα όσα μου λέχθηκαν, όσων αφορούν, «την απαραιτότητα  της Υπέρβασης του Νου». Της υπέρβασης, όλων ανεξαιρέτως των προγραμματισμών. Όλων. Αυτό είναι…



ΤΟ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΟ ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΒΙΩΜΑ

Για να ταυτοποιήσουμε οτιδήποτε είτε ως ψεύδος, είτε ως αλήθεια, είναι απαιτητό πρώτα να γίνει βίωμα μας. Αν δεν γίνει βίωμα μας και απλά το αποδεχτούμε γιατί το είπε «κάποιος» (υποτίθεται γνώστης), ή γιατί «ακούγεται ως καλό» επειδή ηχεί ευχάριστα από τη μια, ή το απορρίψουμε από την άλλη επειδή (ενώ δεν το παραδεχόμαστε μέσα μας τελικά,) δεν «μας άγγιξε πουθενά», είναι ακριβώς επειδή απλώς ενώ συλλαμβάνουμε και το ένα και το άλλο, δεν τα έχουμε «κατανοήσει», και γι’ αυτό γρήγορα γρήγορα απλά κατατάσσουμε το δε πρώτο στο «κουτάκι» του μυαλού μας με τα «αποδεκτά», ενώ το άλλο στο κουτάκι με τα «κατακριτέα». Η συνήθεια βλέπετε να κατατάσσουμε τα πάντα σε «κουτάκια»…

Όπως και να’ χει η ουσία είναι πως ότι δεν «φτάνουμε», (δεν κατανοούμε) για μας αυτόματα τελικά δεν υπάρχει, (περνώντας εντελώς επιφανειακά μέσω της συνείδησης μας), ενώ θα μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε ως «τροφή» «ζοριζόμενοι» για στοχασμό. Και λέμε ζοριζόμενοι, γιατί έχουμε μάθει να απορροφάμε πολύ εύκολα ότι μας σερβίρουν με «ωραίο περιτύλιγμα» χωρίς το παραμικρό ψάξιμο, όπως επίσης και να απορρίπτουμε με την ίδια ευκολία κάθε «πνευματική τροφή», ακριβώς επειδή δεν έχουμε μάθει να εμβαθύνουμε. Διότι μόνο εμβαθύνοντας, (στοχαζόμενοι) ότι κι αν συλλαμβάνουμε, έχουμε τη δυνατότητα να αναπτύξουμε την ικανότητα ουσιαστικής (και όχι μόνο επιφανειακής) σύλληψης - απορρόφησης του, και άρα εκ’ των υστέρων και επεξεργασίας του, δίχως όμως την οποιαδήποτε παρέμβαση, αλλοίωση του συλληφθέντος αντιληπτού.

Επειδή «φεύγουμε» από την συνήθεια του να έχουμε καταστήσει τους εαυτούς μας μαλθακά όντα, γι’ αυτό ακριβώς και αναφέρθηκε πως (αρχικά), σαφώς και αποτελεί  ζόρι για εμάς. Αυτό το ζόρι είναι όμως τελικά που «ενεργοποιεί» σημεία μέσα στον εγκέφαλο μας, τα οποία μεταμορφώνονται από ανενεργά και κοιμούμενα, σε κύτταρα ολοζώντανα και σε πλήρη εγρήγορση. Ακριβώς επειδή τίθενται σε λειτουργία και «προπονούνται», όπως κατά τον ίδιο τρόπο γυμνάζουμε κάποιους μυς στο σώμα μας με τη σωματική άσκηση.

Έτσι μόνο μπορούμε οτιδήποτε συλλαμβάνουμε να (φαίνεται αρχικά,  γιατί αργότερα κι αυτό αλλάζει πως) το «φέρνουμε» κοντά μας, ώστε να νιώθουμε  «ένα μαζί του», καταργώντας τον (αρχικό απατηλό) ξεχωρισμό – διαχωρισμό του από εμάς.

Οπότε, ενασχολούμενοι με το βαθύ στοχασμό, κι όχι απλά σκεπτόμενοι το αντικείμενο αυτό καθαυτό που συλλήφθηκε, αλλάζουμε, επεκτεινόμαστε, ελευθερωνόμαστε. Γιατί όταν σκεφτόμαστε γι’ αυτό που συλλαμβάνουμε, οι σκέψεις μας γίνονται το σημείο αναφοράς όλης μας της περαιτέρω λειτουργίας. Έτσι, χάνεται η αρχική αγνή σύλληψη γιατί υπέπεσε στο επίπεδο της διανοητικής επεξεργασίας, μια και  βασιζόμαστε στις «ιδέες»  που μας προκύπτουν, οι οποίες παντρεμένες πλέον με τις πεποιθήσεις και τα κολλήματα μας, (τα όρια – δεσμά, που έχουμε θέσει οι ίδιοι από την εμπειρία του παρελθόντος μας), καταλήγουμε να αναπαράγουμε συνεχώς (υποσυνείδητα ) ήδη γνωστά αμετακίνητα για εμάς δεδομένα, πράγμα που μας καθιστά κολλημένους, κλειστούς, φυλακισμένους… Δεν ρέει η συνείδηση μας ανεμπόδιστη, κι ακριβώς αυτό είναι η αιτία της δυστυχίας μας.

