Έχουμε
κάποιο έντονο συναίσθημα. Πρώτα το εντοπίζουμε, και το κρατάμε, απλά
παρατηρώντας το. Κατόπιν, προσπαθούμε να ξεχωρίσουμε αν το συναίσθημα αυτό
είναι θετικό ή αρνητικό.
Αν είναι αρνητικό,
θα συνοδεύεται από ένα είδους σφιξίματος στο σώμα. (Συνήθως εντοπίζεται στην
κοιλιά, στο στομάχι, ή το στέρνο αυτό το σφίξιμο).
Κατά
δεύτερο, προσπαθούμε να αναγνωρίσουμε την ουσία αυτού του συναισθήματος,
θέτοντας κάποιες ερωτήσεις στον εαυτό μας. Πχ: «Είναι ζήλεια;; Τι σημαίνει για
μένα το να ζηλεύω;» Όχι. Δεν είναι αυτό. Πάμε στην επόμενη ερώτηση.
Αναγνωρίζοντας
το συναίσθημα, συνεχίζουμε πάλι με ερωτήσεις του στυλ: «Γιατί νιώθω έτσι; Σε
ποιες περιπτώσεις;» Και με όποιες άλλες ερωτήσεις θέσουμε εμείς οι ίδιοι στον
εαυτό μας και πιστεύουμε θα μας βοηθήσουν στην αποκάλυψη του, σαν να είμαστε
δύο άτομα.
Ουσιαστικά
αυτό συμβαίνει, αλλά οι περισσότεροι δεν το γνωρίζουμε.
Είμαστε
ενσαρκωμένοι εδώ. Αυτό σημαίνει πως κατοικούμε απλά σε αυτό το σώμα.
Έτσι, άλλο
κομμάτι μας είναι το σώμα μας το φυσικό, άλλο κομμάτι μας είναι τα συναισθήματα
μας, άλλο οι σκέψεις μας, και άλλο αυτό που πραγματικά είμαστε.
Για να τα προσεγγίσουμε όλα αυτά, κάνουμε έναν διαχωρισμό κατά τη διάρκεια του «ψαξίματος μας» με τις ερωτοαπαντήσεις:
Θεωρούμε σαν
ένα μέρος μας σώμα, συναίσθημα και σκέψη, και σαν ένα άλλο μέρος μας το πιο
εσωτερικό. Και θα τα αισθανθούμε και σαν δύο μέρη τα οποία ενοικούν μέσα μας,
ακριβώς τη στιγμή που θα καταφέρουμε τελικά να προχωρήσουμε πιο βαθιά…….
Το ένα μέρος
αναγνωρίζεται σαν το μυαλό μας που κάνει τις ερωτήσεις, (και περιλαμβάνει το
σώμα και τα συναισθήματα), και το άλλο, αυτό που προσπαθούμε να ανακαλύψουμε.
Προσπαθούμε να φτάσουμε «τη θέληση του εσωτερικού μας», μέσω της νόησης, που
αποτυπώνεται στο όργανο του σώματος μας, τον εγκέφαλο.
Αυτό το εσωτερικό μας όμως, είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την αίσθηση.
Για να την
εντοπίσουμε την αίσθηση, πρέπει να αναγνωρίσουμε πρώτα το συναίσθημα που την
πνίγει.
Όπως
αναφέρθηκε και παραπάνω, συνήθως εντοπίζεται σαν σφίξιμο και προσπαθούμε να
δούμε τι αλλάζει σε αυτό που νιώθουμε με την κάθε ερώτηση, και κάνουμε τότε
μεταφραστή των ερωτήσεων το μυαλό μας.
Προσπαθούμε
δηλαδή να κάνουμε το μυαλό μας σύμμαχο, και κατόπιν εργαλείο δικό μας, μια και
αυτό θα «ερμηνεύσει» το κάθε συναίσθημα μας.
