ΒΙΩΜΑ - ΚΑΘΟΔΗΓΗΣΗ

Γράφουμε, επεξεργαζόμαστε, ή κουβεντιάζουμε, αυτά που συνειδητοποιούμε.

Αφορούν, όλα όσα κατ’ αρχήν πράξαμε, και βρισκόμαστε εδώ που βρισκόμαστε σήμερα, (ως θέση μέσα μας), έχοντας την επίγνωση, ακριβώς των στάσεων – πράξεων (λειτουργιών) που μας έκαναν να διαπιστώσουμε πως σε άλλη συνειδησιακή κατάσταση ήμασταν στο παρελθόν, και σε άλλη είμαστε σήμερα.

Αυτή, είναι η Γνώση μας. (Βιωματική πάντα). Μια γνώση όμως στατική. Πεθαμένη. Κι αυτό, γιατί ήταν για τότε. Όμως, ακριβώς επειδή βιώσαμε οι ίδιοι (όσα βιώσαμε), μπορούμε να «τα μεταφέρουμε», ώστε να «δείξουμε» κατά κάποιον τρόπο έναν δρόμο σε όλους τους άλλους κι αυτό, για να τους δώσουμε τη δυνατότητα μιας οπτικής έξω από τα καθιερωμένα, (άρα των περιορισμών τους, που κι εμείς είχαμε κάποτε), όπως και το έναυσμα να βρουν «το δικό τους» δρόμο… Δηλαδή, να κοιτάξουν εντός τους, μια και εδώ μόνο αλλάζουμε, και διευρυνόμαστε, με ανοιγόμενο το φάσμα αντίληψης, που οδηγεί στην επέκταση της Επίγνωσης μας.

Γράφουμε, επεξεργαζόμαστε, ή κουβεντιάζουμε αυτά που συνειδητοποιούμε επίσης, και αφορούν τον ορισμό, των επόμενων κινήσεων μας. Επόμενων κινήσεων, ως Καθοδήγηση. Μια και το Εσωτερικό, πάντα μας καθοδηγεί για τον δρόμο που θα πάρουμε στην κάθε μας συνέχεια. Η εις την πράξη εφαρμογή των όσων συνειδητοποιούμε «ότι είναι έτσι», και πρέπει να τα ακολουθούμε, είναι που εξαρτά και την πρόοδο μας στη συνέχεια.

Βλέπουμε λοιπόν μέσα μας το Ορθό. Το κάνουμε πράξη; Ή φιλοσοφούμε (αερολογούμε) απλώς με το περιεχόμενο του;

Αν παραμείνουμε να «τα κουβεντιάζουμε», ή «να τα σκεφτόμαστε», (ακόμα και να τα βιώνουμε εξακολουθητικά, ή πολλές φορές επαναφέροντας τα κατά βούληση νοητικά ως «μνήμη» βιώματος), αυτό, δεν μας φέρνει πρόοδο, και σαφώς δεν μας ανεβάσει από την τωρινή μας (Συνειδησιακή, έστω και λίγο) κατάσταση. (Όποια κι αν είναι).

Αντίθετα, η πράξη αυτών είναι που μας οδηγεί στο επόμενο βήμα «άλλων που πρέπει» κατόπιν να δούμε, ώστε αυτά τα νέα ειδωμένα να πράξουμε στη συνέχεια, κι αυτό, δίχως τέλος… (;)

Το τέλος, κάποια στιγμή το βάζουμε εμείς….

Κι όταν μιλάμε «για πράξη», δεν αναφερόμαστε σε σωματική δραστηριότητα, ή λεκτική επικοινωνία (μόνο), αλλά σε στάση πράξης, καθαρά Εσωτερική. Ακόμα και ο τρόπος Εστίασης, ή το κεντράρισμα της Εστίασης, είναι πράξη. Όπως, και το σταμάτημα της σκέψης, ή, η κατεύθυνση της Συνείδησης, ή ακόμα και η επεξεργασία του περιεχομένου της Συνείδησης...

Έχοντας αυτά υπ’ όψιν, μόνο στο τώρα δυνάμεθα να γνωρίζουμε «τι πρέπει να κάνουμε» για την κάθε μας συνέχεια, και μόνο η πράξη αυτών, φέρνει την επόμενη «γνώση» για μας, (οδηγία), για να θέσουμε σε εφαρμογή, κι έτσι συνεχίζοντας προχωράμε.

Αυτό σημαίνει πως αν βιώσουμε κάτι «που είναι έτσι», και δεν το ακολουθήσουμε, παρά μείνουμε να το αναλύουμε, (κι ας το βιώσαμε), θα μας θέσει στάσιμο εντός του, στερώντας οι ίδιοι έτσι τον εαυτό μας από την οποιαδήποτε συνέχεια, άρα και πρόοδο.

Εδώ, (στη Γη,) είναι το πεδίο της πράξης. Αυτό σημαίνει πως μόνο «γειώνοντας» την Εσωτερική γνώση, αναβλύζει κι άλλη (βιωματική πάντα) γνώση, ως συνέχεια της προηγούμενης.