Στο στοχασμό μας αντίθετα, αφήνουμε ελεύθερη τη διαδικασία της αντιληπτικής απορρόφησης να υφίσταται από μόνη της, μη εμποδίζοντας την. Γιατί ακριβώς όταν παίρνουμε την οποιαδήποτε θέση, ή καταλήγουμε σε συμπεράσματα δεν κάνουμε τίποτε άλλο από το να διακόπτουμε ή να εμποδίζουμε την ελεύθερη διαδικασία της βαθιάς κατανόησης, μέσω της «ελεύθερης» απορρόφησης. Ο ίδιος ο στοχασμός, «το ανεμπόδιστο κοίταγμα» βαθαίνει, και οδηγεί στο βίωμα, οπότε και στην κατανόηση.

Το «που» βρισκόμαστε λοιπόν συνειδησιακά, έχει να κάνει με το «βάθος» των βιωμάτων μας, όπως και με την βαθύτερη προσέγγιση οποιουδήποτε αντικειμένου συλλαμβάνει η αντίληψη μας, με μοναδικό μας σκοπό, ακριβώς τη βίωση του. Γιατί το βίωμα, δεν αφορά ούτε αντίδραση, ούτε γνώμη-άποψη, ούτε άμυνα-επίθεση, και φυσικά ούτε επεξηγήσεις-αναλύσεις. Ξεκάθαρη, άμεση κατανόηση μέσω της Ένωσης!


ΚΙΝΗΣΗ ΑΠΟ ΑΝΩ (ΜΕΣΑ), ΠΡΟΣ ΤΑ ΚΑΤΩ (ΕΞΩ)

Πρώτα προκύπτει το βίωμα, και μετά η οποιαδήποτε αντιληπτική, σκεπτική, (και κατόπιν λεκτική, ή ακόμα και συγγραφική) προσπάθεια οιανδήποτε προσέγγισης, (κατεβάζοντας κατά αυτόν τον τρόπο σαφώς ότι βιώθηκε, και φυσικά περιορίζοντας το με αυτή την προσπάθεια), κι αυτό, μόνο για να αγγιχθεί με την περιγραφή ώστε να γίνει διαθέσιμο για  υποψιασμό, ως φάρος προστασίας, ή απλώς για να δειχθεί  ο δρόμος για ίδιο, ή (γιατί όχι), ακόμα και για βαθύτερο βίωμα.

Και όχι για να «καταλάβουμε» απλώς κάτι. Αν απλώς το καταλάβουμε, τότε ήδη το έχουμε επεξεργαστεί διανοητικά, οπότε έχουμε βγάλει και τα ανάλογα συμπεράσματα, αλλά όχι τελικά επειδή έγινε «κτήμα μας», (και αφορά εμάς για εμάς), αλλά επειδή το προσαρμόσαμε στους ήδη υπάρχοντες περιορισμούς μας, με οδηγό τις γνώσεις που διαθέτουμε. (Άρα, το προσαρμόσαμε στον ήδη γνωστό κόσμο μας, οπότε δεν μας εξυπηρετεί στο ελάχιστο στο να επεκτείνουμε την υπάρχουσα αντιληπτική μας συνειδησιακή θέση). Έχουμε ήδη καταλήξει οπότε σε μία συγκεκριμένη, (αν και πολλές φορές όχι και τόσο ξεκάθαρη) άποψη γι’ αυτό που συλλαμβάνουμε.

Και που «βρομάει» το πράγμα σε όλο αυτό; Στο γεγονός, πως έχουμε εμείς οι ίδιοι «φτιάξει» ένα σενάριο τελικά για το τι λαμβάνει η αντίληψη μας, (που σημαίνει πως δεν την αφήνουμε ελεύθερη), και αυτό είναι που αποκλείει εντελώς το να αφορά κάτι αληθινό γιατί το αληθινό, δεν αποτελείται ούτε από «απόψεις», ούτε από «σενάρια». Το αληθινό, ή είναι έτσι, ή δεν είναι. Δεν προτάσσει δεδομένα μέσα από τα οποία κάνουμε διαλογή για το πιο θεωρούμε καλύτερο, ή μας βολεύει περισσότερο ώστε να το υιοθετούμε. Απλά, βιώνεται.

Μια και το βίωμα το ίδιο έχει όλες τις πληροφορίες ως αυταπόδεικτη γνώση  κι αυτό, πάντα υπό μορφή αποκαλύψεων (πολλές φορές τόσο τρανταχτών που μας συνταράσσουν). Έτσι, φτάνουμε ν’ απορούμε και οι ίδιοι πως και τόσον καιρό δεν μπορούσαμε να δούμε όπως τώρα, ενώ πάντα βρίσκονταν (και βρίσκονται) τα πάντα μπροστά μας.