ΣΥΝΤΟΜΗ ΑΝΑΦΟΡΑ ΤΗΣ «ΠΟΡΕΙΑΣ»


-Αρχικά, είμαστε εμείς ως εγώ, εσύ, ο άλλος. Ο καθένας μας, με το «εγώ» του.
Μία απόλυτα χειραγωγούμενη και εξαρτώμενη ύπαρξη:
από το υλικό σώμα μέσα στο οποίο ζούμε και αναπνέουμε,
από τα συναισθήματα που βιώνουμε ως «μ’ αρέσει δεν μ’ αρέσει», και
από τις συλλαμβάνουσες σκέψεις που έλκουμε και αποτυπώνονται στο μυαλό μας (ανάλογες προς τις εξωτερικές εμπειρίες από τότε που γεννηθήκαμε), με τις οποίες κατανοούμε και ερμηνεύουμε τον εαυτό μας και τον κόσμο στον οποίο ζούμε.

-Στην πορεία, μαθαίνουμε από κάπου, οπουδήποτε, δεν έχει σημασία….,
πως εμείς, δεν είμαστε «μόνο» το εγώ μας.

Αν αυτό «δονηθεί» αρκετά δυνατά μέσα μας τότε:

-Κατακλύζεται το είναι μας από μια τεράστια ανάγκη να ανακαλύψουμε οι ίδιοι, μόνοι μας, τι συμβαίνει με εμάς γιατί αναγνωρίζουμε πως δεν είναι ακριβώς όπως τα ζήσαμε, ή μας τα είπαν τα πράγματα όλοι οι ως τώρα «ειδήμονες» της ζωής μας, ή, η κουλτούρα, ή, το παρελθόν μας….

-Στη συνέχεια μέσα από έρευνα, με πολύ μελέτη και ξενύχτια στοχασμού ανακαλύπτουμε εν καιρώ πως όντως είμαστε κάτι παραπάνω από το εγώ μας. Και πως το εγώ, δεν θα μπορούσε ποτέ να μας φέρει την ευτυχία…

-Διαπιστώνουμε αργότερα, (όντες πειραματιζόμενοι) πως πράγματι είμαστε «εμείς», και είναι και «το εγώ μας». Και πως στη ουσία είμαστε δύο υπάρξεις μέσα μας…. Μία στην επιφάνεια, και μία πιο βαθιά. Μια που είναι το πραγματικό, και μία, που έχει να κάνει με την μέχρι τώρα προσωπικότητα που ξέρουμε ως τον γνώριμο εαυτό μας.

-Διαπιστώνουμε επίσης πως ο εαυτός που ξέρουμε είναι απόλυτα ταυτισμένος με το υλικό μας σώμα, και πως αυτά που θέλει, έχουν γίνει θέλω δικά μας κοιτώντας πίσω, όλη την μέχρι τώρα ζωή μας και στη ουσία Εμείς, πραγματικά δεν ξέρουμε τι θέλουμε…

-Συνειδητοποιούμε πως δεν είμαστε εδώ για να υπηρετούμε τις ορέξεις του υλικού μας σώματος, αλλά το σώμα να υπηρετεί την δράση μιας ανώτερης Θέλησης στον έξω κόσμο, κάτω από τη δική μας καθοδήγηση.

-Εδώ είναι που αποφασίζουμε οριστικά να γνωρίσουμε «τι πραγματικά είμαστε» πέρα από το σώμα μας, και να ξεκινήσει η εκπαίδευση του…

-Μια εκπαίδευση που για να στεφτεί με επιτυχία, πρώτα πρέπει να μας γίνει γνωστό  «τι κάνει» το εγώ μας. Και για να δούμε τι κάνει, πρέπει να το παρατηρήσουμε. Και για να το παρατηρήσουμε, χρειάζεται να αποστασιοποιηθούμε από αυτό. Που όντως αν καταφέρουμε να το παρατηρήσουμε, αυτόματα έχει επέλθει και η αποστασιοποίηση…

-Παρατηρώντας το λοιπόν διαπιστώνουμε πως εξαρτάται αποκλειστικά από ορέξεις, εγωιστικά θέλω, και υλικά, εξωτερικά πράγματα. Που όσα κι αν είναι δεν το κάνουν ποτέ να χορτάσει, και πάντα θέλει μεγαλύτερα, και περισσότερα πράγματα, φτάνοντας να μην μπορεί να απολαύσει τίποτα, μια και μέσα του, είναι κενό από «ουσία». Μια και μέσα του, βαθύτερα, είμαστε Εμείς, που Είμαστε η Ουσία, με αυτό, να αποτελεί μονάχα μία προσωρινή ύπαρξη τόση, όση και η γήινη υλική του ζωή!

