Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΤΟΥ «ΒΛΕΠΕΙΝ»

Όλες οι πίστεις για μας, τον κόσμο γύρω μας, τα πράγματα, είναι απλώς… θεωρήσεις. Θεωρήσεις, από τις οποίες φτιάχνουμε θεωρίες, ανάλογες με την λογική σκέψη που συμπληρώνεται από τα παρουσιαζόμενα του φαινόμενου κόσμου. Όπως το λέει όμως η λέξη, «φαινόμενου» κόσμου, δεν είναι τίποτε άλλο από αυτό που μόνο φαίνεται, αλλά, είναι όμως και έτσι;

Από την εμπειρία μου, και τις βιωματικές μου αποκαλύψεις διαπίστωσα στην πάροδο του χρόνου ότι ενώ ναι, είναι έτσι, είναι η αλήθεια ως προς το παρόν πεδίο, το θέμα έχει να κάνει με το τι σημαίνει για τον καθένα μας όμως αλήθεια «αυτού που βλέπουμε» τελικά, και όχι το ποια είναι η αντικειμενική αλήθεια, και το τι σημαίνει αντικειμενική αλήθεια.

Γιατί το τι είναι αλήθεια, πραγματικότητα, δεν τον απασχολεί τελικά κανέναν, γιατί απλά, δεν βλέπουμε αυτήν την αλήθεια. Την καθολική. Δεν μπορούμε να τη δούμε. Υπό αυτή την έννοια ότι κι αν δούμε είναι ένα ψέμα. Όχι ως γεγονός όμως. Μην μπερδέψουμε τα πράγματα. Είναι ψέμα, ως προς τη «βαρύτητα» ή τη «θέση» που θα έχει μέσα μας σε σχέση με τον επηρεασμό της όλης μας ψυχολογίας από αυτό που παρουσιάζεται. Διότι φτάνουν όλα τα φαινόμενα, να αφορούν το τι «σημαίνουν» για μας ως προς το τι «νομίζουμε» προσωπικά ο καθένας μας γι’ αυτά. Για ίδια οπότε διαδραματιζόμενα γεγονότα, αντικείμενα, ανθρώπους, εγώ, εσύ, ο άλλος και ο κάθε άλλος, φτάνουμε να τα αντιμετωπίζουμε και να τα βλέπουμε υπό το πρίσμα του δικού μας «προσωπικού» κόσμου ο καθένας μας, και όχι υπό το πρίσμα της αντικειμενικής πραγματικότητας που έχουν ως αυτό που είναι, και τέλος!

Αυτό σημαίνει πως για ένα γεγονός, εσώτερα ο καθένας μας, βγάζει τελείως διαφορετικά συμπεράσματα κι αυτό, για το ίδιο γεγονός, που (μόνο) θεωρητικά ως ίδιο το βλέπουμε όλοι.  Ενώ αυτό το γεγονός, η κατάσταση, ή το άτομο μπρος μας, είναι μεν αυτό που είναι, (αυτό που φαίνεται, όπως φαίνεται, αντικειμενικά, καθαρά,) μέσα μας, προστίθενται οι «σκέψεις μας» γι’ αυτό, (οι πεποιθήσεις μας, τα όρια μας, όλες οι παρελθούσες μας εμπειρίες, παρόμοια περιστατικά και η καταγραφή της κατάληξης αυτών) και τελικά, σε αυτές τις σκέψεις «μονάχα» βασιζόμαστε ως προς την τελική κρίση μας για ότι μα ότι κι αν αντικρίζουμε ή ζούμε, και όχι στην αλήθεια που το αφορά αυτή καθαυτή.

Άρα, «νομίζουμε» πως βλέπουμε καθαρά αυτό που φαίνεται μπρος στα μάτια μας, αλλά τελικά, καμία σχέση. Κι αυτό, γιατί είμαστε τόσο ΟΛΟΚΛΗΡΩΤΙΚΑ ταυτισμένοι με τις υποσυνείδητες (χωρίς να το καταλαβαίνουμε) καταγραφές μας, που το συμπέρασμα που βγάζουμε για το κάθε τι που συμβαίνει, αφορά μία έγκριση ή απόρριψή του, βασιζόμενοι όχι σε αντικειμενικότητα, αλλά σε μία υπόγεια ακαριαία δεδομένη λειτουργία μέσα μας, που αποτελείται από έναν καθορισμό και προγραμματισμό, εξαιτίας του οποίου δρούμε  γενικότερα, όσων αφορά τους άλλους, τις καταστάσεις, εμάς, και γενικότερα τη ζωή μας.

Και τι κάνουμε επίσης; Εγκρίνοντας αυτό που βλέπουμε, αυτόματα το καταχωρούμε ως σωστό, και απορρίπτοντας το, ως λάθος. Προς τι όμως αυτή η κατηγοριοποίηση; Δεν μπορούμε κάτι να το δεχτούμε απλά και μόνο ως «γεγονός», μη χρωματίζοντας το, και μη βγάζοντας καθολικές απόψεις;

Όχι. Δεν μπορούμε. Δεν έχουμε μάθει κατ’ αρχήν να κάνουμε κάτι τέτοιο. Ότι φαίνεται λοιπόν, δεν είναι για μας και αυτό που είναι αντικειμενικά, γιατί το τι ακριβώς είναι, τι σημαίνει δηλαδή όπως είπαμε για μας, καθορίζεται από το μηχανισμό μέσα μας μέσα από τον οποίο καταλήγουμε σε συμπεράσματα ως προς αυτό και τελικά δεν αποφασίζουμε εμείς, αλλά ο μηχανισμός αυτός μέσα μας αποφασίζει για μας. Και όπως ήδη αναφέρθηκε αφού, είτε το καταχωρούμε ως σωστό και το πρεσβεύουμε, και ως λάθος και το απορρίπτουμε, (κι αυτή είναι η συνήθης λειτουργία του μηχανισμού), είτε, το εξετάζουμε μέσα μας υπό το πρίσμα μιας άλλης λειτουργίας, που ουδεμία σχέση έχει όμως με τη διαδικασία της σκέψης, και της παρακαταθήκης του προαναφερθέντος μηχανισμού.

Δεν παίρνουμε λοιπόν το σωστό ως τον έναν πόλο, και το λάθος, ως τον αντίθετο του, αλλά αντιμετωπίζουμε «την άποψη μας» γι’ αυτό, (δηλαδή είτε το θεωρούμε σωστό είτε λάθος, και τα δύο αυτά μαζί) ως τον έναν πόλο, με τον άλλο πόλο να έχει να κάνει με μία εντελώς διαφορετική κατάσταση «κοιτάγματος», που ουδεμία σχέση έχει με την έννοια του «σωστού», ή του «λάθους».

Γιατί μέσα μας, υπάρχει μία τέτοια δυνατότητα. Έχει να κάνει με δυνατότητα, γιατί αφορά  ανάπτυξη της ώστε να μπορεί να λειτουργήσει. Αφορά, ένα κοίταγμα ακαριαίο, χωρίς την ύπαρξη καμίας απολύτως διαδικασίας, ή μηχανισμού που πρέπει να λειτουργήσει υπόγεια (όπως το υποσυνείδητο) ώστε να μας κατευθύνει. Αυτό το κοίταγμα, δεν προτίθεται να σταθεί στην επιφανειακότατα όμως των νοητικών συνειρμών, ως το αποτέλεσμα υποσυνείδητων κατευθύνσεων, αλλά τι γίνεται; Αφορά, την «παράκαμψη» της διαδικασίας της σκέψης, μια και όπως είπαμε με τη σκέψη καταλήγουμε είτε σε κάτι «σωστό», είτε σε κάτι «λάθος», αλλά όχι σε κάτι «αληθινό». Γιατί αληθινό δεν είναι ούτε το σωστό, ούτε και το λάθος αλλά κάτι πέραν και από τα δύο. Βασικά, έχει να κάνει με ένα είδος ….«βύθισης».

Άγνωστη βέβαια η βύθιση από τη νόηση του ανθρώπου γιατί η νόηση λειτουργεί, μονάχα επιφανειακά. Είναι σαν οι σκέψεις να έχουν να κάνουν με τα σύννεφα, και σε αυτές να  ανήκουν και τα συμπεράσματα περί σωστού και λάθους και η βύθιση, να έχει να κάνει με τον ουρανό που βρίσκεται πάντα πίσω από τα σύννεφα. Είτε είναι πολλά, είτε λίγα, είτε «βαριά», είτε ανάλαφρα αυτά τα σύννεφα. Υπάρχει λοιπόν περίπτωση τα σύννεφα να έχουν ποτέ τη δυνατότητα «να συλλάβουν» τη λειτουργία του ουρανού; Όχι βέβαια.

Η σκέψη βασικά, μια και η γενικότερη διαδικασία της είναι συνειρμική, αφορά αντίδραση στις καταστάσεις, από κάτι που προηγήθηκε στο παρελθόν και έχει καταχωρηθεί, άρα, δεν αποτελεί ποτέ εσωτερικά, λειτουργία ως δράση μέσα στον άνθρωπο. Αφού έχει προηγηθεί κάτι άλλο, δεν αποτελεί ξεκάθαρα «αντίδραση»; Φυσικά! Απλά με τις σκέψεις μας αντιδρούμε μέσα μας, και εφόσον ερχόμαστε σε επαφή με τους άλλους ανθρώπους με τις θέσεις αυτών των σκέψεων μας, δρούμε με αυτές στο εξωτερικό περιβάλλον. Δρούμε έξω, αφού έχουμε «αντιδράσει» μέσα μας μέσω συνειρμών. Εσωτερικά λοιπόν η στάση μας, είναι πάντα ανταποκρινόμενη ως προς κάτι άλλο, συνήθως που θα έρθει, έξω από εμάς. Ένα φαινόμενο, το οποίο θα «κρίνουμε», ανάλογα τις καταγραφές μας που θα ερεθίσει. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι είναι πάντα προβλέψιμοι….

Το κοίταγμα όμως για το οποίο συζητάμε, αφορά, ξεκάθαρα μία δράση εσωτερική. Μία δράση όμως, που κανείς δεν μπορεί να δει, να διαπιστώσει ότι μας συμβαίνει, οπότε και να μας «τσεκάρει» ως προς αυτή.

Έχει να κάνει κατ’ αρχήν με ένα σταμάτημα μας, όλων των υπόλοιπων εσώτερων διαδικασιών, που το ίδιο αυτό σταμάτημα, αναπτύσσει με τη σειρά του ένα «χώρο» μέσα μας. Έναν άδειο χώρο, (από όλες τις υπόλοιπες συνειρμικές διαδικασίες και σκέψεις όπως είπαμε αφού έχουν σταματήσει), μέσα από τον οποίο θα μπορέσουμε «να δούμε», ….αλλιώς.

Αδειάζουμε λοιπόν κατά πρώτον. Καί από ιδέες, καί από πεποιθήσεις, καί από συναισθήματα. Ή αν θέλετε, τα αφήνουμε προσωρινά στην άκρη. Πατάμε «παύση» σε αυτά, αν το δούμε και υπό αυτήν την έννοια. Γιατί, και είναι λογικό, πως μπορούμε αντικειμενικά να δούμε κάτι, όταν ήδη έχουμε σχηματισμένες απόψεις οι οποίες και θα καθορίσουν ότι μα ότι κι αν κοιτάξουμε, μια και θα το «χρωματίσουν» ανάλογα με αυτές;

Αδειάζουμε λοιπόν, πατάμε παύση σε όλα, και ανοίγουμε αυτόν τον χώρο. Είναι αίσθηση. Πάμε δηλαδή, σε εσωτερικές αισθήσεις, πέραν των αισθημάτων που έχουμε συνηθίσει ως λύπη, χαρά κλπ. Έναν χώρο στον οποίο αισθανόμενοι, βιώνουμε πως δεν υπάρχει σε αυτόν, τίποτα μα τίποτα απολύτως. Είναι βασικό να το νιώσουμε αυτό. Πλήρες…κενό. Σαν γενική καθαριότητα ένα πράγμα…

Στη συνέχεια, εστιάζουμε την προσοχή μας, (πολύ μεγάλο «εργαλείο» η προσοχή), στο εν λόγο ζήτημα, πρόσωπο, κατάσταση, (και μόνο σε αυτό), και απλώς, το βλέπουμε όπως παρουσιάζεται. Ποια τα φαινόμενα δεδομένα του, και τι ακριβώς έχει συμβεί ως κατάσταση που το αφορά. Ξαναλέω, μόνο το βλέπουμε. Δεν κρίνουμε, δεν παίρνουμε θέση, δεν συγκρίνουμε, δεν νιώθουμε τίποτα εξαιτίας του (συνειδητά). Και ακριβώς σε αυτή τη φάση, κοιτάμε, (εστιάζοντας την προσοχή μας) σε αυτόν τον κενό χώρο που «δημιουργήσαμε» είπαμε πρωτύτερα, βλέποντας, στο «τι ακριβώς μας κάνει», αυτό το οποίο εξετάζουμε. Όχι διανοητικά. Όχι, «τι σκέψεις» έχουμε γι’ αυτό, αλλά ούτε και τι συναισθήματα μας προκαλούνται από αυτό.

Τα συναισθήματα ως προς αυτό, ξεκινούν από την προαναφερθείσα κατάληξη μας ως προς το εξεταζόμενο, καταχαρούμενο στην κατηγορία της έγκρισης ή της απόρριψης άρα, στην κατηγορία του «μ’ αρέσει» - «δε μ’ αρέσει», που σημαίνει έχουμε πάρει ήδη «θέση». Εδώ συζητώ να δούμε τι νιώθουμε ως προς αυτό, μη έχοντας πάρει γι’ αυτό, καμία απολύτως θέση. Απλώς, το εξετάζουμε. Γιατί αν έχουμε συναίσθημα ως προς αυτό, ήδη έχουμε καταλήξει σε συμπέρασμα ενώ το ζητούμενο είναι «το ψάξιμο» του. Το απλώς, κοίταγμα του.