Δεν είναι
όπως λειτουργούσαμε συνήθως. Δηλαδή ότι μας φέρνει στην αντίληψή μας το μυαλό
συγκεκριμένες ιδέες για τα πράγματα, τις οποίες εμείς ακολουθούσαμε τυφλά.
Στην προκειμένη,
το οδηγούμε εμείς, δεν καθοδηγούμαστε από αυτό. Έχει μεγάλη σημασία να
κατανοηθεί αυτό.
Δημιουργούμε
δηλαδή, μια και δεν μπορούμε να βρούμε το άλλο μας κομμάτι ακόμα, έναν
παρατηρητή μέσα μας. Έναν παρατηρητή των ίδιων των λειτουργιών μας.
Συνήθως
λειτουργούμε σε ανταπόκριση προς τους άλλους, χωρίς να σταθούμε να ψάξουμε τι
είναι όλα όσα νιώθουμε, και τι εν τέλει κρύβουν για τις πραγματικές μας
προθέσεις.
Η δημιουργία
του παρατηρητή μας βοηθά να εντοπίσουμε κομμάτια πιο βαθιά μέσα μας.
Αν καταφέρουμε
να το κάνουμε αυτό κατά τη διάρκεια της ημέρας στα περισσότερα, αν όχι σε όλα
τα πράγματα που αντιμετωπίζουμε, θα έρθει κάποια στιγμή που θα μας γίνεται με
πολύ άνετο τρόπο, όσο και αν μας φαίνεται δυσθεώρητο αρχικά.
Αν μας
βοηθήσει κατά τη διάρκεια των ερωτήσεων να γράφουμε, ακόμα καλύτερα. Να το
κάνουμε.
Να γράφουμε
και τις ερωτήσεις μας, και τις απαντήσεις που δίνουμε.
Σαν να μην
είμαστε μόνοι, αλλά κάνουμε κουβεντούλα με κάποιον άλλον. Μόνο που αυτός ο
άλλος, θα είμαστε πάλι εμείς. Χωρίς όμως να προκαλέσουμε στον εαυτό μας καμία
απολύτως δυσφορία.
Όλο αυτό
πρέπει να γίνει χαλαρά. Εξάλλου κανείς δεν είναι αυτός που θα μας επιβάλει
τίποτα, παρά μόνο το ίδιο μας το μυαλό. Γνωρίζοντας το, έχουμε τη δύναμη να
καλμάρουμε την οποιαδήποτε δυσφορία, και μόνο με τη γνώση ότι το μυαλό μας, θα
μας οδηγήσει εκεί που εμείς θα αποφασίσαμε να μας πάει.
Με αυτόν τον
τρόπο των ερωτοαπαντήσεων, μπορούμε ακόμα να ανακαλύψουμε:
-
Όλα όσα κάνουμε, ή έχουμε, ή πιστεύουμε είναι δικά μας; Ή τα ακολουθούμε επειδή
μας τα έμαθαν, τα βρήκαμε, ή τα θέλουν άλλοι αλλά όχι εμείς;
- Τι
είναι όλα αυτά που πραγματικά θέλουμε στη ζωή μας; Ξέρουμε;;
- Διαλέξαμε
ποτέ; Ψάξαμε ποτέ; Ή πάντα ακολουθούσαμε τα προφανή;
-
Ανακαλύπτοντας ότι αυτά που θέλουμε, δεν είναι αυτά με τα οποία
ασχολούμαστε: Τι μας εμποδίζει να ακολουθήσουμε αυτά που πραγματικά θέλουμε; Η
γνώμη των άλλων; Ένα δικό μας βάρος το οποίο μας κάνει να νιώθουμε υπεύθυνοι
γι’ αυτούς; Το βάρος του ότι «έτσι μόνο θα είμαστε σωστοί;»
-
Ο εαυτός μας, τι θεωρεί σωστό για μας;
Φαίνεται
ίσως "κάπως" όλο αυτό. Όμως, το ίδιο δεν κάνουμε και με το μυαλό μας;
Ανακυκλώνουμε σκέψεις, που όμως δεν αλλάζει τίποτα, γιατί όπως ειπώθηκε, μόνο
«τις ανακυκλώνουμε». Δεν μπαίνει κάποιο νέο στοιχείο το οποίο θα μας δώσει κάποια
λύση.