-Διεξάγοντας και πετυχαίνοντας την παρατήρηση, εντοπίζουμε πως «το κοίταγμα μας» πριν τη δράση του εγώ, μας δίνει ας το πούμε «τον χρόνο», να είμαστε  Εμείς αυτοί, που σε κάθε φάση της ζωής μας, θα αποφασίσουμε αν συνηγορούμε με την τακτική του, ή, αν αναστέλλουμε τις τάσεις του, όταν αντιλαμβανόμαστε πως κάνει τα δικά του, εις βάρος της πορείας μας, της πραγματικής ευτυχίας μας, ή εις βάρος άλλων ανθρώπων. Γιατί το μόνο που θέλει ένα εγώ, είναι να καλύπτει τις ανάγκες του με κάθε κόστος. Ακόμα και να προσβάλει, να πληγώνει, να καπελώνει, να προσπερνά, να καταστρέψει την ευτυχία ή την ευχαρίστηση άλλων ανθρώπων όταν αυτό εξυπηρετεί τις ορέξεις και τις επιθυμίες του.

-Η αποστασιοποίηση λοιπόν με το «κοίταγμα» μας, προηγείται πάντα κάθε δράσης του εγώ. Αυτή είναι η μάχη, και ο πραγματικός αγώνας μας στη ζωή! Να προηγείται η επίγνωση, της δράσης του εγώ… Γιατί το εγώ, το κάθε εγώ, είναι μόνο του υλικού κόσμου ενώ η δική μας καταγωγή, βρίσκεται ενδότερα, ή πιο ψηλά αν θέλετε, πέραν του υλικού κόσμου.

-Εδώ, βοηθά πάρα πολύ η ψυχανάλυση ως μία πολύ καλή αρχή για το τι «ζημιά» μας έχει κάνει η ακολουθία του. Η πραγματική όμως διαδικασία γίνεται μόνο μέσα από την αυτογνωσία που είναι ικανή να πάει την ψυχανάλυση πολύ μακρύτερα…

-Η αφιέρωση στην εργασία μας, ως προς την ταύτιση μας με την πραγματική μας ύπαρξη, είναι ο μοναδικός πραγματικός σκοπός στη ζωή, που πρέπει αυτός, να ακολουθείται με κάθε κόστος! Μόνο κόστος όμως, είναι η στέρηση των εγωιστικών καταστάσεων που επιβάλει το ίδιο το εγώ. Άλλο κόστος, δεν υπάρχει. Αλλά όσο είμαστε ένα με το εγώ «πονάμε», γιατί δεν το νιώθουμε «ξέχωρα» από εμάς, μια και αυτό μόνο πιστεύουμε πως είμαστε… Άρα όσο ακόμα πονάμε, η αποστασιοποίηση μας σημαίνει πως δεν είναι (ακόμα) οριστική

-Τα βήματα περιλαμβάνουν:
Να συνειδητοποιήσουμε πως κάθε φορά που πονάμε έχουμε ταυτιστεί με το εγώ!
Να μάθουμε «να εκπαιδεύσουμε» το εγώ μας να μας υπακούει, παρατηρώντας όταν δρα, πως δρα, αλλάζοντας την οπτική του μέσα μας, επιβάλλοντας την δική μας.
Να μάθουμε να λειτουργούμε με τον Εαυτό μας, μέσα από το εγώ μονάχα όμως ως τη βιτρίνα μας στον κόσμο τούτο (γιατί αυτό είναι στην ουσία), μα με κατευθυντήριες που έχουν αφετηρία βαθύτερη.