Με αυτή τη στάση, κάποια στιγμή, θα νιώσουμε, κάτι μέσα μας ας το πούμε «να ανθίζει», (αυτή είναι η αρχική αίσθηση). Αυτό το άνθισμα, είναι η «αίσθηση» που έχουμε γι’ αυτό, η οποία περιλαμβάνει και πληροφορίες μέσα της οι οποίες και το αφορούν.

Καλή «προπόνηση» θεωρώ πως είναι να προσπαθήσουμε «να αισθανθούμε» ένα δέντρο, ή ένα φυτό αρχικά, για να «γνωρίσουμε» αυτή την αίσθηση. Όχι όμως ένα ζωντανό πλάσμα όπως το σκυλάκι μας, γιατί αυτό δεν είναι κάτι στατικό, οπότε θα μας μπερδέψει στα αρχικά τουλάχιστον βήματα, που δεν έχουμε εξοικειωθεί, μάθει να ζούμε με αυτήν την αίσθηση - λειτουργία. Το δέντρο όμως, που ενώ είναι κάτι ζωντανό που δεν κινείται, και δεν διαφοροποιείται εξωτερικά, είναι ιδανικό ως πεδίο της «προπόνησης» μας. Έχοντας λοιπόν «ανοίξει» χώρο μέσα μας, αποκλείοντας όπως είπαμε πρωτύτερα οτιδήποτε άλλο, αισθανόμενοι μονάχα το δέντρο, «συνδεόμαστε» μαζί του καθαρά, και μπορούμε, (και πάλι στα αρχικά στάδια για να εξοικειωθούμε) να χρησιμοποιήσουμε υποβοηθητικά και κάποιες ερωτήσεις ως προς το «κοίταγμα» μας. Αν νιώθει το δέντρο καλά με τη θέση του, αν είναι χαρούμενο, αν είναι σοβαρό, αν αντιλαμβάνεται την παρουσία μας, και ότι άλλο μας βγει, αφήνοντας να «μας μιλήσει» η αίσθηση μας γι’ αυτό….

Αν σας φαίνεται γραφικό όλο αυτό, (εννοώ για το δέντρο), μην δοκιμάσετε καν να το προσπαθήσετε, μια και ήδη έχετε αποκλείσει με τον προγραμματισμό σας στον εαυτό σας αυτή τη δυνατότητα… Προσωπικά, αποκλείω μονάχα, ότι έχω κάνει πράξη η ίδια ειδάλλως, δεν έχω το δικαίωμα να απορρίψω το οτιδήποτε, γιατί δεν είμαι γνώστης του!

Η ουσία εδώ, είναι πάντως, να καταλάβουμε πως όσο είμαστε στα δικά μας γνωστά δεδομένα αντίληψης, (που όλα περιστρέφονται γύρω από τη διανοητική λειτουργία), είναι αδύνατον να συλλάβουμε, άλλου είδους αισθήσεις, δυνατότητες αντίληψης του εαυτού μας, και γιατί όχι, δυνάμεις μέσα μας. Για να δούμε όμως κάτι άλλο, για να γνωρίσουμε κάτι άλλο, πρέπει, να αφήσουμε αυτό που χρησιμοποιούσαμε ως τώρα, αλλιώς, είμαστε ακόμα σε αυτό που ξέρουμε ήδη, άρα στους καθορισμούς μας.

Βέβαια, περνάμε κάποια στιγμή, από το να δούμε πως είμαστε, πως ήμασταν μέχρι πριν από αυτήν τη στιγμή και πίσω στο χρόνο, αλλά αυτό, είτε πρέπει να γίνει από τη θέση τη νέα, απορρίπτοντας, ή όπως προείπα αφήνοντας στην άκρη όλα τα προηγούμενα, είτε σιγά σιγά, ανακαλύπτοντας, βλέποντας και παρατηρώντας, «τι κάνουμε» ανά πάσα στιγμή, ποια τα κίνητρα μας, και ποια η αλήθεια μας. Κυρίως ψάχνοντας βεβαίως τα υποσυνείδητα δεδομένα κι αυτό μπορούμε να το δούμε και να το ανακαλύψουμε, σε κάθε τι για το οποίο νιώθουμε ακόμα και την παραμικρότερη δυσφορία.

Το προχώρημα μας όμως, αναγνωρίζεται πάντα σε κάτι, ή από κάτι, νέο, που κάνοντας το μας προάγει γιατί κατά τη συνέχεια, όλο και καινούριες διαπιστώσεις συναντάμε, όχι με την πεπατημένη λοιπόν, και ποτέ εκ του ασφαλούς, κρατώντας μόνιμα μονάχα τα γνωστά. Γιατί μονάχα στην πράξη τελικά μπορούμε να βιώνουμε. Γιατί η πράξη, και το βίωμα της, δεν είναι θύμηση. Και ισχύει μόνο στον παρόντα χρόνο. Δεν μπορεί να βίωσα κάτι προχθές για το οποίο να ένιωσα υπέροχα, «και να το μεταφέρω» στο σήμερα μου. Μόνο, να το βιώσω εκ’ νέου, ολοκαίνουριο τώρα μπορώ, και απλά η σκέψη μου, να με ενημερώσει ότι το γνωρίζω, αλλά τώρα το νιώθω. Διότι το χθες είναι χθες, και το προχθές - προχθές.

Το ζητούμενο είναι να μπορώ, να βιώνω κάθε τι, κάθε στιγμή που; Στον ΑΔΕΙΟ ΧΩΡΟ! Όχι να «διανοούμαι», ως προς αυτό γιατί αυτό κάνουμε. Να βιώνουμε πρέπει. Και να νιώθουμε αυτό που βιώνουμε. Όντες, ανά πάσα στιγμή χωρίς την οποιανδήποτε καταγραφή! Να έχουμε λοιπόν μνήμη, αλλά όχι παρελθόν χρειάζεται. Όχι παρελθόν που να μας καθορίζει, και να το κουβαλάμε ως «βάρος». Τότε μονάχα θα βρισκόμαστε σε μία αντιληπτική θέση τελείως διαφορετική από αυτή της νοητικής γνωστής διαδικασίας που καταχωρεί, κατηγοριοποιεί, κρίνει, οπότε και διαστρεβλώνει την αντίληψη μας για την πραγματικότητα.

Σε αυτό στηρίζεται και το ότι «όπως σκέφτεται» κάποιος για τη ζωή του «έτσι και είναι»! Γιατί, χρησιμοποιώντας την εμπειρία του παρελθόντος του, αποφασίζει και βλέπει, μόνο «μέσα» από το μυαλό. Τη λογική σκέψη. Την «flat» οπτική, που αποκλείει οτιδήποτε πέραν αυτών που έχουν συμβεί, με το βάρος όμως που κουβαλάνε, το οποίο ο ίδιος έχει προσάψει στον εαυτό του.

Το σημαντικό εδώ, σε όλο αυτό που περιγράφηκε, δεν είναι να χρησιμοποιηθεί, για να βλέπουμε μόνο τι ισχύει βαθύτερα στα πάντα γύρω μας, αλλά, στο να ανακαλύψουμε και να διαπιστώσουμε στην πράξη ο καθένας μέσα του πως αυτή η αίσθηση, αυτή η «φωνούλα», είναι πάλι μία φωνή δική μας! Και πως, αφορά, ένα βαθύτερο μέρος του εαυτού μας, το οποίο είναι απαλλαγμένο όμως από τις πεποιθήσεις και τους προγραμματισμούς που μας έχουν κάνει όλους μας να λειτουργούμε σαν «ζόμπι».


Δεν θα σας μιλήσω μεταφυσικά ότι υπάρχει ένα ανώτερο εγώ ή ένας ανώτερος εαυτός κλπ (αν και το έκανα πολλές φορές στο παρελθόν), αλλά θα σας πω, πως υπάρχουν λειτουργιές μας, οι οποίες ακόμα και στο μεταφυσικό χώρο να εδράζουν, δεν παύουν να μπορούν να βιωθούν από εμάς εδώ, τώρα, και τις οποίες μπορούμε, (έχουμε αυτή τη δυνατότητα) να τις εντάξουμε στην καθημερινότητα μας, εφόσον διευκολύνουν τη ζωή μας, τις σχέσεις μας με αυτούς που αγαπάμε, κι εμάς τους ίδιους στο πως αισθανόμαστε καί για τον εαυτό μας, καί για τα πάντα γύρω μας, με λίγα λόγια, που μας οδηγούν στη γαλήνη, τη χαρά και γιατί όχι την ευτυχία. Από εμάς μονάχα εξαρτάται. Από κανέναν άλλον, και από τίποτα.


ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΩΣ ΜΙΑ «ΑΛΛΗ» ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

Ελευθερία, η αγαλλίαση της Ψυχής μας που δίνει την αίσθηση πως ζούμε αισθαντικά σε μία «άπλα» τεράστιας αγκαλιάς που απείρως μας υπερβαίνει όλους μας και Αγάπη, η αίσθηση της προστασίας αυτής της αγκαλιάς που φτάνει τα όρια της ευδαιμονίας, ότι κι αν γίνεται μέσα μας, ή έξω από εμάς. Τα δύο αυτά μόνο μαζί υπάρχουν, και δεν μπορεί να σταθεί το ένα, χωρίς να κρατά σφιχτά το χέρι του άλλου...

Αυτό σημαίνει πως μόνος «αντίπαλος» μας στη ζωή είναι ότι «μας χαλάει», ότι μας ταυτίζει με «γνώμες» με «πλευρές» και με «απόψεις» περί δικαίου και αδίκου, μέχρι να φτάσουμε κάποια στιγμή σε ατομικό επίπεδο ο καθένας μας, να μην μας χαλάει πια….τίποτα.

Υπό αυτή την έννοια όλα τα χαρακτηριζόμενα άσχημα, ή εμπόδια της ζωής μας είναι ο «δείκτης» του «πού» είμαστε ανά πάσα στιγμή, και σε «τι» είναι αναγκαίο να εργαστούμε. Γιατί όλα όσα μας απομακρύνουν από την Αληθινή Αγάπη και Ελευθερία αφορούν προσωπικές συνειδητές και υποσυνείδητες πεποιθήσεις, απόψεις και θέσεις, όπως, και «γνώμες» δικές μας, ή «γνώμες άλλων» που έχουμε ασπαστεί ως δικές μας, και όχι η πραγματική διάσταση που έχουν τα πάντα σ’ ένα σύμπαν το οποίο δεν νοιάζεται ποτέ για ένα μονάχα λουλούδι, αλλά για το τι πρέπει να γίνεται ώστε να έρχεται η άνοιξη, και να διεξάγονται αρμονικά οι εποχές, δηλαδή οι κύκλοι της ζωής σε μακρόκοσμο, και μικρόκοσμο, που είναι ουσιαστικά το ένα και το αυτό...

Έτσι ο Δρόμος της Εσωτερικής Πνευματικής ανάπτυξης, περνάει μέσα από τον τρόπο Διαχείρισης αυτών που ούτως ή άλλος συμβαίνουν, εκμεταλλευόμενα από εμάς ώστε να τα υπερβαίνουμε, διότι γι’ αυτό ακριβώς υπάρχουν, και γι’ αυτό υπάρχουμε κι εμείς εδώ… Γινόμενοι οπότε Κύριοι της ύλης, του συναισθήματος και της σκέψης, δηλαδή της τριπλής διάστασης του ανθρώπου, ανοίγεται ο Δρόμος ακόμα πιο πέρα... Μόνο τότε.

Το σήμερα, είναι η «μαγιά» του αύριο και το χθες, η «κοπριά» του σήμερα. Καταλαβαίνουμε λοιπόν από αυτό τι ζούμε όταν εξακολουθούμε να διαιωνίζουμε και να υπάρχουμε με το χθες, μετατοπίζοντας το στο κάθε σήμερα μας…

Η πορεία όμως, η αληθινή πορεία του Ανθρώπου, δεν αφορά μόνο τα της ύλης και της υλικής μας ζωής τα οποία έχουμε αναγάγει ως κυρίαρχα στη ζωή μας. Υπάρχει και η Πνευματική διάσταση στην οποία εισερχόμαστε, μονάχα αφού αντιληφθούμε τι είναι πραγματικά η «φαινομενική» ζωή, τι κάνει σε εμάς ζώντας την, και τί είμαστε εμείς μέσα της. Κατόπιν, αφού αυτά τα διαπιστώσουμε σε βάθος και τα κατανοήσουμε βιώνοντας τα, έρχεται ως αποτέλεσμα, ως στάδιο ωρίμανσης πια ότι μαθαίνουμε να διευθετούμε τη ζωή μας στο φαινομενικό επίπεδο του σώματος με τέτοιο τρόπο, που φτάνει να καθιστά πλέον για μας αυτή η καινούρια προσέγγιση μια νέα αφετηρία, και στη συνέχεια τον «βατήρα», τον οποίο κατόπιν χρησιμοποιούμε για παραπέρα…

Η «γνώση» όμως γι’ αυτό το παρά πέρα, είναι και πάλι βιωματική. Εσωτερική. Καθαρά προσωπική. Και είναι μία γνώση η οποία δεν θα χωρέσει ποτέ σε κανένα βιβλίο, δεν θα μας την πει κανένας άνθρωπος, και δεν θα την βρούμε έξω από εμάς. Έρχεται ως εμπειρία μιας φυσικής αβίαστης συνέχειας, η οποία φυσικά δεν «ελέγχεται» ούτε από το μυαλό μας, ούτε από εμάς, ούτε από κάποιον... Αλλά και ούτε είναι κάτι που «μαθαίνεται» βεβαίως γιατί υπεισέρχεται πλέον η συνείδηση μας σε ανεξερεύνητα βάθη ή ύψη, τα οποία  ξεφεύγουν απείρως από οτιδήποτε θα μπορούσαμε ποτέ να έχουμε τη δυνατότητα να γνωρίσουμε στης ύλης τη ζωή γιατί δεν υπάρχει άλλη πηγή με τους γνωστούς τρόπους αναζήτησης μας, από την πηγή που γιγνώσκεται με τη βουτιά στο «κενό», ως παράγωγο της ωρίμανσης μας.