Το «νέο στοιχείο» όμως, έρχεται μόνο από μέσα μας. Και ποτέ από έξω.
Είναι πολύ
καλά κρυμμένο, στο πως νιώθουμε για τα πράγματα, και όχι, στο τι σκεφτόμαστε
γι’ αυτά.
Σκέφτομαι
έναν άνθρωπο, αλλά είμαι άδειος. Η συνειδητοποίηση της αγάπης μου
γι’ αυτόν όμως θα με πάει κοντά του, χρησιμοποιώντας τη σκέψη του με ποιον
τρόπο θα τον συναντήσω. Το μυαλό είναι για να κάνει πράξη την αίσθηση, και όχι
να είναι αυτό ο αρχηγός που μας κινεί.
Γι’ αυτό οι
γυναίκες είναι πιο διαισθητικές από τους άντρες. Γιατί οι γυναίκες ξεκινάνε με
το συναίσθημα, ενώ οι άντρες με τη λογική.
Όμως και
αυτές κάνουν λάθη, γιατί αν τα συναισθήματα δεν συνειδητοποιηθούν, και αυτά θα
είναι αφεντικά μας, όπως γίνεται με τη σκέψη.
Πρέπει να
πάμε πιο βαθιά. Να αντιληφθούμε τα συναισθήματα μας, να δούμε τι κρύβεται πίσω
από αυτά, και να ανακαλύψουμε ποιοι θέλουμε να είμαστε.
Μπορεί πχ να
είναι μία γυναίκα με έναν άντρα από ανασφάλεια του να μη μείνει μόνη. Πείθει
όμως τον εαυτό της ότι τον αγαπάει. Γίνεται έρμαιο του συναισθήματος της
ανασφάλειας. Αν δει όμως, ότι το συναίσθημα που νιώθει είναι η
ανασφάλεια και το αναγνωρίσει, αυτόματα ελευθερώνεται, και δεν μπορεί να
συνεχίζει να κρύβεται.
Τότε, αλλάζει όλη η θεώρηση της για το συγκεκριμένο άτομο, γιατί είδε μέσα της την αλήθεια. Όμως μόνο επειδή «στάθηκε» να κοιτάξει κατάματα τα συναισθήματα της. Αναγνωρίζοντας το λάθος συναίσθημα που νόμιζε, εμφανίζεται το καθαρό.
Έτσι,
γίνεται καπετάνιος στο πλοίο του εαυτού της. Τότε αποφασίζει ποια θέλει να
είναι, και βάζει το μυαλό να βρει τους τρόπους που θα το κάνει πράξη, αλλά αφού
ξεκαθάρισε την πραγματική αίσθηση μέσα της.
Για τους
άντρες είναι ακόμα πιο δύσκολο. Οι άντρες λειτουργούν μόνο εγκεφαλικά.
Θεωρείται μειονέκτημα για έναν άντρα να ανοιχτεί συναισθηματικά. Θεωρεί ότι θα
χαθεί ο ίδιος, και όλη του η δύναμη. Τι μεγάλη παρανόηση…..
Με τον τρόπο
των ερωτοαπαντήσεων για τα συναισθήματα, ανοίγουμε μία πύλη. Μία μεγάλη πύλη
μέσα στον εαυτό μας που μας οδηγεί σε άλλα μονοπάτια. Μονοπάτια που μας
προσφέρουν καθοδήγηση, πλήρη ελευθερία, ευδαιμονία, και πραγματικό νόημα στη
ζωή μας.
Σημασία έχει
όχι «τι φαινόμαστε» προς τους άλλους, αλλά τι «είμαστε».
Πως όμως θα
«είμαστε» το πραγματικό, αν δεν το αναζητήσουμε;
Αν δεν το
προσεγγίσουμε;
Αν δεν
ασχοληθούμε με αυτό;