-Το ημιτελικό στάδιο είναι το Εμείς, να απορροφήσει μέσα του αυτό το εγώ, και να υπάρχει μόνο το «εμείς» για όλους μας…

-Με τελικό στάδιο, ένα στάδιο ασύλληπτο για τον τωρινό άνθρωπο, που το Εμείς, έχει προχωρήσει μακρύτερα... Με την κατάκτηση αυτού του τελικού σταδίου, είναι που έχουμε κερδίσει την πραγματική ελευθερία… Μέχρι τότε, η ζωή μας εξακολουθεί να είναι ένας συνεχής αγώνας…

Όπως καταλαβαίνουμε έχουμε μεν πολύ δρόμο, 
αλλά φίλοι μου,
πρόκειται για……Μονόδρομο….

Γι’ αυτό ώρες ώρες σαστίζω… 
Με τι πράγματα μαλώνουμε και διαφωνούμε ως άνθρωποι, 
είναι ώρες ώρες πραγματικά αστείο, και τραγικό ταυτόχρονα…




Ο ΕΠΗΡΕΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΩΜΑΤΩΝ ΜΑΣ

Όλα τα αρνητικά συναισθήματα πρέπει να καταλάβουμε πως ανήκουν στην ίδια κλίμακα. Αυτό σημαίνει πως και όλα τα θετικά αντίστοιχα ανήκουν σε μια άλλη διαφορετική κλίμακα αλλά πιο λεπτοφυή. Η βαρύτητα των αρνητικών συναισθημάτων τα καθιστούν «χαμηλά», να βρίσκονται άρρηκτα συνδεδεμένα με την ύλη και τα εγωιστικά κίνητρα. Τα θετικά συναισθήματα από την άλλη είναι πιο αέρινα, ακριβώς επειδή είναι πιο απομακρυσμένα από τον υλικό κόσμο. Όσο πιο αλτρουιστικά, τόσο πιο κοντά στο ψυχικό επίπεδο.

Όταν επηρεαζόμενοι από τα φαινόμενα αυτού του κόσμου αισθανόμαστε ένα αρνητικό συναίσθημα, (δίχως να γνωρίζουμε πως από εμάς εξαρτάται αν θα συνεχίσουμε να το νιώθουμε ή όχι,) συνήθως καλύπτει όλη την οπτική μας και γινόμαστε έρμαιο του. Γιατί; Γιατί πάνω σε αυτό κολλάνε κι άλλα παρόμοια βαριά συναισθήματα της ίδιας κλίμακας. Κι όσο περισσότερο παραμένουμε αδρανείς, τόσο και χαμηλότερα συναισθήματα συσσωρεύονται, φτάνοντας τελικά να νιώθουμε ράκη.

Όταν αργούμε να πάρουμε απόφαση να φύγουμε από αυτό το επίπεδο των συναισθημάτων δυσκολεύουμε την αποκόλληση μας από αυτό. Για τους καταθλιπτικούς είναι ο λόγος που έχει γίνει αδύνατον να ξεφύγουν γιατί έχει επέλθει τέτοια αποκρυστάλλωση, που χρειάζεται τεράστια δύναμη για να ανακάμψουν. Δύναμη, που τώρα σκορπίζεται στην αναβίωση ξανά και ξανά των καταστάσεων που θεωρούν υπεύθυνες για την κατάσταση τους. Είναι περισσότερο μια οπτική άρνησης, που στερείται λογικής, η οποία τους έχει πείσει πως δεν έχουν πια σωτηρία… Ζουν λοιπόν και θρέφονται ενεργειακά από τόση απογοήτευση, που έχει πάρει πλέον τη μορφή ευχαρίστησης και είναι δεμένοι μαζί της, όσο αρρωστημένο ή παράλογο κι αν ακούγεται αυτό.

Κάθε σώμα μας όσο ενεργειακό - λεπτοφυές ή υλικό - συμπαγές κι αν είναι, θα έπρεπε, να κατευθύνεται από το ανώτερο του. Αναφέρουμε από κάτω προς τα πάνω τα σώματα μας που είναι το καθαρά υλικό, το συναισθηματικό, το νοητικό παραπάνω, κι ακόμα πιο ψηλά το ψυχικό. Θα έπρεπε (για να είμαστε συμβατοί ως προς την φυσιολογική λειτουργία τους) να κατευθύνονται όλα τα κατώτερα σώματα από την Ψυχή μας.