Μόνο Ατομικά είμαστε σε θέση να μας δοθεί και τη μαθαίνουμε ακριβώς τη στιγμή που τη ζούμε, γιατί αφορά καί αισθήσεις, καί πληροφορίες ταυτόχρονα, δίχως όμως να είναι δυνατή η θύμηση της ως προς κάποια αναπαραγωγική διαδικασία γιατί κατ’ αρχήν, δεν είναι διαδικασία. Μόνο να τη ζούμε μπορούμε στο παρόν, χωρίς να μεταφέρεται, ή να μοιράζεται, ώστε να είναι σε θέση να κοινοποιηθεί. Όχι επειδή αφορά κάποιο απόκρυφο μυστικό, αλλά επειδή τα του κόσμου τα μέσα, αδυνατούν να την προσεγγίσουν, πόσο μάλλον να την περιγράψουν ξεδιπλώνοντας την, τεμαχίζοντας την, ή τοποθετώντας την «σε κουτάκια» θεωριών.

Αυτή τη Γνώση, όταν ξεφεύγουμε από τις πέντε αισθήσεις και το μυαλό, και περνάμε σε εσωτερικές καθαρά αισθήσεις, μόνο βιώνοντας την και οι δυο μας, είμαστε σε θέση να μπορούμε ο ένας, να κατανοήσει απόλυτα τον άλλον. Τότε η «γλώσσα», είναι δείκτης κατεύθυνσης του που να στρεφόμαστε μέσα για να συνεννοούμαστε αλλά τα ίδια τα λόγια, δεν λένε τίποτα. Κάποιος που θα μπορούσε να μας παρατηρεί, δεν θα μπορούσε να μας κατανοήσει…

Αν δεν μιλάμε από αυτήν, τότε, δεν είμαστε σε κοινό πεδίο, αλλά ο καθείς κοιτά μέσα από το πρίσμα του κάθε δικού του κόσμου, κι ας ζούμε «εξωτερικά» υποτίθεται στον ίδιο κόσμο. Είναι μόνο φαινομενικά ο ίδιος κόσμος. Τα φαινόμενα δηλαδή είναι αυτά που παραμένουν ίδια αλλά η αντίληψη μας, άρα και η προσέγγιση για τα φαινόμενα αυτά, όπως και η επίγνωση ως προς τον εαυτό μας και τους άλλους, απείρως διαφέρουν.

Σ’ έναν κόσμο λοιπόν Αγάπης και Ελευθερίας, ο μόνος μας αγώνας είναι το ξεπέρασμα όλων των εμποδίων που μας απομακρύνουν από αυτόν, γιατί οι ίδιοι ταυτιζόμαστε ή αρκούμαστε σε λιγότερα, μη πιστεύοντας τις περισσότερες φορές καν την ύπαρξη ενός τέτοιου κόσμου. Κι όμως υπάρχει! Υπάρχουν κι άλλα, πολλά άλλα, που η ανθρώπινη αλαζονεία από τη μια ως το ένα άκρο, ή αντίθετα η ανασφάλεια και η μικρότητα με την οποία είναι ταυτισμένοι οι άνθρωποι ως το άλλο άκρο, είναι και αυτά που εμποδίζουν τον άνθρωπο από το να δεχτεί έστω και την ύπαρξη ενός τέτοιου κόσμου, πόσο μάλλον να τον αναζητήσει. Κι αν τον αναζητήσει, το κάνει έξω του. Όχι στο πως να νιώθει εντός του, και με τι είναι ταυτισμένος, αλλά με τι ισχύει έξω στις κυβερνήσεις, στα γήπεδα, στην κοινωνία την οποία ζει. Γι’ αυτό ακριβώς και είναι απαραίτητη όμως πρώτα η απόταυτοποίηση μας από το «εγώ», την προσωπικότητα με την οποία είμαστε ένα ως τον εαυτό μας, που ευθύνεται για την δημιουργία ενός τέτοιου εξωτερικού κόσμου όπως τον κόσμο που γνωρίζουμε και ζούμε, μα έχοντας υπ’ όψιν μας πως αυτό το «εγώ» δεν είναι ικανό από τη φύση του να βιώσει και να ζήσει ποτέ του ούτε Ελευθερία, ούτε φυσικά και Αγάπη... Να ο λόγος που ο εξωτερικός κόσμος είναι ο τραγικός κόσμος που γνωρίζουμε. Γιατί μέσα του ο άνθρωπος, δεν λειτουργεί με καμία εσωτερική ή ανώτερη ποιότητα παρά μόνο με το «εγώ» του!

Υπάρχει αυτός ο κόσμος όμως μια και υπάρχουν άνθρωποι και χιλιάδων χρόνων αρχεία που το καταγράφουν... Ο μόνος τρόπος για να το διαπιστώσουμε, όλοι μας, είναι όχι η ακαδημαϊκή ή άλλου είδους εξωτερική έρευνα, αλλά η αναζήτηση εντός μας, ώστε να καταστούμε αυτόπτες μάρτυρες επιβεβαίωσης του, ή απόρριψης αυτού. Αν η αναζήτηση μας δεν είναι τέτοιου είδους είναι άκυρη, γιατί αφορά το: «όσα δεν φτάνει η αλεπού»… Δεν μπορούμε να απορρίπτουμε αυτό που δεν γνωρίζουμε «ιδίοις όμμασι». Μπορούμε να κρίνουμε, μόνο αυτό που θα καταλάβουμε, που θα δούμε, που θα αγγίξουμε, που θα νιώσουμε, που θα βιώσουμε….

Με δύο όμως μοναδικούς όρους:
1.Να γίνει το κυρίαρχο μέλημα μας, και στόχος μας στη ζωή και
2.Να μη σταματήσουμε ποτέ την αναζήτηση, την προσπάθεια, την έρευνα, την εις την πράξη εργασία, μέχρι να φτάσουμε. Που; Εκεί που θα διαψεύσουμε, ή θα επιβεβαιώσουμε τα όσα ακούμε ή διαβάζουμε και εκεί, που για την ανθρώπινη φύση τελικά είναι ο στόχος, και μια νέα αφετηρία, για ακόμα μακρύτερη πορεία…

Ποιος το πιστεύει όμως;

Αυτός που το πιστεύει, ήδη έχει κάνει το πρώτο βήμα…

ΕΠΙΛΕΓΩ ΝΑ ΘΥΜΩΝΩ; ΝΑΙ, ΟΠΩΣ & ΟΛΑ ΟΣΑ ΚΑΝΩ, ΑΙΣΘΑΝΟΜΑΙ, ΣΚΈΦΤΟΜΑΙ...

Το ζήτημα της αυτογνωσίας για να κατανοήσω, και να αποδεχτώ στον εαυτό μου πράγματα που αδυνατώ να παραδεχθώ ότι έχω ενώ λειτουργούν ερήμην μου, και γι’ αυτό το λόγο πληγώνομαι, ή πονάω, και δεν μπορώ να τα ξεπεράσω, δεν έχει να κάνει (ή δεν πρέπει να έχει να κάνει) με μια ξερή πληροφορία για μένα, δηλαδή το να γνωρίζω απλά ότι σε κάποιες περιπτώσεις πχ θυμώνω πολύ εύκολα.

Το ζήτημα είναι, ως κάτι που πρέπει να κάνω για οτιδήποτε που δεν με κάνει να νιώθω καλά ή με ενοχλεί, το να μπορώ να το διαπιστώνω εμπειρικά. Δηλαδή να αντιλαμβάνομαι και να βλέπω πχ στην περίπτωση του θυμού «τι άσχημα αποτελέσματα μου φέρνει»  στο σώμα, πόσο «βαριά» με κάνει να νιώθω, τι τον ενισχύει μέσα μου ως τις αρνητικές σκέψεις που μου επιβάλει να συλλαμβάνω.  Όλο αυτό, σαφώς με «ρίχνει». Και ακριβώς το πόσο με ρίχνει, είναι αρχικά που πρέπει να «κατανοήσω» και να αποδεχτώ. «Ναι, ο θυμός, μόνο κακό μου κάνει».

Και ποιο είναι το θέμα εδώ; Καταρχήν, ότι παίρνω την προσοχή μου από έξω, δηλαδή από «αυτόν που με θύμωσε», και κατά δεύτερο εξίσου σημαντικό, παύω να «προκαλώ» στον θυμό μου αντίσταση. Δεν τον πολεμάω πια. Αντίθετα τον καλωσορίζω για να τον δω, να τον εξετάσω, να αναγνωρίσω πως το να θυμώνω, δεν μου προσφέρει τίποτα απολύτως αντίθετα, με αποσυντονίζει, με ταράζει, με χαλάει.

Γιατί όμως θυμώνω; Γιατί έχω για παράδειγμα δίκιο σε κάποια περίπτωση, οπότε αναγκαστικά «πρέπει» να θυμώνω; Υπάρχουν κι άλλοι, πολύ πιο υγιείς, λογικοί, και συμφέροντες τρόποι να δηλώσω την άποψη μου στο περιβάλλον για πράγματα που ας πούμε διαφωνώ. Γιατί πρέπει να χαλάσω τη ζαχαρένια μου;

Τι προτιμώ να κάνω λοιπόν; Να εξετάζω το θυμό στην ουσία του, και από τρία μάλιστα διαφορετικά σημεία εστίασης μέσα μου. Από το πως εισπράττεται, συλλαμβάνεται από μένα σωματικά, συναισθηματικά, αλλά και διανοητικά.

Ο άνθρωπος έχει τη δυνατότητα να παρατηρεί τον εαυτό του. Είναι το μόνο πλάσμα που μπορεί να το κάνει. Κι αυτό ακριβώς μπορώ, και κάνω με το θυμό. Παρατήρηση, και εξέταση του σε βάθος.

Τι είναι αυτή η δυνατότητα στο δια ταύτα; Είναι το να καταλάβω στην ουσία, πως αυτός που παρατηρεί, (δηλαδή εγώ) και το αντικείμενο της παρατήρησης, (στην προκειμένη ο θυμός), είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Έλα όμως που όταν θυμώνω, έχω ταυτιστεί με το θυμό γινόμενος ο ίδιος ένας θυμός, ενώ, είμαι μονάχα «αυτός» που θυμώνει. Εν τέλη ότι κι αν παρατηρήσω είμαι εγώ, αφού έχω ταυτιστεί με αυτό που παρατηρώ άρα: Είμαι καί αυτός που παρατηρεί τελικά, (εγώ, αυτός που το κάνει όλο αυτό) αλλά καί το αντικείμενο της παρατήρησης μου (δηλαδή ο θυμός). Όμως όταν παρατηρώ το θυμό, διαπιστώνω πως είμαι, γίνομαι, δύο διαφορικά πράγματα. Οπότε τι γίνεται; Η ίδια η παρατήρηση, με διαχωρίζει από αυτό που παρατηρώ, και γι’ αυτό και το έχω «απέναντι» μου και μπορώ να το «βλέπω».

Αυτό με κάνει να βλέπω, πως άλλο είμαι εγώ, και άλλο τελικά ο θυμός, (όταν αυτό το παρατηρήσω και το κατανοήσω όπως είπαμε) οπότε, εκεί ακριβώς διαπιστώνω πως «ΔΕΝ» είμαι στην ουσία ο θυμός. Ταυτίστηκα απλά μαζί του, και πείστηκα, και πίστεψα πως είμαι… Αυτό όμως, τι άλλο σημαίνει; Πως τελικά, έχω την επιλογή, να επιλέξω και το να μην είμαι θυμωμένος, γιατί όπως είπαμε, εγώ είμαι μονάχα αυτός που τον παρατηρεί. Έτσι μπορώ να διαχωρίζω εμένα, από αυτά που βλέπω, που νιώθω, που σκέφτομαι. Η λειτουργία είναι η ίδια και για τα τρία. Να μπορώ να βλέπω τι κοιτάζω, τι νιώθω, και τι σκέψεις συλλαμβάνω. Είμαι, έξω από αυτά όμως, γι’ αυτό και τα βλέπω. Εδώ είναι το μυστικό, κι αυτός είναι ο παρατηρητής!

Με αυτόν τον τρόπο, και είναι και ο μοναδικός, μου δίνεται η δυνατότητα να συλλάβω, πως επιλέγω, αν και υποσυνείδητα τις περισσότερες αν όχι όλες τις φορές να θυμώνω. Επιλέγω! Που σημαίνει πως αν αναγνωρίσω πότε το κάνω, και γιατί, κοιτάζοντας τον θυμό σε βάθος, και εξετάζοντες τα πρόσωπα και τις καταστάσεις που εμπλέκονται σε αυτό μόνο ως σημεία όμως αναφοράς που απλά μου τον διεγείρουν για να τον εκφράσω, έχω τη δυνατότητα ως επιλογή, και να μην θυμώνω.

Αποκόβοντας τον εαυτό μου από το θυμό (αφού δεν είμαι αυτός), επόμενη φορά στις ίδιες συνθήκες, χρειάζεται «να προλάβω» να δω τη στιγμή που γεννάται, και να επιλέξω, όχι μόνο να μην εκδηλωθεί έξω στο περιβάλλον, αλλά πρώτιστα, να μην εστιαστώ σε αυτόν. Γιατί τελικά «συνήθισα» να θυμώνω κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, και καθαρά ενεργειακά, μόνος του πλέον εμφανίζεται μηχανικά, ακριβώς επειδή τον έχω δυναμώσει σε όλες τις προηγούμενες φάσεις που μου βγήκε. Τώρα, χρειάζεται να τον αφήσω να πεθάνει… Χρειάζεται δουλειά από μένα λοιπόν ώστε σιγά σιγά παύοντας να τον «ταΐζω», να αρχίσει να εμφανίζεται όλο και πιο σπάνια μέσα μου... Αυτή είναι η διαδικασία….