Αυτό ισχύει γιατί ουσιαστικά η Γνώση, δεν είναι σε κομμάτια. Απλά εμείς, συλλαμβάνουμε κάθε φορά μόνο ένα μέρος της. (Κι αυτό γιατί δεν βρισκόμαστε συνειδησιακά ακόμα στο επίπεδο της θέασης της Γνώσης ως ολότητας).

Αυτό σημαίνει πως κάθε φορά που εισπράττουμε κάτι Εσωτερικό, συμπληρώνει το κάθε προηγούμενο, και έχει μέσα του και τη συνέχεια του. (Έχει δηλαδή όλο το Παρελθόν, το παρόν, και ολόκληρο το Μέλλον, αλλά για το συγκεκριμένο εξεταζόμενο, βιωμένο μας θέμα).


Με τα παραπάνω, είναι εμφανές λοιπόν πως το κάθε παρελθόν υπάρχει «για να βλέπουμε» την κάθε μας τωρινή πρόοδο, (συνθέτοντας την εντός μας), κι όχι για να επαναπαυόμαστε στις (όποιες) τωρινές μας «δάφνες». Όλα είναι προσωρινά, και όλα είναι στάδια. Σκαλοπάτια. Έτσι ρέουμε συνεχώς. Έτσι προχωράμε, μη αφήνοντας να δημιουργούνται έλη μέσα μας, που παράγουν παράσιτα…

Η κάθε «αίσθηση» στασιμότητας, είναι ακριβώς αυτό. Στασιμότητα. Όχι επειδή όντως έτσι είναι, αλλά επειδή εμείς θέσαμε εμπόδιο στο να βιώνουμε την κάθε συνέχεια. Το εμπόδιο, είναι ακριβώς το κόλλημα μας. Μία σκέψη, μία θεώρηση, μία πεποίθηση, η οποία και πρέπει να ακυρωθεί, να καταστραφεί, ή να αγνοηθεί, (κατανοώντας την ως στάδιο που πρέπει να αφήσουμε πίσω), που είναι και ο μόνος τρόπος βέβαια για να ξεφεύγουμε από την ταύτιση μαζί της, ώστε (κάθε στιγμή) να συνεχίζουμε με το Μεγάλο κύμα που Είμαστε μέρος του. Το κάθε σταμάτημα στο κύμα λοιπόν, (η στασιμότητα, το κόλλημα), είναι το ψέμα, γιατί τίποτα δεν παραμένει ακίνητο εντός της δημιουργίας…

Και τι άλλο μας δείχνει εν τέλει η κάθε συνέχεια των βιωμάτων της Γνώσης; (Όταν το συλλάβουμε και το θέσουμε σε εφαρμογή, και δεν αφήσουμε να περάσει στα ασήμαντα;) Την αναίρεση ουσιαστικά των πάντων. Όπως, και την καθοδήγηση, (αν την ακολουθήσουμε πιστά επίσης), να βγούμε τελείως έξω, από οτιδήποτε μπορεί να ερμηνευτεί. Γιατί τελικά όσο ερμηνεύουμε, παραμένουμε εντός της ερμηνείας, άρα έγκλειστοι μέσα της…. οι ίδιοι.

Γιατί δεν είμαστε κάτι διαφορετικό από αυτό που ερμηνεύουμε, σκεφτόμαστε, πιστεύουμε. Είμαστε, ακριβώς αυτά, ως παράγωγα, ως δημιουργήματα, ξεδιπλώματα, του ίδιου του Εαυτού μας. (Που είμαστε).

Όταν φτάσουμε σε αδιέξοδο, (και θα φτάσουμε), τότε αντιλαμβανόμαστε πως η ερμηνεία, «δεν είναι ο Εαυτό μας», απλά, «είναι η περιγραφή του Εαυτού μας». Δεν είναι όμως ο Εαυτός μας.

Που σημαίνει, πως δεν βιώνουμε, (δεν ζούμε) αυτό που Είμαστε, αλλά τα παράγωγα του. Για να βιώσουμε τον Εαυτό, (Ως Εαυτός), αυτό που πρέπει να γίνει, είναι να γίνουμε…..

Και για να γίνουμε Εαυτός, η προσοχή μας, πρέπει να πάψει να είναι στις ερμηνείες που δίνουμε, (αν και αληθινές,) για τα παράγωγα, και φτάνοντας εδώ, σημαίνει πως ήρθε η ώρα να πάμε παραπέρα…

Σαν λοιπόν η «ροή της ζωής» που Είμαστε, και ακολουθώντας τις ωθήσεις της, αυτή η ίδια η ροή της ζωής μας γνωστοποιεί,  «πως μας πετάει έξω της»… Θα βγούμε; Γιατί εδώ μας καλεί, έλκει, τραβάει, η συνέχεια μας. Έτσι γινόμαστε, και Είμαστε πλέον ο Εαυτός, και παύουμε «να μιλάμε» γι’ αυτόν γιατί μόνο Είμαστε…