Όταν δεν συμβαίνει αυτό προκαλείται δυσαρμονία και το αποτέλεσμα είναι να πονάμε. Όλος ο αγώνας μας στο υλικό πεδίο είναι με τις δικές μας ατομικές προσπάθειες να καταφέρουμε να επαναφέρουμε την ισορροπία μέσα μας, και να λειτουργήσουμε με τη φυσιολογική εξέλιξη των πραγμάτων χωρίς δυσαρμονίες, που είναι να κατευθύνουμε όλα τα χαμηλότερα από την Ψυχή σώματα μας, με τις κατευθυντήριες παραινέσεις και οδηγίες της ίδιας της Ψυχής με την οποία θα ταυτιστούμε.

Όσο δεν γνωρίζουμε το δρόμο της αυτογνωσίας είμαστε ταυτισμένοι κυρίως με ένα από τα κατώτερα σώματα που σε συνδυασμό με τα άλλα δύο, πορευόμαστε στη ζωή. Αγνοούμε την εσωτερική θεώρηση των πραγμάτων και τις λειτουργίες της ενώ ενεργούν άμεσα σε μας. Συνήθως ότι συμβαίνει στον υλικό κόσμο επηρεάζει το πως νιώθουμε. Κατόπιν το πως νιώθουμε ερμηνεύεται ανταποκρινόμενο από σκέψεις και αξιολογεί.

Έτσι έχουμε έναν από τους τρεις συνδυασμούς.
Είτε τα εξωτερικά ερεθίσματα επηρεάζουν το πως νιώθουμε και ανάλογα σκεφτόμαστε.
Είτε τα συναισθήματα μας καθορίζουν τις σκέψεις μας και βλέπουμε με βάση αυτά.
Είτε οι σκέψεις μας ερμηνεύουν την εξωτερική μας πραγματικότητα και αισθανόμαστε αντίστοιχα.
Να γιατί είμαστε φυλακισμένοι. Οι σκέψεις και τα συναισθήματα μας, είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον εξωτερικό κόσμο που ζούμε. Περιμένουμε να καλυτερεύσουν τα πράγματα από μόνα τους για να καλυτερεύσει ή να φτιάξει η ψυχολογία και τα συναισθήματα μας. Όμως αυτό, δεν γίνεται ποτέ…

Πάντα «νομίζουμε» για κάτι, που όταν το ζήσουμε τελικά δεν μας ικανοποιεί. Και λέμε: «αλλιώς τα περίμενα κι αλλιώς έγιναν». Ή, ακόμα και να μας ευχαριστεί αυτό που έχουμε ή πετύχαμε μόνιμα θέλουμε κάτι περισσότερο. Τελικά, ακόμα και όλα όσα θέλουμε να γίνουν κάποτε, δεν μένουμε ποτέ να τα απολαύσουμε γιατί δεν βρίσκεται σε αυτά η ευτυχία μας.

Οι  εξωτερικές ικανοποιήσεις είναι πάντοτε παροδικές και απείρως εύθραυστες. Όλο και κάτι εξωτερικό θα έρθει και θα αναιρέσει τον κόσμο μας και ποτέ δεν φτάνουμε να είμαστε ήρεμοι και ισορροπημένοι. Για να είμαστε, χρειάζεται αυτό που λέγεται: «Να τα έχουμε βρει με τον εαυτό μας». Να έχουμε κατανοήσει πως αυτά που νιώθουμε για μας, δεν πρέπει να επηρεάζονται από τον κόσμο ή τους άλλους, και ούτε να καθοριζόμαστε από οτιδήποτε από έξω όσον αφορά την βαθύτερη ικανοποίηση μας.

Η Ψυχή μας, είναι ήδη σε ευδαιμονική κατάσταση. Ότι λοιπόν περιλαμβάνει ο εξωτερικός κόσμος που μας περιβάλει, αφορά την δική μας δράση στο να μάθουμε να εξισορροπούμε την ψυχολογία μας κάθε φορά που κάτι μας επηρεάζει. Είμαστε εδώ, για να εκφράσουμε την Ψυχή μας με τις σκέψεις, τα συναισθήματα και τη δράση μας στον κόσμο. Είμαστε εδώ, για να εκμεταλλευτούμε το εξωτερικό λειτουργώντας με τις ψυχικές μας ιδιότητες. Όχι για να ταυτιστούμε με τα χαμηλά επίπεδα του κόσμου και να ξεχάσουμε την ταυτότητα μας. Δεν είμαστε εδώ για να φτιάξουμε έναν καινούριο εαυτό που θα είναι πειθήνιο όργανο του όποιου περιβάλλοντος γεννηθήκαμε στο οποίο ζούμε, αλλά για να μεταμορφώσουμε την ματιά μας προς αυτό με ανώτερες ποιότητες.