Η ΣΤΙΓΜΗ ΤΟΥ ΤΩΡΑ, Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΣΤΙΓΜΗ

Ότι ζούμε σήμερα, είναι αποτέλεσμα της παρελθούσας μας κτήσης και πατώντας σε αυτή, μας δίνεται η δυνατότητα να χτίζουμε το μέλλον μας. Γι’ αυτό είναι απαραίτητο αν σήμερα «δεν είμαστε ευτυχής» να γυρίσουμε πίσω, κατανοώντας το παρελθόν, αν θέλουμε να συνειδητοποιήσουμε πως είμαστε οι μόνοι υπεύθυνοι για τη ζωή μας συνδεδεμένοι με ότι μας συμβαίνει, κι όχι να θεωρούμε ότι είμαστε χωρισμένοι από τα πάντα γύρω μας. Γιατί το να κατανοήσουμε το παρελθόν, σημαίνει το να αποσαφηνίσουμε το πως φτάσαμε εδώ που είμαστε βλέποντας τις ωθήσεις μας, τα συναισθήματα μας, τα πιστεύω μας, τις δράσεις και επιλογές μας. Κοιτάμε, πως όλα είναι  αλληλένδετα μια και το ένα, έφερε το επόμενο του. Γιατί δεν έγινε απότομα αυτό που είμαστε σήμερα, ούτε και η κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε αλλά χτίστηκε. Κι αυτό, βήμα βήμα.
Στην ουσία δεν υπάρχει χρόνος. Όλη η ζωή μας ως σήμερα συνέβη, (και εξακολουθεί να συμβαίνει) «εκτός χρόνου». Μονάχα ο νους μας αντιλαμβάνεται όλη αυτή τη διαδικασία ως «χρόνο». Γιατί στην τελική, έχουμε μόνο την κάθε στιγμή. Με την κάθε στιγμή, να αφορά το κάθε μας βήμα. Δεν ζούμε όμως ολοκληρωτικά αυτό το βήμα. Συσσωρεύουμε διανοητικά πολλά βήματα μαζί, τις στιγμές, κρατώντας μια «σούμα» στιγμών τελικά στο κεφάλι μας με αυτή τη σούμα, να φτάνουμε να τη βλέπουμε συνολικά,  προκαλώντας μας μία εντύπωση. Από αυτήν την εντύπωση στη συνέχεια, βγάζουμε τα συμπεράσματα μας, και κατόπιν «σκεφτόμαστε» για την μετέπειτα πορεία μας. Έλα όμως που μας καθορίζει αυτή η εντύπωση τελικά, και μας εμποδίζει κατά αυτόν τον τρόπο να κοιτάζουμε την κάθε τωρινή στιγμή καθαρά. Δηλαδή «όπως πραγματικά είναι». Την βλέπουμε, μέσα «από τα γυαλιά» της εντυπωμένης σούμας μέσα μας. Έτσι, δεν ζούμε ολοκληρωτικά το τώρα, γιατί δεν έχουμε τη δυνατότητα να δούμε αυτά, που η εντύπωση μας δεν περιλαμβάνει γιατί τα επισκιάζει οπότε,  αποκλείουμε στον εαυτό μας τη δυνατότητα, να ζήσουμε ολοκληρωτικά, και όλες όσες καταστάσεις εντός των στιγμών υπάρχουν.
Στο ζήτημα ύπαρξης του χρόνου και γι’ αυτό θεωρούμε πως υπάρχει, μας μπερδεύει βέβαια και η αλλαγή της φύσης με το άνθισμα της με τη διαβαθμισμένη μεταβολή της από τη γέννηση, την ανάπτυξη, και σιγά σιγά την εξαφάνιση των φαινομένων της με το λεγόμενο μαρασμό (γηρατειά) που οδηγεί σε αυτό που αναγνωρίζουμε ως θάνατο, όπως ακριβώς μας μπερδεύει η διαδοχή της μέρας και νύχτας οπότε λέμε, ο χρόνος είναι αυτός που περνάει…
Όμως η κάθε μα κάθε στιγμή είναι αυτόνομη, και μόνο σε αυτήν μπορούμε να κινούμαστε. Ούτε στο παρελθόν, ούτε στο μέλλον. Γι’ αυτό λέμε και ξαναλέμε πως έχουμε μόνο το τώρα.
Πως εκμεταλλευόμαστε όμως αυτό το τώρα; Πως επιλέγουμε να αξιοποιούμε  το κάθε μας δευτερόλεπτο που είναι η κάθε «στιγμή» την οποία μέχρι να «πιάσουμε», μέχρι να συλλάβουμε έχει ήδη φύγει; Αυτή όμως είναι η ακροβασία στη ζωή! Τόσο λεπτή και ντελικάτη, που είναι αδύνατον «να την αντιληφθούν» τα διανοητικά μας συμπλέγματα που με αυτά λειτουργούμε. (Οι καταχωρημένες εντυπώσεις). Συλλαμβάνεται, μόνο από κάτι άλλο μέσα μας, που ενώ λέγεται ότι είναι «κάτι άλλο», είμαστε πάλι εμείς, όμως χωρίς τις καταχωρήσεις. Κάτι άλλο λέγεται, γιατί έτσι το βλέπουμε, ως ξέχωρο και ξένο από εμάς, μια και δεν το γνωρίζουμε. Δεν το ζούμε. Μόνο όμως με αυτό ως οδηγό, και όχι τα τακτοποιημένα δεδομένα μας έχουμε τη δυνατότητα να «μάθουμε» να «σερφάρουμε» στην κάθε στιγμή που ζούμε, στο λεγόμενο τώρα. Μόνο «ελεύθεροι» από το σουμάρισμα των στιγμών μπορούμε, να συμμετέχουμε στην κάθε μοναδική στιγμή, παύοντας να είμαστε μονάχα οι  θεατές της.
Η ζωή, είναι ένα κύμα. Και ο μόνος τρόπος για να ζούμε αυτό το κύμα, είναι να ριζώσει βαθιά μέσα μας πως (όπως είπαμε ήδη ) το μόνο που έχουμε είναι η κάθε στιγμή, αλλά και πως το μόνο σίγουρο στη ζωή, είναι η αλλαγή. Βιώνουμε την αλλαγή όμως; Ζούμε «στο άγνωστο» κάθε δευτερόλεπτο, ώστε να δίνουμε την δυνατότητα στον εαυτό μας να ζει ως καινούριος, να αντικρίζει τα πάντα ως πρωτοαναγνωριζόμενα, ή είμαστε και παραμένουμε, παγιδευμένοι στις εντυπώσεις που κρατάμε, ανασφαλείς και τρομοκρατημένοι; Η ζωή προχωρά. Εμείς; 

ΑΣΦΑΛΕΙΑ, ΑΞΙΑ, ΑΓΑΠΗ, ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ

Αν κοιτάξουμε λίγο στο τι διαδραματίζεται στη ζωή μας και τι δεν μας  ευχαριστεί σε αυτήν, θα δούμε πως όλα όσα θέλουμε να διατηρούμε και γι’ αυτό και τα συντηρούμε, και όλα όσα θέλουμε να αποκτήσουμε και γ’ αυτά και αγωνιζόμαστε, δεν τα θέλουμε τελικά πραγματικά τα ίδια, αλλά τα θέλουμε επειδή τα θεωρούμε ως τα απαραίτητα «μέσα», για να μας οδηγήσουν σε κάτι άλλο που βρίσκεται βαθύτερα...

Έτσι, θέλουμε σπίτια για να αποκτήσουμε Ασφάλεια,
αυτοκίνητα (και τα υπόλοιπα πράγματα) για να αποκτήσουμε Αξία,
ανθρώπους που «μας δονούν» ανάλογα, για να μας δώσουν Αγάπη, μία δουλειά για να νιώθουμε Αυτάρκεις κι Ανεξάρτητοι, άρα Ελεύθεροι κλπ

Όμως τα σπίτια γκρεμίζονται,
τ’ αυτοκίνητα συνεχώς χαλάνε και φυσικά καταστρέφονται,
οι άνθρωποι φεύγουν, (από κοντά μας ή από τη ζωή…),
και από τις δουλειές μας απολύουν….

Έτσι χάνεται η Ασφάλεια;
Χάνεται η Αξία;
Φεύγει η Αγάπη;
Παύουμε να είμαστε Αυτάρκεις κι Ανεξάρτητοι, άρα Ελεύθεροι;
Σαφώς όχι!

Απλά, έτσι νομίζουμε….

Κι αυτό, γιατί
1ον Επενδύουμε στην μονιμότητα,
2ον νομίζουμε ότι είμαστε το σώμα μας μόνο, και
3ον γι’ αυτό, (επειδή νομίζουμε ότι είμαστε το σώμα μας μόνο) δίνουμε έμφαση «στα μέσα» (δηλαδή σπίτια, αυτοκίνητα, ανθρώπους, δουλειές), με τα οποία θεωρούμε μπορούμε να αποκτούμε Ασφάλεια, Αξία, Αγάπη και Ελευθερία, αντί να διερευνήσουμε στην κάθε μία από τις παραπάνω έννοιες, το τι «Πραγματικά» σημαίνει το να είμαστε Ασφαλής, να Αξίζουμε, να νιώθουμε Αγάπη, να είμαστε Ελεύθεροι….

Γιατί στην ουσία Ασφαλής είμαστε όταν εξωτερικά, αναχαιτίζουμε κάθε επηρεασμό που «θα ήταν ικανός να χαλάσει την ψυχολογία μας», αφού έχουμε αναγνωρίζει βαθύτερα τι σημαίνει Ασφάλεια, Αξία, Αγάπη και Ελευθερία...

Η Αξία μας, είναι σε αυτό που Είμαστε, και ποτέ «σε αυτά που έχουμε ή αποκτούμε».

Την Αγάπη, κανείς δεν μπορεί ΠΟΤΕ «να μας τη δώσει», όπως φυσικά και «να μας την πάρει». Εκτός μονάχα, αν ήδη δεν έχουμε βιώσει πως η Αγάπη είναι η Φυσική μας κατάσταση…

Τέλος είμαστε Ελεύθεροι, μόνο όταν συνειδητοποιούμε πως όλες οι Αξίες μας, η Ηθική μας και τα Πιστεύω μας, πηγάζουν όχι από το σκηνικό της εξωτερικής μας ζωής, τι μας μάθανε, ή από το ποια είναι η φυσική κατάσταση του σώματος μας, αλλά από ότι πηγαία αναγνωρίζεται ότι Είμαστε μέσα μας εμφανιζόμενο από το πουθενά, χωρίς δεδομένα και καταγραφές, το οποίο και εφαρμόζουμε στην εξωτερική μας ζωή για να λειτουργούμε και έτσι πορευόμαστε.

Όταν από την άλλη, (και έτσι λειτουργούμε οι περισσότεροι άνθρωποι), έχουμε ταυτίσει όλη την Ύπαρξη μας με το σωματικό μας φορέα μόνο, λογικό είναι ότι το σώμα μας είναι τελικά αυτό που «μας προσδιορίζει», και  «καθορίζει» και το πώς είμαστε καί σε ψυχολογικό επίπεδο. Έτσι και η σκέψη, (που είναι ένα εργαλείο), υπακούει στο να εργάζεται με τις ωθήσεις καθαρά του σώματος, οπότε και η ερμηνεία μας για τη ζωή είναι ανάλογη…

Η πρωταρχική επιλογή λοιπόν του σώματος αφορά σκέψεις που έχουν να κάνουν με την προστασία του, οπότε την ασφάλεια του και δευτερεύοντος,  με την ευχαρίστηση του. Ως αποτέλεσμα, την ασφάλεια, ή ευχαρίστηση του σώματος, (επειδή την εκλαμβάνουμε μέσω των πέντε αισθήσεων μας), τη θεωρούμε ασφάλεια ή ευχαρίστηση δική μας, ενώ αφορά τον φορέα, μέσα στον οποίο Εμείς, είμαστε μονάχα οι ένοικοι... Σαν να ζούμε σ’ ένα διαμέρισμα που έχουμε τόσο ταυτιστεί μαζί του, που νομίζουμε πως είμαστε το διαμέρισμα…

Έτσι, όταν κάποια στιγμή θα έχουμε (και γι’ αυτό αγωνιζόμαστε) μόνιμα (νομίζουμε) την σωματική ασφάλεια, την σωματική προστασία και την σωματική ευχαρίστηση, θεωρούμε ότι τότε, σε κάποιο μέλλον που ποτέ δεν έρχεται, «θα» είμαστε εν τέλη και ευτυχισμένοι…. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που «τρέχουμε» όλη μας τη ζωή, και πάντα κάτι κυνηγάμε για το αύριο…. Έλα όμως που η Ψυχή δεν θρέφεται από αυτά, αλλά μονάχα το σώμα…

Αν το δούμε ακόμα καλύτερα θα διαπιστώσουμε, πως όλα ξεκινούν από φόβους που προκαλούν ανησυχίες, (όχι δικούς μας όπως είπαμε, αλλά δημιουργούμενους από ανάγκες) και πάλι του σώματος μας που όμως ποτέ δεν είναι αληθινοί, (γιατί δεν ζούμε σε εμπόλεμη ζώνη, ούτε και βεβαίως στην Αφρική), αλλά που έχουν να κάνουν με «το πώς σκεφτόμαστε για τα πράγματα», και δεν έχουν καμία σχέση με τα ίδια τα γεγονότα ή τα πράγματα. Όλα αφορούν το «αν». Σενάρια δηλαδή, (πάντα αρνητικά) για το μέλλον. Να γιατί λέμε ότι οι άνθρωποι ζούμε «σε έναν φανταστικό κόσμο» και πότε στην Πραγματικότητα, και τελικά φτάνουμε να μη ζούμε ποτέ…

Έτσι, δίνουμε έμφαση, μόνο «στην ερμηνεία» του εξωτερικού μέρους της ύπαρξης μας, οπότε αγνοούμε την Εσώτερη μας φύση, που μόνο αυτή όμως μπορεί να δει τα πράγματα καθαρά και αντικειμενικά για να μπορούμε να Είμαστε, και να νιώθουμε εν μέσω ενός κόσμου που τα πάντα ανά πάσα στιγμή καταρρέουν παρ’ όλα τα «φαινόμενα» Ασφαλείς, Άξιοι, Πλήρης (με Αγάπη), και φυσικά Ελεύθεροι.

Διότι τα σπίτια, είναι για να μας προστατεύουν από τις καιρικές συνθήκες, και για να μας παρέχουν τον απαραίτητο απαιτούμενο «δικό μας προσωπικό χώρο» για εσωστρέφεια, ανάλυση και εσωτερική αναγνώριση. Το «έξω», είναι για την επαφή «με τους άλλους», το «μέσα», για την ενδοσκόπηση και επαφή με τον «Εαυτό μας».

Τ’ αυτοκίνητα, είναι απλά για να μας πηγαίνουν στον προορισμό μας. Για να μας διευκολύνουν στη μετακίνηση, όπως και όλα τα υπόλοιπα πράγματα. Είναι δηλαδή για να διευκολύνουν αλλά και να απλοποιούν την καθημερινή μας ζωή.

Οι άνθρωποι, όλοι οι άνθρωποι στη ζωή μας, ακριβώς επειδή μεταξύ τους είναι καθ’ όλα διαφορετικοί, αντικατοπτρίζουν ο καθένας τους, κι ένα τελείως διαφορετικό κομμάτι του εαυτού μας. Αυτό σημαίνει πως η συναναστροφή μας με τον κάθε έναν από αυτούς, μας δείχνει απλά και διαφορετικό κομμάτι δικό μας, ακριβώς γιατί η κάθε μας σχέση είναι διαφορετική, άρα, ο ρόλος μέσα από τον οποίο θα εκφραστούμε επικοινωνώντας, είναι διαφορετικός. Έτσι, μπορούμε να βλέπουμε ανά πάσα στιγμή αν, και σε πιο βαθμό έχουμε αναγνωρίσει την Αγάπη μέσα μας, ενώ βεβαίως όλο αυτό μας αποκαλύπτει περίτρανα, ακόμα και τη σχέση με τον ίδιο μας τον Εαυτό ως προς το βαθμό και την ύπαρξη επαφής ή μη, με το Πραγματικό μας Είναι... Γιατί ακριβώς όπως φερόμαστε στους άλλους ανθρώπους, είναι ο δείκτης, του ποια είναι η σχέση που έχουμε αναπτύξει μέσα μας, με τα Εσώτερα μέρη του Εαυτό μας, όπως βεβαίως και ποιες (αν υπάρχουν) οι συγκρούσεις μέσα μας.

Η εργασία, δεν μας καθιστά ελεύθερους. Απλά μας παρέχει τα χρήματα, για να μπορούμε να συντηρήσουμε το σώμα μας, το χώρο μας, όπως και τα πρόσωπα τα οποία έχουμε αναλάβει υπό την προστασία μας. Αυτάρκης και Ανεξάρτητος, είναι μονάχα ο άνθρωπος που μπορεί να «σκεφτεί» μόνος του, ανεπηρέαστος από τους άλλους, από δεδομένα, από συναισθηματισμούς που τον κρατούν δέσμιο, από ανόητες σωματικές επιθυμίες που τον απομακρύνουν από τον Δρόμο του συνειδησιακά, και όχι «αυτός που βγάζει τα πιο πολλά λεφτά». Αυτός, όχι μονάχα δεν είναι Ελεύθερος, αλλά είναι απόλυτα φυλακισμένος σε αυτό που κυνηγά: Άρχοντας του είναι μονάχα το χρήμα!

Αντιλαμβανόμαστε τελικά λοιπόν, πως Πραγματικά  Ελεύθερος, είναι μονάχα αυτός που απέχει, (είναι ανεπηρέαστος ψυχολογικά), από τη «μαγειρεμένη δομή» αυτού του κόσμου, (Κοινωνική, Ηθική, Πολιτική, Θρησκευτική, Οικονομική, Οικολογική, Οικογενειακή, Παράδοσης),  που τον ορίζει, και άρα, είναι Ελεύθερος από τους κατώτερους φορείς του που τον τραβούν πίσω, και τον καθιστούν φυλακισμένο. Έχει, δική του άποψη για τον κόσμο, καθ’ όλα Ατομική, ακριβώς γιατί έχει αναρωτηθεί για τα παραπάνω, τα έχει ψάξει, και έχει καταλήξει, βασιζόμενος σε βιωματική αναγνώριση του Πραγματικά Ορθού για τη ζωή του, οπότε και έτσι βαδίζει!

Γιατί, ποιος φοβάται για την ασφάλεια;
Το Σώμα. Η Σάρκα.

Ποιος δίνει έμφαση στην Αξία;
Ο Νους. Η αναλυτική σκέψη βασιζόμενη σε μνήμες.

Ποιος ζητά Αγάπη;
Αυτός που δεν νιώθει εσωτερικά καμία απολύτως σύνδεση με το Εσώτερο μέρος της Ύπαρξης του.

Και ποιος θέλει να είναι ανεξάρτητος και αυτάρκης, άρα δεν νιώθει ήδη Ελεύθερος;
Ο διαπλασμένος από την κοινωνία και το περιβάλλον χαρακτήρας μας, που πιστεύει πως μπορεί να είναι Ελεύθερος, επειδή θεωρεί πως τα πάντα αγοράζονται με το χρήμα!

Ελεύθεροι, εντός της κοινωνίας ως άνθρωποι, δεν μπορούμε να είμαστε ποτέ. Η ίδια η φύση του πεδίου, εξαιτίας ακριβώς του σώματος στο οποίο κατοικούμε προσωρινά, δεν μας παρέχει τη δυνατότητα της Ελευθερίας με την έννοια ότι σε σωματικό (φθαρτό) επίπεδο, δεν είμαστε άτρωτοι. Ακριβώς γι’ αυτό λέμε πως η σάρκα είναι «ο τάφος της Ψυχής». Γιατί δεν είμαστε ως η Φύση μας, αλλά υποκείμενοι στον περιορισμό της ύλης. Όμως Εσωτερικά, αυτό που Είμαστε, είμαστε πάντα. Δεν υπόκειται σε μεταβολές, και δεν εξελίσσεται. Αυτό που εξελίσσεται, είναι η (κάθε) περιορισμένη συνείδηση μας εντός των κόσμων που κατοικούμε προσωρινά. Και κατ’ ουσίαν, δεν εξελίσσεται. Απλά διευρύνεται μέσα από την εμπειρία και τα βιώματα. Ενώ Είμαστε Ολόκληροι λοιπόν, «περιοριζόμαστε» σε συνειδητότητα, για να μπορούμε να είμαστε εδώ σε σώμα, εντός του υλικού πεδίου. Πως αλλιώς; Είμαστε λοιπόν επισκέπτες. Τίποτε άλλο…

Αυτός είναι βεβαίως και ο λόγος που υποχρεωτικά και εν γνώση μας, για όσο βρισκόμαστε εδώ, επειδή αναγνωρίζουμε πως μοναδικός σκοπός μας στη ζωή είναι η Ένωση με το Πραγματικό, «ανεχόμαστε» τον κόσμο, (με την έννοια ότι τον αποδεχόμαστε ακριβώς όπως είναι  με τους περιορισμούς του), και κοιτάζουμε να πορευτούμε με ότι εργαλεία μας παρέχει για να κάνουμε αυτό ακριβώς για το οποίο ήρθαμε: Να αναγνωρίσουμε εντός της ύλης την Αληθινή Φύση μας, και να την εκφράσουμε, που σημαίνει να ζούμε ως Αυτή, παρ’ όλο που ο κόσμος είναι αυτό που είναι, δηλαδή ένας κόσμος που τα πάντα είναι προσωρινά, υποκείμενα σε πάσης φύσεως αντιθέσεις των άκρων. Ο «αγώνας» μας λοιπόν, δεν είναι «να νικήσουμε», ή «να αλλάξουμε» αυτόν τον κόσμο. Ο αγώνας μας, είναι να συνδεθούμε «εντός» με την Αληθινή μας Φύση.

Έτσι κι αλλιώς το παίρνουμε απόφαση, (ο καθένας μας κάποια στιγμή) πως ο κόσμος αυτός αν αλλάξει (και γίνει καθ’ όλα ανθρώπινος και πραγματικά πολιτισμένος), πρέπει σε Ατομικό επίπεδο να «αλλάξουν συνειδησιακά όλοι οι άνθρωποι». Τότε η αλλαγή θα γίνει και συλλογική, και τότε και οι συνθήκες για όλους μας θα είναι σαφώς πιο εύκολες απ’ ότι σήμερα αλλά τονίζουμε και πάλι, θα είναι πιο εύκολες μονάχα για να μας διευκολύνουν στο να αφοσιωνόμαστε πιο ανώδυνα στην Αυτοπραγμάτωση. Να μη χρειάζεται «να αντιμετωπίζουμε» κάθε φορά εκτός των δικών μας παρεμποδιστικών παραγόντων, και όλες τις διαστρεβλώσεις του συλλογικού, που πολλές φορές δεν είναι δικό μας δημιούργημα, αλλά επειδή έχουμε εισχωρήσει στο Συλλογικό Κάρμα της ανθρωπότητας, έχουμε επωμιστεί και το ανάλογο βάρος...

Παρ’ όλο όμως που η «αφιέρωση» στον Εσωτερικό Δρόμο είναι τώρα δυσκολότερη από το να ήταν ας πούμε όλα τα προς το ζην εξασφαλισμένα, γι’ αυτόν που «αποφασίζει» να υπερβεί είναι καλύτερα, ακριβώς γιατί μέσα από αυτές ακριβώς τις δυσκολίες, (όπως και τον πόνο), μπορεί να διαπιστώσει πιο άμεσα, πως η μόνη του σωτηρία, είναι η στροφή στην Πνευματικότητα. Με βάση τις τωρινές συνθήκες του κόσμου, μόνο έτσι ο άνθρωπος γίνεται ικανός να επιβιώσει. Αλλιώς, φυτοζωεί…

Έτσι, ενώ αυτός ο κόσμος είναι όντως «η κόλαση», μέσα από αυτή την κόλαση έχουμε τη δυνατότητα ως άνθρωποι, να μπορούμε να βιώνουμε (εργαζόμενοι κάθε μέρα προς αυτή την κατεύθυνση) ακόμα και κάθε μας στιγμή την Ασφάλεια, την Αξία, την Αγάπη και την Ελευθερία της Φύσης μας, πέραν του σώματος, των πέντε αισθήσεων του, και των καταστάσεων που διαδραματίζονται σε αυτόν.

Μην ξεχνάμε πως ο Χριστός λέχθηκε πως κατέβηκε στον Άδη για τρεις μέρες. Αυτό, δεν είναι τίποτε άλλο, από το ότι ενσαρκώθηκε σε αυτόν τον κόσμο με τα τρία κατώτερα σώματα το υλικό-σάρκινο σώμα, το συναισθηματικό, και την αναλυτική, περιορισμένη σκέψη όμως, ήταν ευρύτερος από αυτά, τόσο, που βίωνε πως ήταν ο ίδιος ο Πατέρας. Και ήταν. Και Είναι…

Έτσι, υπερβαίνοντας όλα τα «άσχημα» αυτού του κόσμου η υπέρβαση αυτή, δεν έχει να κάνει με το ότι δεν υπάρχουν για μας, αλλά με το ότι γνωρίζουμε πως όλα αυτά απλά είναι «τα τρωτά» (τα βάσανα) αυτού του πεδίου, (για όποιον ταυτίζεται και έτσι τον επηρεάζουν), άρα όλος ο αγώνας είναι, η ταύτιση με κάτι πολύ ευρύτερο και η αποταύτιση από αυτόν τον κόσμο, ώστε μέσα από το ευρύτερο, να μπορούμε να βλέπουμε πιο καθαρά, οπότε να μην αποτελεί αυτός ο κόσμος (με τον τρόπο λειτουργίας των περισσοτέρων ανθρώπων), πια, τη μόνη Πραγματικότητα που γνωρίζουμε και ζούμε.

Η βαρύτητα που δίνουμε εμείς στα πράγματα, αντιλαμβανόμαστε πως γίνεται, και το πώς τελικά είναι για μας, οπότε και έτσι τα ζούμε. Αντιμετωπίζουμε άρα τις καταστάσεις ανάλογα με την κάθε δεδομένη στιγμή, και γινόμαστε, αυτό που αποφασίζουμε κάθε φορά να Είμαστε. Έτσι «αυτοπροσδιοριζόμαστε», Είμαστε ο Εαυτός μας, και δεν περιμένουμε να μας καθορίσουν οι καταστάσεις, τα δεδομένα, οι άνθρωποι ή τα πράγματα στη ζωή, διότι ακριβώς γνωρίζουμε πως Είμαστε, κάτι πολύ περισσότερο από οτιδήποτε ποτέ αντιληφθούμε, βιώσουμε, εκφράσουμε, και με αυτά ως σημεία αναφοράς ζούμε. Έτσι η ζωή μας εκπλήσσει συνεχώς. Η ουσία της Ζωής βασικά, ο Πυρήνας της. Ένας Πυρήνας, που Είμαστε αναπόσπαστο μέρος του… Τι μπορεί να μας αγγίξει;

ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΥΠΕΡΒΑΣΗΣ

Αυτό που αλλάζει με την εξέλιξη, με την Πνευματική Ανάπτυξη, ή Επέκταση της Συνείδησης, όπως κι αν το πούμε είναι το ίδιο πράγμα, είναι η αυξανόμενη ταχύτητα με την οποία περνάμε μέσα μας κάποια στάδια επανατοποθέτησης μας από το «εγώ», που δεν είναι ο Πραγματικός Εαυτός μας, σε αυτό που Είμαστε ως Συνειδήσεις, απαλλαγμένο από τις ταυτίσεις και τους επηρεασμούς των υλικών μας περιοριστικών φορέων.