Γι’ αυτό ο κόσμος είναι αντανάκλαση του επιπέδου στο οποίο βρισκόμαστε εσωτερικά, κι έτσι μπορούμε να καταλάβουμε γιατί ο κόσμος μας είναι αυτό που είναι… Το επίπεδο του κόσμου, λειτουργεί από κάτω προς το πάνω και όχι όπως θα έπρεπε…

Όταν κάτι συμβαίνει και ανισορροπεί την εσώτερη οπτική που θα έπρεπε να έχουμε, είναι καθήκον μας να φροντίσουμε να λειτουργήσουμε από την Ψυχή μας προς τα έξω, και όχι μόνιμα να την αγνοούμε. Χρειάζεται να «καθάρουμε» τον εαυτό μας, και να επαναφέρουμε –ο καθένας μας–την ισορροπία μέσα του.

Να μάθουμε να μην επηρεαζόμαστε από τα φαινόμενα, τα συναισθήματα και τις σκέψεις μας, αλλά να καθοδηγούμαστε από τον παράγοντα Ψυχή μέσα μας, που βρίσκεται πάνω από τα τρία κατώτερα μας  σώματα. Πάνω δηλαδή και από τους τρεις αυτούς κόσμους, γιατί πραγματικά πρόκειται για τρία διαφορετικά επίπεδα – κόσμους συνείδησης. Επειδή όμως τα επίπεδα από την ύλη και πάνω βρίσκονται στη σφαίρα του αόρατου, δεν έχουμε την άμεση και απτή αντίληψη της ύπαρξης τους.

Για να μπορέσουμε να λειτουργήσουμε με την Ψυχή μας, χρειάζεται να επαναπροσδιορίζουμε τη θέση μας στον υλικό κόσμο στην επαφή μας με τους άλλους και τα συμβάντα, ανάλογα με το πως εισπράττονται από εμάς, προσπαθώντας να μένουμε ανεπηρέαστοι εσωτερικά. Το βίωμα της ύπαρξης του εαυτού μας εκτός ύλης και υλικού κόσμου είναι το κλειδί, και γι’ αυτό είναι απαραίτητος ο διαλογισμός, η φιλοσοφία, η μελέτη της γνώσης των αρχαίων για την ύπαρξη του αόρατου και της Ψυχής μας, ως την πραγματική μας ταυτότητα.

Μόνο έτσι ο τρόπος ζωής μας θα φτάσει να γίνει ενεργητικός, και θα πάψουμε να λειτουργούμε παθητικά, αντιδρώντας μόνιμα σε ότι τώρα μας παρουσιάζεται. Να γίνουμε εμείς «οι δράστες» της ζωής μας, και όχι να δρα το σώμα μας, τα συναισθήματα και οι σκέψεις μας, με εμάς να τα ακολουθούμε ως υπηρέτες τους.  

Δεν έχει καμία σημασία τι κάνουμε ή τι πετυχαίνουμε στον κόσμο. Όλα υπάρχουν προς αναγνώριση αυτού που είμαστε πραγματικά, και προς χρησιμοποίηση τους για να εκφράσουμε την Ψυχή μας. Κατεβήκαμε λοιπόν στην κόλαση του υλικού κόσμου, όχι για να την κάνουμε παράδεισο αλλά για να καταλάβουμε πως την κόλαση και το παράδεισο μας οι ίδιοι τον κουβαλάμε μέσα μας, ανεξαρτήτως εξωτερικών καταστάσεων. Η επαφή με τον Εαυτό μας και οι δράσεις μας με την καθοδήγηση του, είναι ο Παράδεισος μας. Κόλαση, η αγνόηση του πραγματικού εαυτού μας, και η προσκόλληση σε ανθρώπους, πράγματα και καταστάσεις τούτου του κόσμου.