Το επόμενο τελικό βήμα, είναι να μην υπάρχουν καν αυτά τα στάδια. Τότε,  έχουμε αποκολληθεί πλήρως, και Είμαστε, Ζούμε μόνιμα την Αληθινή μας Φύση. Άρα, δεν αισθανόμαστε ποτέ ξανά ότι «βγαίνουμε» από την κατάσταση του Εαυτού μας. Είμαστε Αυτό. Οπότε μένουμε ανεπηρέαστοι και από οτιδήποτε εξωτερικό, το οποίο και θα ήταν ικανό να μας κάνει να ταυτιστούμε μαζί του, πιστεύοντας πως είμαστε αυτή η ταύτιση, χαμένοι μέσα σε αυτήν ως την ταυτότητα μας. Κι όλα τα παραπάνω, ενώ εξακολουθούμε να ζούμε  κανονικά στο υλικό πεδίο εντός ενός υλικού φορέα μία καθημερινή, φυσιολογική ζωή, με ότι αυτή συμπεριλαμβάνει (Εξάλλου είναι μόνο ένα ρουχαλάκι το σώμα μας, κι αυτό για να μπορούμε να βρισκόμαστε εδώ, και δεν έχει βεβαίως να κάνει με το ότι μόνο αυτό είμαστε…).

Δεν είναι όμως κάτι απλό, ούτε και τόσο εύκολο όσο μπορεί να ακουστεί. Πρόκειται για το Συνολικό Δρόμο και τρόπο Ζωής, τον οποία και τιθέμεθα κάποια στιγμή όλοι οι άνθρωποι να επιλέξουμε συνειδητά να βαδίσουμε.

Χρειάζεται πραγματική Εργασία και Σοβαρότητα για να λειτουργούμε κατά αυτόν τον τρόπο. Και φυσικά Αφιέρωση, όπως και Πραγματική Προσπάθεια, ώστε να επιτευχθεί τελικά αυτός ο στόχος. Με λίγα λόγια η Εργασία για την οποία συζητάμε, να φτάσει να είναι το σημαντικότερο πράγμα στη ζωή μας, ώστε  κάθε μας στιγμή, λεπτό και δευτερόλεπτο, να αφορά την Εκπαίδευση και Επίγνωση μας.

Έτσι, μαθαίνουμε όπως είπαμε ήδη στάδια που είναι απαραίτητα, αναγνωρίζοντας τα πρώτα ξεχωριστά, και κατόπιν εργαζόμενοι με αυτά ώστε να τα συνθέσουμε μέσα μας, για να μπορούμε έχοντας τα ως «εργαλεία» να αντιμετωπίζουμε τα πάντα στη ζωή μας.

Τα στάδια αυτά αφορούν το να καταφέρνουμε (θέτοντας τα σε εφαρμογή σε οτιδήποτε συμβαίνει στη ζωή μας), να υπερβαίνουμε την κάθε απογοήτευση, τον κάθε πόνο, το κάθε βάσανο κλπ, επανερχόμενοι στην κατάσταση της πλήρους αποστασιοποίησης από πράγματα, ανθρώπους και καταστάσεις που μας επηρεάζουν άμεσα, γιατί  ο επηρεασμός από αυτά που μας συμβαίνουν στη ζωή μας είναι που «μας βγάζει» από την φυσική κατάσταση της Ύπαρξης που είναι η Ψυχική Γαλήνη, Ισορροπία κι Ευτυχία, κι όχι αυτά καθ’ αυτά τα γεγονότα.

Τα στάδια που προαναφέραμε, αφού τα συνθέτουμε στα πρώτα μας βήματα ως τρόπο αντιμετώπισης, μαθαίνουμε πως φέρνουν ποθητά αποτελέσματα μέσα σε χρόνια, ή και μήνες. Κατόπιν, όπως είπαμε, μειώνεται ο χρόνος εφαρμογής τους έτσι καθώς συνεχίζουμε να τα λειτουργούμε, χρειάζονται μέρες για να δουλέψουν, μέχρι κάποια στιγμή, φτάνουν να λειτουργούν μέσα μας ακαριαία, πριν το ολοκληρωτικό λιώσιμο στον Έναν Εαυτό, που είναι και η τελική Αυτοπραγμάτωση μας επί της Γης…

Τι κάνουμε λοιπόν; «Εκπαιδεύουμε» τον εαυτό μας σε αυτά, μαθαίνοντας τα, ώστε να φτάσουν να λειτουργούν αυτόματα μέσα μας. Η εργασία είναι αυτή που μειώνει τελικά τον χρόνο αποτελεσματικότητας τους, και φτάνουν να διεξάγονται ακαριαία.

Τα στάδια αυτά, αφορούν την Αποστασιοποίηση μας από τον φαινόμενο κόσμο, (με τον συνήθη τρόπο σκέψης των ανθρώπων περί σωστού και λάθους, και τις δικές μας φοβίες), και από τα συναισθήματα που προκαλούνται εξαιτίας του τα οποία και μας βασανίζουν, καθώς και την Αποστασιοποίηση από τις σκέψεις τις δικές μας που δημιουργούνται από αυτά τα συναισθήματα.

Διότι οι σκέψεις είναι το μεγαλύτερο μας βάσανο τελικά οπότε, μόνο αν απομακρυνθούμε από αυτές, υπάρχει ελπίδα να δούμε καθαρά. Οι σκέψεις υπάρχουν. Εμείς θα μάθουμε να μην τις βλέπουμε… Γιατί τελικά απλώς  συλλαμβάνονται από εμάς και τις αντιλαμβανόμαστε, δίνοντας τους την πρωτοκαθεδρία στη ζωή μας. Κι αυτό, γιατί δεν έχουμε στο ελάχιστο  αναπτύξει κανέναν έλεγχο επάνω τους. Αυτό σημαίνει πως κολλάνε «γάντι» στο κάθε υπάρχων δυσάρεστο συναίσθημα, και καταφέρνουν τελικά να το διογκώνουν αρνητικά ακόμα περισσότερο με αποτέλεσμα σε ψυχολογικό επίπεδο, να βαδίζουμε από το κακό στο χειρότερο. Τόσο, που φτάνουμε να παραδινόμαστε πλήρως στην αρνητικότητα αυτή παραμένοντες απαθής μέσα της, «κατεβάζοντας» τελικά τα  ρολά  απογοητευμένοι, παύοντας ακόμα και να έχουμε την παραμικρότερη διάθεση να προσπαθήσουμε να ανατρέψουμε την όλη αυτή κατάσταση.

Τα στάδια λοιπόν που μαθαίνουμε, και κατόπιν τιθέμεθα να συνθέσουμε, και να μάθουμε να λειτουργούμε με αυτά είναι τα εξής:

1.Σε ένα γεγονός που εμπλεκόμαστε συναισθηματικά, αυτόματα μας δημιουργούνται δυσάρεστα συναισθήματα, τα οποία λειτουργούν αντανακλώμενα (δεν έχουμε κανέναν έλεγχο επάνω τους). Αυτό που εμπλέκεται όμως τελικά, είναι το εγώ μας, όχι η Πραγματική μας Ύπαρξη. Αυτό δεσμεύεται, αυτό καταπιέζεται (και καταπιέζει), αυτό απαιτεί, αυτό προσδοκά, αυτό ψάχνει…

2.Μαθαίνουμε, να μην «γυρίζουμε» την πλάτη σε αυτά τα συναισθήματα, αλλά να τα αντικρίζουμε κατάματα.

3.Αντικρίζοντας τα κατάματα ανακαλύπτουμε πως η δυσαρέσκεια μας, έχει προκύψει από κάποιο πιστεύω μας. Κάποια δηλαδή πεποίθηση μας είναι που  ευθύνεται, η οποία αφορά έναν προγραμματισμό μας, που ισχύει για μας σαν κανόνας. Αυτός αποτελείται από συγκεκριμένες προϋποθέσεις για να είμαστε καλά που τις έχουμε οι ίδιοι αρχικά ορίσει. Αυτές ακριβώς οι προϋποθέσεις, είναι οι συγκεκριμένοι «όροι» για να είμαστε «κάποτε», σε ένα μέλλον που ποτέ δεν έρχεται ευτυχισμένοι. Όταν κάτι λοιπόν εξωτερικό, δεν είναι εντός των ορίων μας, ή ανατρέπει τον κανόνα που έχουμε βάλει, (στις συναναστροφές μας με τους ανθρώπους και τα γεγονότα), αυτόματα το πρόγραμμα (επαναλαμβάνουμε που οι ίδιοι θέσαμε), μας προκαλεί δυσάρεστα συναισθήματα, ακριβώς γιατί δεν είναι ίδιο με τους όρους που βάλαμε. Σαν να «προδίδουμε» αυτό που υποσχεθήκαμε να ισχύει για μας. Δεν προχωρά όπως το ορίσαμε, και γι’ αυτό ακριβώς και πονάμε με ότι τελικά μας συμβαίνει. (Οι προσδοκίες μας ήταν άλλες….).

4.Μαθαίνουμε, πως πρέπει λοιπόν να εκπαιδευτούμε στο να ψάξουμε όλους αυτούς τους προγραμματισμούς σε κάθε μας δυσαρέσκεια. Ποιοι οι προγραμματισμοί μας, (πεποιθήσεις), δεν μας βγήκαν όπως περιμέναμε και τώρα πονάμε; Εδώ είναι αυτό που λέμε τα πάντα τα γυρίζουμε μέσα μας, και δεν φταίει ποτέ κανείς έξω από εμάς για την ευτυχία ή δυστυχία μας.

Μπορεί να είναι (και είναι τις περισσότερες φορές) προγραμματισμοί που «φορτωθήκαμε» ως δικές μας πεποιθήσεις απ’ ότι μας δίδαξαν. Πράγματα,  που «δεν τα διαλέξαμε οι ίδιοι» γιατί δεν μας άφησαν, αλλά ούτε και μας έμαθαν πως είναι αναγκαίο το να κρίνουμε εσωτερικά εμείς, μέσα μας, την ορθότητα τους, πριν τα πιστέψουμε και τα κάνουμε δικές μας αλήθειες. Αλλά εδώ κρύβεται μια πολύ πικρή ιστορία. Όλοι, αυτό κάνουμε: Πιστεύουμε πράγματα, που έτσι τα βρήκαν και οι προηγούμενοι από εμάς οι οποίοι μας τα δίδαξαν, και τυφλά, όλοι μας τα πιστεύουμε, αλλά και τα ακολουθούμε πάππου προς πάππου… Σόι πάει το βασίλειο… Σόι και η δυστυχία μας…

Αλλά μπορεί και να είναι και προγραμματισμοί, από καθαρά προσωπικές διαστρεβλωμένες καταχωρήσεις δικές μας. Κατά αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκαν, απλά και μόνο για να προστατευτούμε από αυτόν τον κόσμο, που όμως, μας καθιστά συνεχώς αμυνόμενους, διαχωρισμένους, και τόσο μα τόσο απελπιστικά μόνους… Η βαθιά ουτοπία εδώ, βασίζεται σαφώς στο ότι συνεχώς κινδυνεύουμε από τα πάντα, και πρέπει να κάνουμε κάτι για να αμυνθούμε, ή να προστατευτούμε. (Με όποιον τρόπο νομίζει ο καθένας). Όλο αυτό βεβαίως, εξαιτίας της απουσίας της Θεϊκότητας από τη ζωή μας. Οι περισσότεροι πιστεύουν πως ο Θεός, έχει πραγματικά εγκαταλείψει αυτόν τον τόπο… Χωρίς βεβαίως να αντιλαμβάνονται πως η εγκατάλειψη, χρόνια τώρα, έχει πραγματοποιηθεί από τους ίδιους, γι’ αυτό ακριβώς και δεν Τον αναγνωρίζουν πουθενά…

5.Μαθαίνουμε, πως αυτό που θα αντικρίσουμε από το κάθε προγραμματισμό μας, 99% δεν θα μας αρέσει. Και δεν θα μας αρέσει γιατί μας βγάζει από την ωραιοποιημένη εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Μας βγάζει απ’ το παραμύθι μας. Γιατί αν δούμε καθαρά, δεν θα’ χουμε πλέον καμία «δικαιολογία» για να συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο…

6.Μαθαίνουμε, πως αυτά που δεν θέλουμε να αντικρίσουμε, αφορούν πληροφορίες για το «εγώ» με το οποίο είμαστε ταυτισμένοι. Αυτός θεωρούμε είναι ο εαυτός μας! Ναι, όμως το εγώ, πάντα δίνει περιμένοντας αντάλλαγμα, απαιτεί, είναι εξαρτημένο από ανθρώπους καταστάσεις και πράγματα, ψεύδεται, φοβάται, θέλει να το παίζει ανώτερο, νιώθει διαχωρισμένο από όλους και όλα, ενώ συγκρίνει συνεχώς τον εαυτό του με κάτι καλύτερο και γι’ αυτό νιώθει πάντα μειωμένο, δεν αισθάνεται ικανό να δώσει ή να λάβει αγάπη, νιώθει τεράστια μοναξιά κλπ, κλπ, κλπ. Αυτό σημαίνει τελικά πως μας μπλέκει και μας καθιστά δυστυχείς, παρά μας ευχαριστεί. Αντιλαμβανόμαστε δηλαδή πως η δυστυχία μας, οφείλεται ξεκάθαρα σε αυτό το «εγώ», που είναι άρρηκτα συνυφασμένο με την περιοριστική σκέψη με την οποία λειτουργούμε. Όλα σε κουτάκια και κανόνες. Τα πάντα προβλέψιμα και εντός οριοθετήσεων. Τελικά, παύουμε με αυτή την λειτουργία μας να είμαστε ελεύθεροι. Κανείς άλλος ποτέ δεν μας φυλακίζει παρά εμείς οι ίδιοι τον εαυτό μας γιατί αρκούμαστε με ψίχουλα…

7.Μαθαίνουμε πως το «εγώ», είναι ακριβώς για να δούμε, όχι τελικά «τι είμαστε», όπως οι περισσότεροι νομίζουν, και αυτό βαφτίζουν Αυτογνωσία,  αλλά τι έχουμε φτάσει να εκδηλώνουμε ως εαυτό, δηλαδή ταυτιζόμενοι με τα πάντα, τι έχουμε φτάσει να πιστεύουμε ότι είμαστε. Αλλά «δεν είμαστε» όλα αυτά που μας ενοχλούν. (Το «εγώ», που θαρρούμε εαυτό μας). Άρα, δεν είναι τόσο δυσάρεστο το να «ξεμπροστιάζουμε» τελικά το εγώ μας. Το θέμα είναι ότι δεν έχουμε διανοηθεί τι άλλο μπορεί να ισχύει για μας πέραν της μιζέριας που έχουμε συνηθίσει... Έλα όμως που αν δεν την αποποιηθούμε, ποτέ δεν θα μάθουμε…

8.Μαθαίνουμε λοιπόν πως νιώθουμε άσχημα τελικά, και δεν έχουμε κανένα απολύτως ψυχολογικά, ηθικά, διανοητικά, αισθαντικά κέρδος όταν είμαστε ταυτισμένοι με το «εγώ». Ανασφάλεια, φόβο, παρεξηγήσεις, ανισορροπία, μόνιμα μπερδέματα κλπ, είναι τα μόνα αποτελέσματα που φέρνει.  Όταν αυτό το αλλάξουμε, επειδή ακριβώς πιστέψουμε πως είμαστε κάτι άλλο, τότε πραγματικά θέλουμε να βγάλουμε όλα τα άπλυτα του στη φόρα κι αυτό, για να ελευθερωθούμε επιτέλους…. Βλέπουμε λοιπόν από την εκδήλωση του εγώ, όλα όσα πρέπει να αποφεύγουμε ως «τοξικά» για τον Εαυτό μας, ακριβώς γιατί δεν είναι η αληθινή μας ταυτότητα!

9.Μαθαίνουμε, πως Αυτογνωσία είναι, να μάθουμε τις λειτουργίες του «εγώ», να μάθουμε πώς να το υπερβούμε, και κατόπιν, να μπορέσουμε να αντιληφθούμε, να γνωρίσουμε και να ζήσουμε, τι υπάρχει πιο πέρα, όπως, και να υπερβούμε, ακόμα και αυτό το στάδιο….

10.Μαθαίνουμε πως η Ευτυχία είναι στη Φύση μας. Κι όσο δεν είμαστε ευτυχισμένοι, σημαίνει πως δεν είμαστε στο Αληθινό γιατί κάτι δεν βλέπουμε. Γιατί ανακαλύπτουμε πως τελικά είμαστε δυστυχής, παρόλο που όλα τα κάναμε κατά γράμμα όπως μας τα δίδαξαν. Αλλά αυτό, δεν ήταν αρκετό για να νιώθουμε καλά. Από μόνο του δείχνει πως κάτι δεν πάει καλά, δεν το βλέπουμε; Άρα, όπως μας έμαθαν να λειτουργούμε και αυτό αναπαράγουμε, μόνο κακό εξακολουθεί να μας κάνει.

11.Μαθαίνουμε αντίθετα, πως Είμαστε ο Εαυτός μας, ακριβώς όταν αισθανόμαστε αγαλλίαση μέσα μας. Αυτός είναι ο Δρόμος! Χωρίς όρια όμως και όρους. Και χωρίς να το «παίζουμε» οσιομάρτυρες, προσφέροντας τον εαυτό μας ως λεία στους αετονύχηδες, για να αποδείξουμε πόσο άξιοι είμαστε! Κι αυτό, ένα «εγώ» είναι. Χρειάζεται διάκριση. Γιατί ακόμα και το να κάνουμε κακό στον Εαυτό μας για χάρη των άλλων, κι αυτό, δεν είναι ισορροπημένο. Δεν ήρθαμε να σώσουμε κανέναν. Τον εαυτό μας ήρθαμε να σώσουμε, και να σπείρουμε με τα βιώματα μας, και τις πράξεις μας που τα ακολουθούν το σπόρο, σε όσους επίσης θέλουν να σωθούν μόνοι τους. Ο Δρόμος, είναι Ατομικός. Οι Μονάδες συνεργάζονται. Μαθαίνουμε στον κόσμο να μάθει να ψαρεύει για να’ χει ψάρια για πάντα. Δεν προσφέρουμε μόνιμα τα ψάρια μας, στερώντας από τον εαυτό μας λιμοκτονώντας. (Αν και θα χρειαστεί κάποιες στιγμές σποραδικά, να γίνει κι αυτό αν γνωρίζουμε γιατί το κάνουμε…)

12.Μαθαίνουμε, πως υπάρχει μέσα μας μία Ανώτερη Ηθική, που υπερβαίνει όλους τους ανθρώπινους Νόμους και Κανόνες. Και αναβλύζει από μέσα μας, αφού έχουν τοποθετηθεί στην ορθή τους διάσταση τα πράγματα όσων αφορούν το Υποσυνείδητο, (τις κρυφές καταχωρημένες μας πεποιθήσεις), το «εγώ», (με την υπέρβαση της Σκέψης), και το Βίωμα της Πραγματικής Ύπαρξης μας.

13.Μαθαίνουμε πως πρέπει να αγωνιστούμε για να εκφράσουμε αυτό που μας  κάνει να νιώθουμε καλά, γιατί καί εγωιστές θα μας αποκαλέσουν (όλοι όσοι παραμένουν δυστυχής και εξαρτώμενοι, μια και «χαλάμε» την πιάτσα, και συνάμα τους υπερτονίζουμε την δική τους δυστυχία που παραμένουν σε αυτή, ενώ εμείς δείχνουμε κάτι και δεν μπορούν να επιτρέψουν να συμβαίνει), καί χρειάζεται να βάλουμε όλη μας τη Δύναμη Θέλησης, για να μην παρασυρόμαστε συνεχώς έξω από τον Εαυτό μας...

14.Μαθαίνουμε πως ο κύριος λόγος που είμαστε καλά, είναι ακριβώς γιατί μπορούμε να βλέπουμε το εγώ μας, (απέδωσε η εργασία μας με τις σκέψεις, και τις κρυμμένες καταχωρήσεις οι οποίες και κατανοήθηκαν, και γιατρεύτηκαν οι πληγές που είχαν προκαλέσει), και μπορούμε να αναγνωρίζουμε πλέον πως να ελευθερωθούμε χρησιμοποιώντας τη βούληση μας.

15.Μαθαίνουμε πως συνειδητοποιώντας, και κατανοώντας τις διαστρεβλώσεις του εγώ, (τα κακώς κείμενα του), το κάνουμε, από τη θέση αυτού που Πραγματικά Είμαστε. Αν δεν ήμασταν έξω από το εγώ, δεν θα μπορούσαμε να το δούμε. Αυτό πρέπει να συνειδητοποιήσουμε. Ότι καταφέραμε, να αποστασιοποιηθούμε από αυτό, γι’ αυτό και το βάζουμε απέναντι διαπιστώνοντας σε τι φυλακή μας κρατούσε η λειτουργία του, όλα τα προηγούμενα χρόνια της ζωής μας.

16.Και μαθαίνουμε, να εμβαθύνουμε εντός. Κάθε μέρα και πιο πολύ. Κάθε μέρα και πιο βαθιά. Κι έτσι πορευόμαστε…

17.Μαθαίνουμε τέλος, να απολαμβάνουμε τη θέση αυτού που Είμαστε, γιατί βιώνουμε πλέον μόνιμα, (ή το μεγαλύτερο μέρος της μέρας), και χωρίς πια τις ενοχές, που κι αυτές τις εξαλείψαμε, το δικαίωμα στα νιάτα, τη φρεσκάδα και την ευτυχία, που κάθε άνθρωπος θα έπρεπε να απαιτήσει, να αγωνιστεί και να ζήσει. Όπου κι αν Είμαστε, Είμαστε στο Σπίτι Μας….

Στην αρχή όπως είπαμε τα βήματα αυτά τα ζούμε ένα-ένα και αργά-αργά. Σιγά σιγά, φτάνουν να γίνονται ακαριαία, κάθε στιγμή στη ζωή οποιουδήποτε  ανθρώπου βαδίζει αυτόν το Δρόμο. Έτσι, αντιμετωπίζοντας ένα ονομαζόμενο «πρόβλημα» σε κλάσμα δευτερολέπτου, ακριβώς επειδή μας είναι γνώριμη όλη αυτή η διαδικασία, τα βήματα διεξάγονται όλα μέσα μας ακαριαία. Να η εξέλιξη. Να είμαστε ευτυχής τελικά, και να μη φεύγουμε ούτε ίντζα από τον Εαυτό μας. Έχοντας τη Διαισθητική Αντίληψη βεβαίως για οδηγό μας, (τον Εσώτερο Εαυτό), και όχι το μυαλό μας που λειτουργεί με το εγώ. Το μυαλό τότε, χρησιμοποιείται. Και γίνεται, ένας υπέροχος σύμμαχος. Έχει πάψει να είναι εμπόδιο και εχθρός...

Αξίζει να σημειωθεί, πως καθώς τα στάδια γίνονται ένα με μας, εμπλουτίζονται και τα ίδια. Έτσι, είναι τελείως διαφορετικά σε ποιότητα σε σχέση με την αρχή, όπως, και η αποσαφήνιση των πληροφοριών που μας παρέχουν για την ύπαρξη μας. Όλα προχωράνε. Τίποτα δεν μένει στατικό. Τα πάντα εξελίσσονται. Δεν μεταφέρεται απλά μια γνώση στο επόμενο στάδιο. Και η γνώση αυτή, εμφανίζεται και η ίδια φρέσκια, ανανεωμένη, άρα καινούρια. Δεν είναι μνήμη, την οποία κρατάμε και πρέπει να θυμηθούμε. Είναι ζωή. Βαδίζουμε με τη ζωή και τη ροή της, μια και Είμαστε μέρος της.

Γι’ αυτό λέμε να παρατηρούμε τον εαυτό μας. Για όλα τα παραπάνω. Με την παρατήρηση, με τη γνώση, την ανακάλυψη του τι κάνουμε, ποια είναι τα πραγματικά μας κίνητρα, τι επιδιώκουμε, τι φοβόμαστε, γιατί, τι μας φταίει, και εκατομμύρια άλλα πράγματα που αποτελούν τη γκάμα ενασχόλησης με το πολύπλοκο αυτό και υπέροχο πλάσμα, που ονομάζεται Άνθρωπος.


Κάθε φορά, και πιο πέρα.
Κάθε φορά, και πιο βαθιά.
Κάθε φορά, και πιο ψηλά.
Χωρίς ποτέ, να υπάρχει τέρμα…
Η Εξέλιξη της Ζωής του Άπειρου…

Η ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ

Κάποια στιγμή, ίσως και να το είχαμε αναφέρει και παλαιότερα πως τα Πνευματικά Άτομα, είναι τα πιο σεξουαλικά άτομα. Όχι με την έννοια της κατώτατης μορφής της σεξουαλικότητας όμως που υπάγεται στην καθαρά σεξουαλικά σωματική επαφή. Όχι. Αλλά χωρίς και αυτό να σημαίνει πως καταδικάζεται, αλλά όπως όλα στη ζωή των ανθρώπων που αφορά τη χρήση τους, υπάρχει το πλαίσιο της ορθής του λειτουργίας, και υπάρχει και η κατάχρηση, ή η χρησιμοποίηση που προκαλεί αρνητικά αποτέλεσμα ειδικά αν συνδυαστεί με εμμονές, εξάρτηση, χειραγώγηση κλπ. Εδώ έχει να κάνει με την ορθή παρουσία αυτής της ενέργειας, που είναι η «ουσιαστική» βιωματική δράση εντός του ανθρώπου, σαφώς σε πολύ πιο λεπτοφυής καταστάσεις, οι οποίες είναι και ο Σκοπός της: Η πλήρης χρησιμοποίηση της για να προάγει, στην Αληθινή, Πραγματική Φύση όλων μας.

Οι περισσότεροι λένε πως οι ανώτερες μορφές της Πνευματικότητας, έχουν να κάνουν με την Ευδαιμονία. Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει πως η ανύψωση, κάνει τον άνθρωπο να υπερβαίνει το σωματικό υλικό επίπεδο και να πλαισιώνει ανώτερες συνειδησιακές καταστάσεις, οι οποίες προκαλούν ακόμα και την έξταση. Οπότε αντιλαμβανόμαστε πως ξεπερνά κατά πολύ την ευχαρίστηση, ή ακόμα και την ευτυχία που μπορεί να φανταστεί κανείς, κι αυτό, ακόμα και κατά τη διάρκεια ολόκληρης της ημέρας, ότι κι αν ζει, όποια κατάσταση κι αν αντιμετωπίζει εξωτερικά. Η διαφορά είναι πως δεν υπάρχει για τη βίωσης της κανένας απολύτως εξωτερικός ερεθισμός ως την αιτία της, γιατί δεν υπάρχει αντικείμενο. Δεν υπάρχει δηλαδή το πάρε-δώσε. Δεν πρόκειται για μία ανταποκρινόμενη λοιπόν αίσθηση ή δύναμη όπως καταλαβαίνουμε, αλλά για κατάσταση Ύπαρξης. Τη φυσική κατάσταση όλων μας. Αυτήν, που ξεπερνώντας τους περιορισμούς της υλικής ζωής και των κατώτερων λειτουργιών που έχουν να κάνουν με το φυσικό σώμα, τα συναισθήματα και τη γνωστή περιορισμένη καθημερινή χρησιμοποίηση της σκέψης, έχει ο άνθρωπος τη δυνατότητα να γνωρίσει και να ζήσει...

Η σεξουαλικότητα, επίτηδες κατά τη γνώμη μας έχει καταδικαστεί από την εκκλησία, την κοινή γνώμη και την ηθική, εξαιτίας πρώτον, της κατώτατης χρήσης της όπως ήδη αναφέραμε που φτάνει στα όρια της ασυδοσίας που μόνο προσβάλει την ανθρώπινη φύση, δεύτερον, γιατί πρόκειται για πολύ λεπτοφυής συνθετική ποιότητα την οποία αδυνατεί να προσεγγίσει ο σημερινός σύγχρονος κατά τα άλλα άνθρωπος που ζει και λειτουργεί σε νηπιακό συνειδησιακά ακόμα επίπεδο και τρίτον, εξαιτίας της δυνατότητας της να αναζητηθεί η βαθύτερη της Ουσία. Που αν αναζητηθεί από τον οποιονδήποτε άνθρωπο, καταλήγει στο να  καταφέρει να υπερβεί την τωρινή του πραγματικότητα ως εαυτό, και να συνδεθεί με την Πραγματική Φύση του. Κάτι το οποίο βέβαια «δεν βολεύει» κανέναν από αυτούς που χειραγωγούν τις μάζες. Για να μην εξετάσουμε επί του παρόντος το γεγονός της κατευθυντήριας εμμονής όλων αυτών, να δημιουργούν στον άνθρωπο την ενοχή για το συγκεκριμένο ζήτημα, ώστε να εξασφαλίσουν ως αδύνατη, τη δυνατότητα του να ξεπεράσει την κατώτατη του φύση. Γιατί; Γιατί θα πάψει να είναι χειρίσιμος, άρα, δεν θα μπορούν και να τον κατευθύνουν… Οπότε, ούτε και να τον εγκλωβίζουν μέσω του φόβου να «δημιουργεί» αρνητικά, κατώτερης βαριάς ποιότητας αυτόλύπησης συναισθήματα, κάτι από το οποίο τρέφονται… Είναι λοιπόν καταλαβαίνουμε, πολύ μεγαλύτερο το παιχνίδι απ’ ότι φαίνεται, και θέλουν να πιστεύουμε…

Όλοι μα όλοι οι μεγάλοι Δάσκαλοι, «έλκουν» γύρω τους ανθρώπους, ακριβώς επειδή έχει αναπτυχθεί εντός τους η ενέργεια αυτή. «Τραβούν» κοντά τους αυτούς που είναι έτοιμοι, που θέλουν να «μάθουν», δηλαδή που αναζητούν ουσιαστικά το πώς να υπερβούν τον κόσμο της πλάνης. Και έλκονται, ακριβώς γιατί στους ίδιους υπάρχει η ίδια κοινή πηγή. Ομοιοκραδαίνονται λοιπόν με τους Δασκάλους ή Φωτισμένους στο κοινό τους σημείο. Στην ομοιότητα. Όχι στις εξωτερικές διαφορές. Μια και η ένταση με την οποία η ενέργεια αυτή ζει εντός αυτών των ανθρώπων και εκπέμπετε στο περιβάλλον τους ως ακτινοβολία, συλλαμβάνεται από το όμοιο των ανθρώπων που μέσα τους ζει αμυδρά, οπότε ερεθίζει την Αληθινή φύση τους.

Είναι η ενέργεια της έλξης λοιπόν. Της Αγάπης, της Ευδαιμονίας χωρίς αιτία. Η ενέργεια, της ίδιας της ζωής. Στην κατώτατη μορφή της απλά δημιουργεί μεταξύ δύο ανθρώπων αντίθετου φύλου μία νέα ζωή, έναν νέο άνθρωπο, σε εσωτερικό όμως επίπεδο, μεταμορφώνει, αναδημιουργεί και τελικά γεννά, τον Καινούριο, τον Νέο άνθρωπο στα Ανώτερα λεπτοφυή πεδία, παρόλο που παραμένει στη γη εντός ενός υλικού φορέα. Δεν είναι λοιπόν δική μου, δική σου, ή του άλλου ενέργεια. Είναι, η Μεταμορφωτική, Δημιουργική, Εξελικτική Ενέργεια του Σύμπαντος.

Όταν ο άνθρωπος υπερβαίνει το εγώ του, όλα όσα πυγαία εκπορεύονται από μέσα του ως πληροφορίες για την Πραγματικότητα των πραγμάτων, όπως και τα πρωτόγνωρα γι’ αυτόν βιώματα, και ακόμα τα ανώτερης ποιότητας συναισθήματα, νιώθει πως δεν έρχονται σε αντίθεση με ότι βλέπει να συμβαίνει έξω από αυτόν. Ίσα ίσα, που αναγνωρίζει μία «συνεργασία» ανάμεσα σε αυτό που Είναι, που μέσα από αυτό λειτουργεί, στις καταστάσεις τα γεγονότα και τα πράγματα που συμβαίνουν στη ζωή του, και στο γενικότερο πλαίσιο ολόκληρου του πλανήτη, που δεν είναι τίποτε άλλο, από μια ακόμα μεγαλύτερη κλίματα αυτού που Είναι και ο ίδιος…

Αισθάνεται, το «σφυγμό» των πραγμάτων. Την ουσία τους. Όχι τη φαινομενικότητα της έκφρασης τους. Ακριβώς επειδή δεν είναι πια διαχωρισμένος από το Όλο, γι’ αυτό και συνεργάζεται ουσιαστικά με το γενικό, όπως το γενικό, συνεργάζεται με τον ίδιο, όταν ζει και πορεύεται χωρίς αντιστάσεις. Απλώς, λειτουργεί στο κάλεσμα της ζωής όταν και όπου χρειάζεται.

Όσο για όλα τα χαρακτηριζόμενα «κακώς κείμενα» του κόσμου τούτου, αναγνωρίζει τους νόμους που τα δημιουργούν, αλλά συγχρόνως, αναγνωρίζει απόλυτα πολλές φορές την δημιουργία και συντήρηση τους, η οποία προκαλείται από το ίδιο το ανθρώπινο γένος, που χωρίς να το αντιλαμβάνεται και να το κατανοεί, έχει την πλήρη ευθύνη τους. Όταν λοιπόν το μερικό, το ειδικό, (που είναι ο κάθε άνθρωπος) δεν μπορεί να «αισθανθεί» το «γενικό», ακριβώς γιατί δεν αισθάνεται ένα μαζί του, σαφώς και ακολουθεί δρόμους και τρόπους, που η λογική θα τον κατευθύνει να είναι αντίθετος σε ότι πραγματικά συμβαίνει. Να όμως ο λόγος που εν τέλει και υποφέρει: Πάει κόντρα στη φύση του, και στη φύση των πραγμάτων. Δεν υπάρχει μεμονωμένος προσωπικός κόσμος, και προσωπικό κέρδος. Υπάρχει συλλογικότητα, και συλλογική ανάπτυξη και ευτυχία. Ζώντας μόνο ως άτομο, ο άνθρωπος ουσιαστικά, αρνείται την ζωή του σε ένα Όλο, που βρίσκεται, ζει και λειτουργεί εντός του. Ανόητο δεν είναι; Δεν βρίσκεται έξω από αυτό όπως ίσως νομίζει…

Υπάρχουν αιτίες, και μια Νοημοσύνη, που υπερβαίνει τα στενά πλαίσια της λογικής που οι άνθρωποι χρησιμοποιούν κατά κόρον, που λειτουργεί, μη δυνάμενη να «κάνει μεμονωμένα εγωιστικά χατίρια», ακριβώς γιατί εργάζεται ως ένας ενιαίος οργανισμός. Δεν βλέπει το όφελος του κάθε μέρους, ειδικά όταν είναι διαφορετικό απ’ όλα τα άλλα μέρη, ή ακόμα χειρότερα εις βάρος τους… Αν μέσα μου, τα κύτταρά μου, χωρίζονταν σε δύο παρατάξεις και μάλωναν συνεχώς, ή το κάθε ένα είχε και άλλο δικό του πρόγραμμα, φαντάζεστε τι θα μπορούσε να προκύψει; Η μία αυτή Νοημοσύνη λοιπόν, ακολουθεί το πρόγραμμα της. Το καλό της για να το πούμε απλά, που είναι σαφώς και το καλό των μερών της, όταν βρίσκονται σε άμεση επαφή μαζί της. Αν τώρα τα μέρη δεν το αντιλαμβάνονται και κάνουν τα δικά τους, ε, δεν θα υποφέρουν;

Ο άνθρωπος λοιπόν, για να καταφέρει να «αποσαφηνίσει» το τι ακριβώς συμβαίνει, πρέπει να υπερβεί τη χωριστικότητα και τις μεμονωμένες βλέψεις, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσει να αντιληφθεί τη λειτουργία της φύσης ως ολότητας, εντός της οποίας υπάρχει και κινείται και ο ίδιος.

Η Σεξουαλική Ενέργεια, ή Ενέργεια της Ζωής, είναι ακριβώς η ενέργεια που αισθάνεται ο άνθρωπος όταν είναι ερωτευμένος, και γι’ αυτό ακριβώς είναι έτοιμος να κάνει τα πάντα για το αντικείμενο της αγάπης του. Που βρίσκει αυτή τη δύναμη; Αναρωτήθηκε ποτέ κανείς; Μα είναι μέσα του, αλλά χρειάζεται εξωτερική ώθηση για να εκδηλωθεί, ακριβώς γιατί δεν είναι ταυτισμένος μαζί της. Επίσης είναι, όλη η δημιουργική ενέργεια η οποία εκλαβμάνεται ως ευχαρίστηση, όταν κάνει όλα όσα τον χαροποιούν, όταν εκστασιάζεται μέσω της τέχνης, του χορού, της μουσικής. Είναι η ενέργεια των μεγάλων επιστημών, που αφιερώνονται στην έρευνα και δεν τους βλέπει ούτε καν ο ήλιος, ακριβώς γιατί η ζωή τους είναι επικεντρωμένη μέσα τους, στον κόσμο της ανακάλυψης, και όχι στην εξωτερική ζωή όλου του υπόλοιπου κόσμου.

Η ολιστική όμως, και όχι η μεμονωμένη ανάπτυξη της, δεν αφορά ένα μόνο κομμάτι της ανθρώπινης δραστηριότητας, αλλά την ενασχόληση με την ίδια τη ζωή, και την τέχνη, του να ανακαλύψει ο άνθρωπος τελικά ποιος Πραγματικά είναι ώστε να ευτυχήσει. Η γαλήνη, η ηρεμία και ισορροπία, επιτυγχάνονται λοιπόν μόνο με την πραγματική Αυτογνωσία. Με την ανακάλυψη του τι είναι σήμερα, την αποδοχή αυτού του γεγονότος, και κατόπιν την εμβάθυνση των πτυχών μέσα του που τώρα του είναι άγνωστες, αλλά που μπορούν να τον διευρύνουν, με προοπτική ακόμα και το άπειρο…

Η Σεξουαλική Ενέργεια δημιουργεί. Η πλήρης σιγουριά, και ευχαρίστηση της αφθονίας, μη επηρεαζόμενης από εξωτερικά φαινόμενα ως φυσικής κατάστασης της Ύπαρξης, είναι το τελικό ζητούμενο, όλων των προβληματισμών και αναζητήσεων του ανθρώπου, χιλιάδες χιλιάδων χρόνων τώρα...  Το θέμα είναι ότι γι’ αυτό ήρθαμε. Να ασχοληθούμε αποκλειστικά με την αυτοπραγμάτωση, χρησιμοποιώντας γι’ αυτό το σκοπό, ότι κι αν συμβαίνει στην εξωτερική μας ζωή, και όχι το αντίθετο που κάνουμε: Να ασχολούμαστε δηλαδή αποκλειστικά με τα εξωτερικά, νομίζοντας πως μπορούν να βελτιώσουν αυτό που είμαστε ή μπορούμε να γίνουμε, ή με το έχω ή αποκτώ, να βελτιώσουν αυτό που νιώθουμε ώστε να γίνουμε κάποτε ευτυχής.

Το θέμα είναι, πως ότι κι αν περιγράψουμε, κι από όποια πλευρά το πιάσουμε για να το περιγράψουμε, καταλήγουμε, απορρίπτοντας την πλάνη και το ψέμα, μόνο εδώ. Ακριβώς γιατί δεν υπάρχει τίποτε άλλο. Άρα, σε όλες μας τις αναζητήσεις, είναι η μόνη κατάληξη, όταν καταλάβουμε πως πουθενά αλλού και σε τίποτα δεν μπορούμε να προαχθούμε, και να ευτυχίσουμε ταυτόχρονα. Μόνο η πορεία προς την διεύρυνση της συνείδησης, μπορεί να μας βοηθήσει, οδηγώντας μας στην Αλήθεια, και στον Εαυτό μας. Που είναι ουσιαστικά, Ένα και το Αυτό…

Καλή πορεία φίλοι μου!